Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ: Ο τρεις γνώσεις

ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ: Ο τρεις γνώσεις
Απόσπασμα από το βιβλίο του σεβ. Ιεροθέου Βλάχου: "Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία.
Αναλύοντας την διδασκαλία του αγίου Ισαάκ του Σύρου σχετικά με τις τρεις γνώσεις, έχουμε υπ’ όψη τους λόγους του αγίου Πατρός ΞΒ’ – ΞΣΤ’ στο βιβλίο Ισαάκ Σύρου Ασκητικά (εκδ. Ρηγοπούλου 1977), στους οποίους κυρίως αναπτύσσεται η διδασκαλία του περί των τριών γνώσεων.
Κατ’ αρχάς κάνει ο άγιος Πατήρ την διάκριση μεταξύ της ανθρωπίνης γνώσεως και της πίστεως. Η ανθρώπινη γνώση έχει ως γνώρισμα ότι δεν πράττει τίποτε «εκτός εξετάσεως και ερεύνης», αλλά εξετάζει αν υπάρχη δυνατότης να γίνη αυτό που επιθυμεί και θέλει (σελ. 251). Δηλαδή στην ανθρώπινη γνώση υπάρχει πολλή λογική, και μάλιστα λειτουργεί η πεπτωκυΐα λογική, η οποία έχει αποστή των φυσικών όρων λειτουργίας, δηλαδή είναι η λογική που κυριαρχεί  και του νοός. Η πίστη όμως ορίζεται διαφορετικά και εκεί φαίνεται κυρίως η μεγάλη διαφορά της από την ανθρώπινη γνώση και ακόμη η μεγάλη της αξία. Ο άγιος Ισαάκ, μιλώντας για την πίστη, λέγει ότι με την λέξη αυτή δεν εννοούμε την παραδοχή των δογματικών αληθειών γύρω από τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, και τα σχετικά με την ενανθρώπιση του Χριστού και την πρόσληψη της ανθρωπίνης φύσεως από το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, «ει και αυτή υψηλή εστι λίαν», αλλά κυρίως εννοούμε «την πίστιν την εκ του φωτός της χάριτος ανατέλλουσαν εν τη ψυχή», η οποία με την μαρτυρία της διανοίας στηρίζει την καρδιά για να είναι αδίστακτη στην πληροφορία της ελπίδος (σελ. 261). Η πνευματική αυτή πίστη δεν μαθαίνει με την ακοή τα μυστήρια, «αλλ’ εν τοις πνευματικοίς οφθαλμοίς τα μυστήρια τα κεκρυμμένα εν τη ψυχή, και τον κρυπτόν και θείον πλούτον, τον κεκρυμμένον εκ των οφθαλμών των υιών της σαρκός και αποκαλυπτόμενον εν τω πνεύματι τοις εν τη τραπέζη του Χριστού διαιτωμένοις εν τη αδολεσχία των νόμων αυτού...» (σελ. 261). Δηλαδή ενώ η ανθρώπινη γνώση αποκτάται με την ενέργεια της λογικής και με την ανθρώπινη αναζήτηση, η θεία γνώση αποκτάται με την πίστη. Και αυτή η πίστη είναι κυρίως εκείνη που ανατέλλει στην ψυχή από το Φως της Χάριτος, και με την δύναμη αυτή μαθαίνει ο άνθρωπος όλα εκείνα τα μυστήρια που είναι κρυμμένα από τους οφθαλμούς των σαρκικών ανθρώπων του αιώνος τούτου. Γι’ αυτό η «πίστις λεπτοτέρα της γνώσεως, καθώς η γνώσις των πραγμάτων των αισθητών» (σελ. 261). Όπως η ανθρώπινη γνώση είναι λεπτοτέρα των αισθητών πραγμάτων, έτσι και η πίστη, που είναι θεία γνώση, είναι λεπτοτέρα της ανθρωπίνης γνώσεως.
Ο άγιος Ισαάκ παρουσιάζει την διαφορά μεταξύ της ανθρωπίνης γνώσεως και της πίστεως. Η ανθρώπινη γνώση δεν μπορεί να μάθη χωρίς εξέταση, ενώ η πίστη «φρόνημα εν καθαρόν και απλούν επιζητεί το απέχον πάσης πανουργίας... ο οίκος της πίστεως έννοια νηπιώδης εστί, και καρδία απλή» (σελ. 251). Ενώ η ανθρώπινη γνώσης έχει κέντρο την λογική, η πίστη έχει κέντρο την απλή και απονήρευτη καρδιά. Η ανθρώπινη γνώση «όρος της φύσεώς εστι», ενώ η πίστη «υπέρ την φύσιν ενεργεί την εαυτής οδοιπορίαν» (σελ. 251). Δηλαδή η ανθρώπινη γνώση είναι καθαρά μια φυσική κατάσταση, λειτουργεί με φυσικούς όρους, ενώ η πίστη είναι υπερφυσική κατάσταση. Επίσης η ανθρώπινη γνώση δεν μπορεί να κατασκευάση τίποτε χωρίς την ύλη, δηλαδή κινείται σε υλικό κόσμο, ενώ η πίστη έχει εξουσία να δημιουργήση καινή κτίση, καθ’ ομοιότητα του Θεού (σελ. 251). Η ανθρώπινη γνώση δεν τολμά και δεν θέλει να υπερβή τους όρους της φύσεως, ενώ η πίστη «εν εξουσία διαβαίνει ταύτα» (σελ. 252). Αυτό αποδεικνύεται από την ζωή όλων των αγίων, οι οποίοι με την δύναμη της πίστεως «εις την φλόγα εισήλθον, και την δύναμιν την καυστικήν του πυρός εχαλίνωσαν, και αβλαβώς εν μέσω αυτής διέβαινον και επί νώτων της θαλάσσης, ως επί ξηράς εβάδισαν» (σελ. 252). Και όλα αυτά που κάνει η πίστη είναι υπέρ την φύσιν και αντίθετα με τους τρόπους της ανθρωπίνης γνώσεως. Η ανθρώπινη γνώση «φυλάττει τους όρους της φύσεως», ενώ η πίστη «υπεράνω της φύσεως διαβαίνει» (σελ. 252). Η ανθρώπινη γνώση ζητεί πάντοτε τρόπους «προς φυλακήν των κτωμένων αυτήν», δηλαδή λαμβάνει πάντοτε προφυλακτικά μέσα και επιδιώκει με ανθρώπινα μέσα να φυλάξη τον άνθρωπο. Η πίστη όμως αφήνεται εξ ολοκλήρου στον Θεό. «Ουδέποτε ε εν πίστει προσευχόμενος, εν τρόποις χρήται και αναστρέφεται» (σελ. 252). Η ανθρώπινη γνώση δεν αρχίζει ένα έργο, αν από την αρχή δεν εξετάση το τέλος αυτού του έργου, ενώ η πίστη λέγει «πάντα δυνατά τω πιστεύοντι. Αδυνατεί γαρ ουδέν τω Θεώ» (σελ. 253).
Βέβαια κατά τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο, δεν είναι κατηγορήσιμη η ανθρώπινη γνώση, αλλά η πίστη είναι ανωτέρα της γνώσεως. «Ουχί ψεκτή εστιν η γνώσις, αλλ’ η πίστις υψηλοτέρα αυτής εστί» (σελ. 254). Η γνώση τελειούται «εν τη πίστει», αφού «η γνώσις βαθμίς εστι, δι’ ης ανέρχεταί τις εις το ύψος της πίστεως» (σελ. 254). Όταν έλθη η πίστη, τότε καταργείται το επί μέρους. Τότε «εν τη πίστει ημών μανθάνομεν εκείνα τα ακατάληπτα, και ουκ εν τη εξετάσει και τη δυνάμει της γνώσεως» (σελ. 254). Όλα τα έργα της δικαιοσύνης που είναι οι αρετές, δηλαδή η νηστεία, η ελεημοσύνη, η αγρυπνία, ο αγιασμός και όλα τα «λοιπά τα δια του σώματος ενεργούμενα» και όλα εκείνα που εκτελούνται στην ψυχή, δηλαδή η αγάπη προς τον πλησίον, η ταπεινοφροσύνη της καρδίας, η συγχώρηση «των επταισμένων», η ενθύμηση των αγαθών, η εξέταση των μυστηρίων που είναι  κεκαλυμμένα στις Γραφές, η αδολεσχία της διανοίας στα καλύτερα έργα, η φύλαξη των όρων των παθών της ψυχής και όλες οι άλλες αρετές, «ταύτα πάντα χρήζουσι της γνώσεως». Η γνώση «φυλάττει αυτά, και διδάσκει την τάξιν αυτών». Και όλα αυτά είναι βαθμίδες δια των οποίων ανέρχεται η ψυχή «εις το ύψος το ανώτερον της πίστεως». Αλλά όμως «η πολιτεία της πίστεως υπέρ την αρετήν εστι, και η εργασία αυτής ουκ έργα εστίν, αλλά ανάπαυσις τελεία, και παράκλησις, και εν καρδία, και εν ταις της ψυχής τελειούται» (σελ. 254-255).
Με όλα αυτά φαίνεται ότι, κατά την διδασκαλία του αγίου Ισαάκ και όλων των αγίων Πατέρων, η πίστη είναι ανωτέρα της ανθρωπίνης γνώσεως, και αυτής ακόμη της γνώσεως που αποκτά κανείς με την εξάσκηση της αρετής, γιατί η πίστη είναι μια χαρισματική κατάσταση, κοινωνία με τον Θεό, είναι «νόησις και όρασις καρδίας», είναι η ζωή που αναπτύσσεται στην ψυχή με την έλευση του Φωτός της θείας Χάριτος. Θα δούμε στην συνέχεια, στην διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, αυτήν την γνώση του Θεού, που είναι κυρίως «κοινωνία εν τη υπάρξει», που είναι κοινωνία και ένωση του ανθρώπου με τον Θεό. Γι’ αυτό αυτή η γνώση του Θεού είναι ανωτέρα από κάθε ανθρώπινη γνώση και ακόμη από αυτήν την γνώση που αποκτούμε με την εξάσκηση των αρετών, αφού τότε βρίσκουμε αυτόν τον Ίδιο τον Χριστό, που κρύπτεται στο βάθος των εντολών.
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος κάνει λόγο για τις τρεις γνώσεις. Νομίζω πως είναι καλό στην συνέχεια να δούμε την διαφορά των τριών γνώσεων, γιατί πιστεύω ότι έτσι θα φανή η διαφορά της Ορθοδόξου Παραδόσεως από την ανθρώπινη πολιτιστική παράδοση, θα φανή η διαφορά της θείας γνώσεως από την ανθρώπινη γνώση.
Υπάρχουν τρεις νοητοί τρόποι δια των οποίων η γνώση αναβαίνει και καταβαίνει. Οι τρόποι αυτοί είναι το σώμα, η ψυχή και το πνεύμα (σελ. 255). Βέβαια όταν οι άγιοι Πατέρες μιλούν για το σώμα, την ψυχή και το πνεύμα, δεν εννοούν το τρισύνθετο του ανθρώπου, αλλά με την λέξη πνεύμα εννοούν το χάρισμα, δηλαδή την θεία Χάρη που χαριτώνει την ψυχή του ανθρώπου. Χωρίς την Χάρη του Θεού ο άνθρωπος λέγεται ψυχικός ή σαρκικός, ενώ με την ύπαρξη της Χάριτος λέγεται πνευματικός. Και ενώ η φύση της γνώσεως είναι μία, εν τούτοις λεπτύνεται και αλλάσσει τους τρόπους της ανάλογα με τους τόπους αυτούς τους νοητούς και αισθητούς: «Και ει μία εστιν η γνώσις εν τη φύσει αυτής, αλλά προς τας χώρας ταύτας των νοητών και των αισθητών, και λεπτύνεται, και επαλλάττει τους τρόπους αυτής, και τας εργασίας των νοημάτων αυτής» (σελ. 255). Έτσι όπως υπάρχουν τρεις αισθητοί και νοητοί τρόποι, σώμα, ψυχή και πνεύμα, έτσι υπάρχουν και  τρεις γνώσεις, η σωματική, η ψυχική και η πνευματική. Ανάλογα με ποια γνώση κατέχει ο άνθρωπος, δείχνει την πνευματική του πρόοδο και την πνευματική του κατάσταση. Ακόμη ανάλογα σε ποια γνώση βρίσκεται φανερώνει την κάθαρση και την θεραπεία του. Ο ψυχικά άρρωστος κατέχει την σωματική γνώση, ενώ ο θεραπευόμενος κατέχει την ψυχική γνώση και ο θεραπευθείς κατέχει την πνευματική γνώση και γνωρίζει τα μυστήρια του Πνεύματος, που για τον σαρκικό άνθρωπο είναι άγνωστα και ακατάληπτα.
Η πρώτη γνώση αποκτάται με την διαρκή μελέτη και την σπουδή της μαθήσεως, η Δευτέρα γνώση προέρχεται από την καθαρά και αγαθή πολιτεία του ανθρώπου και από την πίστη της διανοίας και η Τρίτη γνώση «τη πίστει και μόνη κεκλήρωται. Διότι εν αυτή καταργείται η γνώσις, και τα έργα περαίωσιν λαμβάνει, και αι αισθήσεις γίνονται περισσαί εις χρείαν» (σελ. 263).
Ας δούμε αναλυτικότερα, με βάση την διδασκαλία του αγίου Ισαάκ του Σύρου, τις τρεις αυτές γνώσεις, που δείχνουν ή την ψυχική ασθένεια ή την θεραπεία του ανθρώπου.
Η πρώτη γνώση δηλαδή η σωματική. Χαρακτηριστικά στοιχεία της ανθρωπίνης γνώσεως που συνδέεται με την σαρκική επιθυμία είναι ο πλούτος, η κενοδοξία, η κόσμηση, η ανάπαυση του σώματος, η σπουδή της λογικής σοφίας, που αρμόζει στην διοίκηση του κόσμου τούτου, και που εφευρίσκει τις ανανεώσεις των ευρέσεων και των τεχνών και των μαθήσεων (σελ. 256). Η γνώση αυτή είναι αντίθετη με την πίστη, όπως αναπτύξαμε προηγουμένως, διότι νομίζει πως «τη εαυτής προνοία τα πάντα είναι» (σελ. 256). Η σοφία και η γνώση των πραγμάτων αυτού του κόσμου, όταν δεν υπάρχη η ψυχική και πνευματική γνώση, είναι μάταια και δημιουργεί πολλά προβλήματα στον άνθρωπο. Αυτή η γνώση είναι ψιλή, απλή γνώση, γιατί είναι»γυμνή πάσης θείας μερίμνης» (σελ. 256). Η μέριμνα αφορά μόνο τον κόσμο τούτο και επειδή εξουσιάζεται από το σώμα, γι’ αυτό «αδυναμίαν άλογον εισφέρει κατά της διανοίας» (σελ. 256).
Οι περισσότεροι άνθρωποι της εποχής μας, αθεράπευτοι ψυχικώς, κατέχουν αυτήν την γνώση και αυτήν καλλιεργούν διαρκώς. Εδώ βρίσκεται όλος ο σύγχρονος πολιτισμός, που δημιουργεί πολλές ψυχικές και σωματικές ανωμαλίες. Διότι αυτή η μονομέρεια της γνώσεως δημιουργεί πολλά προβλήματα. Να πως τα περιγράφει ο άγιος Ισαάκ. Τον άνθρωπο αυτής της σωματικής γνώσεως τον κατέχει η μικροψυχία, η λύπη και η απόγνωση, ο φόβος των δαιμόνων, η δειλία από τους ανθρώπους, η φήμη περί των ληστών, οι ακοές των θανάτων, η φροντίδα των νοσημάτων, η μέριμνα της πτωχείας και της ανάγκης της αποκτήσεως, ο φόβος του θανάτου και ο φόβος των παθών και των πονηρών θηρίων και πολλά άλλα που συμβαίνουν στην θάλασσα της παρούσης ζωής (σελ. 256-257). Ο άνθρωπος που κατέχει αυτήν την γνώση, την ανθρώπινη και σωματική, δεν γνωρίζει να εγκαταλείπη τον εαυτό του στο έλεος του Θεού, αλλά προσπαθεί με τους δικούς του τρόπους να λύση τα διάφορα προβλήματα. Όταν όμως αδυνατή να δώση λύσεις, από διάφορες αιτίες, τότε «μάχεται μετά των ανθρώπων των εμποδιζόντων αυτήν, και εναντιουμένων αυτή» (σελ. 257). Διαπληκτίζεται με τους ανθρώπους, γιατί γίνονται εμπόδια στην κατοχή των αγαθών της σαρκικής γνώσεως.
Η σωματική αυτή γνώση, η μέριμνα του κόσμου τούτου, εκριζώνει τελείως την αγάπη. Κάνει τον άνθρωπο να εξετάζη τα μικρά αμαρτήματα και σφάλματα των άλλων ανθρώπων, τις αιτίες και τις ασθένειες αυτών, τον κάνει να δογματίζη και να εναντιούται στους λόγους των άλλων, να πονηρεύεται σε όλα τα έργα του, και να ασχολήται με τους τρόπους που καθυβρίζουν τον άνθρωπο. Σ’ αυτήν την γνώση υπάρχει φυσίωση και υπερηφάνεια (σελ. 257).
Βλέπουμε καθαρά ότι αυτή η σωματική γνώση είναι γνώση του συγχρόνου πολιτισμού. Ο άγιος Ισαάκ με ενόραση προφητική παρουσιάζει τις αιτίες και ασχολίες αυτού του σαρκικού ανθρώπου, περιγράφει την αγωνία και το άγχος του, ακόμη παρουσιάζει τα φρικτά αποτελέσματα αυτής της σαρκικής γνώσεως. Η διατάραξη των διαπροσωπικών σχέσεων, η έλλειψη της αγάπης, η ισχυρογνωμοσύνη και η πονηρία σε όλες της ενέργειες είναι εκείνα που προσδιορίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο, τον ψυχικά αθεράπευτο, τον μακράν του Θεού ευρισκόμενο.
Η Δευτέρα γνώση, δηλαδή η ψυχική. Όταν ο άνθρωπος εγκαταλείψη την πρώτη, την σωματική και σαρκική γνώση, και στραφή στις επιθυμίες και τους διαλογισμούς της ψυχής, τότε ακολουθούν όλα τα καλά έργα της ψυχικής γνώσεως. Αυτά είναι η νηστεία, η ευχή, η ελεημοσύνη, η ανάγνωση των θείων Γραφών, οι τρόποι της αρετής, η πάλη προς τα πάθη κ.λ.π. (σελ. 258). Όλα αυτά τα έργα τα τελειοί το Πνεύμα το Άγιο. Δεν γίνονται απλώς με την δύναμη του ανθρώπου, αλλά με την συνέργεια του ανθρώπου και της δυνάμεως του Παναγίου Πνεύματος. Υπάρχει διαβάθμιση στην απόκτηση της γνώσεως. Η Δευτέρα γνώση τελειούται «ότε θήσει (ο άνθρωπος) το θεμέλιον της εργασίας αυτής εν τη ησυχία τη εκ των ανθρώπων, και εν τη αναγνώσει των γραφών, και τη ευχή» (σελ. 259). Δηλαδή ο κάτοχος αυτής της ψυχικής γνώσεως διάγει ησυχαστικά, με όλη την σημασία που περιγράψαμε σε προηγούμενο  κεφάλαιο, προσεύχεται αδιάλειπτα προς  τον Θεό, και μελετά την Γραφή μέσα σ’ αυτήν την ιερά ατμόσφαιρα της ησυχίας, με σκοπό να τρέφη την ψυχή του και όχι να μαθαίνη από περιέργεια τους λόγους του Θεού. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι άνθρωποι εκείνοι που θεραπεύονται από τα ψυχικά έλκη και τα τραύματα της ψυχής. Αυτή η θεραπεία προσφέρει μια γνώση, η οποία μπορεί να πη κανείς είναι προστάδιο και προθάλαμος της άλλης εκείνης πνευματικής γνώσεως, που θα προσπορίση η έλευση της Χάριτος του Θεού στην καρδιά του ανθρώπου.
Η Τρίτη γνώση, δηλαδή η πνευματική. Όταν η γνώση του ανθρώπου υψωθή  στα γήϊνα και από την μέριμνα της εργασίας αυτών και αρχίση να βλέπη τους διαλογισμούς «εν τοις κεκαλυμμένοις έσωθεν των οφθαλμών» και καταφρονήση όλα τα πράγματα «εξ ων η σκολιότης των παθών γίνεται» και υψώση τον εαυτόν της άνω στην μέριμνα του μέλλοντος αιώνος, στις επιθυμίες των επηγγελμένων αγαθών και στην εξέταση των κρυπτών μυστηρίων, «τότε αύτη η πίστις καταπίνει ταύτην την γνώσιν, και στρέφεται, και τίκτει αυτήν εξ αρχής, (ως γένεσθαι αυτήν εξ αρχής), ως γενέσθαι αυτήν όλην εξ όλου πνεύμα» (σελ. 259).
Τότε μπορεί να πετάξη στους τόπους των ασωμάτων αγγέλων και γνωρίζει τα μυστήρια τα πνευματικά, τις κυβερνήσεις των νοητών και αισθητών, δηλαδή γνωρίζει τους λόγους των όντων, τότε ξυπνούν οι εσωτερικές αισθήσεις και δέχεται η ψυχή την ανάσταση που διαβεβαιοί την ανάσταση την μελλοντική των ανθρώπων. Γράφει χαρακτηριστικά ο άγιος Ισαάκ, ο οποίος απέκτησε αυτήν την πνευματική γνώση, που είναι η βίωση της πίστεως: «Τότε δύναται πετασθήναι εν ταις χώραις των ασωμάτων πτέρυξι και άψασθαι του βάθους της θαλάσσης της αναφούς, διανοούσα τας θείας και θαυμαστάς κυβερνήσεις, τας εν ταις φύσεσι των νοητών και αισθητών, και εξετάζει τα μυστήρια τα πνευματικά, τα εν διανοία απλή και λεπτή καταλαμβανόμενα. Τότε αι αισθήσεις αι έσω εξυπνίζονται εις εργασίαν του πνεύματος, κατά την τάξιν την γινομένην εν εκείνη τη διαγωγή της αθανασίας και της αφθαρσίας. Διότι την ανάστασιν την νοητήν, ως εν μυστηρίω, εκ των ώδε εδέξατο, προς μαρτυρίαν αληθινήν της ανακαινίσεως των πάντων» (σελ. 259-260).
Αυτήν την γνώση απέκτησαν όλοι οι άγιοι του Θεού, όπως ο Μωϋσής, ο Δαβίδ, ο Ησαΐας, ο Απόστολος Πέτρος, ο Απόστολος Παύλος και όλοι οι άγιοι που αξιώθηκαν αυτής της τελείας γνώσεως, «κατά το μέτρον της ανθρωπίνης φύσεως» (σελ. 257). Η γνώση αυτή στην πραγματικότητα είναι γνώση που προέρχεται από την θεωρία του Θεού και του ακτίστου Φωτός, από τις θείες αποκαλύψεις, όπως λέγει ο άγιος Ισαάκ, «εκ των παρηλλαγμένων θεωριών, και των αποκαλύψεων των θείων, και εκ της θεωρίας της υψηλής των πνευματικών, και εκ των αρρήτων μυστηρίων...» (σελ. 257). Τότε η γνώση καταπίνεται από αυτές τις θεωρίες και ο άνθρωπος αισθάνεται τον εαυτό του γη και σποδόν (σελ. 257), αποκτά την μακαρία κατάσταση της ταπεινοφροσύνης και της απλότητος. Έτσι η πνευματική γνώση, δηλαδή η γνώση του Θεού, είναι καρπός θεωρίας του Θεού, που απολαμβάνει εκείνος ο άνθρωπος που προοδευτικά ανήλθε από την σαρκική γνώση στην ψυχική και από την ψυχική στην πνευματική γνώση.
Συνοπτικά μπορεί κανείς να πη ότι η πρώτη γνώση ψυχραίνει την ψυχή, «εκ των έργων του δρόμου οπίσω του Θεού». Η δευτέρα γνώση θερμαίνει την ψυχή στον ταχύ δρόμο «τοις εν τω βαθμώ της  πίστεως». Η τρίτη γνώση είναι ανάπαυση, «όπερ εστί τύπος του μέλλοντος, εν τη αδολεσχία μόνη της διανοίας τρυφώσα εν τοις μυστηρίοις των μελλόντων» (σελ. 260).
Αυτή η ανάπτυξη της διδασκαλίας του αγίου Ισαάκ έχει μεγάλη σημασία για το θέμα το οποίο αναπτύσσουμε για τον εξής λόγο. Στην αρχή του βιβλίου αναφέραμε ότι οι άνθρωποι μέσα στην Εκκλησία δεν χωρίζονται σε καλούς και κακούς ή ηθικούς και ανηθίκους, με κριτήρια μιας ανθρωπίνης ηθικής, αλλά σε ψυχικά αρρώστους, σε θεραπευομένους και θεραπευθέντας. Ακριβώς αυτές οι τρεις κατηγορίες αντιστοιχούν στις τρεις γνώσεις. Οι ψυχικά άρρωστοι είναι άνθρωποι της σαρκικής, κοσμικής γνώσεως, οι θεραπευόμενοι είναι εκείνοι που αποκτούν, σε διαφόρους βαθμούς, την ψυχική σοφία και γνώση, και οι θεραπευθέντες, που είναι οι άγιοι του Θεού, είναι εκείνοι που κατέχουν την πνευματική γνώση, την αληθινή γνώση του Θεού. Οι περισσότεροι άνθρωποι της εποχής μας, που είναι ψυχικά άρρωστοι, αφού αγνοούν τελείως τι είναι νους και καρδία, βρίσκονται στην πρώτη γνώση, την λεγομένη σωματική, σαρκική. Άλλοι ανήκουν στην δευτέρα γνώση, αφού αγωνίζονται, με όλη την ασκητική μέθοδο που διαθέτει η Ορθόδοξη Εκκλησία, να θεραπευθούν, και οι άγιοι, που και σήμερα υπάρχουν, ανήκουν στην τρίτη γνώση, αφού θεραπεύθηκαν από τις ασθένειες και έτσι απέκτησαν την γνώση του Θεού.

ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ: Η ωφέλεια από τα μνημόσyna

ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ: Η ωφέλεια από τα μνημόσυνα
Όσοι αμελούν τα μνημόσυνα των αγαπημένων τους προσώπων, τα στερούν από τη μοναδική βοήθεια που μπορούν να τους δώσουν! Το παρακάτω κείμενο του Οσίου Ιωάννη του Δαμασκηνού, παρμένο από βιβλιάριο της Ι. Μ. Παρακλήτου, είναι διαφωτιστικό για το ζήτημα αυτό.
Πρόλογος
Σύμφωνα με ομόφωνη αγιοπατερική μαρτυρία την οποία επιβεβαιώνει αδιάκοπη εκκλησιαστική παράδοση αιώνων, οι ειδικές ευχές για τους νεκρούς θεσπίστηκαν από τους αγίους αποστόλους. H θέσπιση αυτή έχει δύο βασικά δογματικά  θεμέλια: α) την έννοια της Εκκλησίας ως κοινωνίας αγίων, που αποτελείται όχι μόνο από τους ζωντανούς αλλά και τους «κεκοιμημένους» χριστιανούς και β) την πίστη στη μεταθανάτια ζωή, την ανάσταση και την τελική κρίση.
Επιπλέoν, η διδασκαλία και η διαχρονική πράξη της Εκκλησίας, μας προτρέπουν να εκδηλώνουμε  τη μέριμνα μας για την ανάπαυση μιας ψυχής όχι μόνο με προσευχές, αλλά και με έργα αγάπης. Έτσι, οι Αποστολικές Διαταγές παραγγέλνουν να προσφέρονται στους φτωχούς ορισμένα από τα υπάρχοντα του νεκρού στη μνήμη του.  Και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, συμβουλεύει να κάνουμε τέτοιες αγαθοεργίες, «ώστε, αν μεν ο νεκρός είναι αμαρτωλός, ν’ απαλλαγεί από τις αμαρτίες του· και αν είναι δίκαιος, να λάβει μεγαλύτερο μισθό και ανταπόδοση». Οι προσευχές, από το άλλο μέρος, για  τους νεκρούς περιλαμβάνουν τόσο την μνημόνευση των ονομάτων τους στις θείες λειτουργίες, όσο και την τέλεση ειδικών ακολουθιών, των μνημοσύνων.
Ήδη στις Αποστολικές Διδαχές βρίσκεται η διάκριση των μνημοσύνων σε «τρίτα», «ένατα», «τεσσαρακοστά» και ενιαύσια» (ετήσια), ανάλογα με το χρόνο τελέσεως τους από την ημέρα του θανάτου.
Πολλοί συμβολισμοί των επιμέρους μνημοσύνων αναφέρονται από τους πατέρες. Οι κυριότεροι είναι οι εξής: Τα «τρίτα» συμβολίζουν την ανάσταση του Κυρίου μετά την τριήμερη παραμονή Του στον τάφο και τελούνται με την ευχή ν’ αναστηθεί και ο νεκρός στην ουράνια βασιλεία.  Τα «ένατα» τελούνται για τα εννέα τάγματα των άυλων αγγέλων, με την ευχή να βρεθεί κοντά τους η άυλη ψυχή του νεκρού. Τα «τεσσαρακοστά» τελούνται για την ανάληψη του Κυρίου, που έγινε σαράντα μέρες μετά την ανάστασή Του. Με την ευχή να ν’ «αναληφθεί» και ο νεκρός, να συναντήσει το Χριστό στους ουρανούς και να ζήσει για πάντα μαζί Του. Τα «ενιαύσια» (ετήσια), τέλος, τελούνται την επέτειο ημέρα του θανάτου, σε ανάμνηση των γενεθλίων του νεκρού, καθώς, για τους πιστούς χριστιανούς, ημέρα της αληθινής γεννήσεως είναι η ημέρα του σωματικού θανάτου και της μεταστάσεως στην αιώνια ζωή. Μνημόσυνα, αντίστοιχα με τα παραπάνω, τελούνται τον τρίτο, έκτο και ένατο μήνα από την ημέρα του θανάτου («τρίμηνα», «εξάμηνα», «εννεάμηνα»).
Τη μεγαλύτερη ωφέλεια, πάντως, στους νεκρούς την προξενεί η τέλεση της θείας ευχαριστίας στη μνήμη τους, γιατί τότε, με τις μερίδες τους στο άγιο δισκάριο, «ενώνονται αόρατα με το Θεό και επικοινωνούν μαζί Του και παρηγορούνται και σώζονται και ευφραίνονται εν Χριστώ» (άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης).
Εκτός από τα ειδικά για κάθε νεκρό μνημόσυνα, η Εκκλησία έχει στις καθημερινές ακολουθίες της, γενικές δεήσεις για τους «κεκοιμημένους», όπως είναι λ.χ. το νεκρώσιμο μέρος του μεσονυκτικού και οι σχετικές αναφορές στις εκτενείς του εσπερινού, του όρθρου και της θείας λειτουργίας. Έχει, επίσης, καθιερώσει και ειδικές ημέρες μνημοσύνων. Τα Σάββατα σχεδόν όλου του εκκλησιαστικού έτους, και ιδιαίτερα τα προηγούμενα των Κυριακών της Απόκρεω και της Πεντηκοστής (Ψυχοσάββατα), είναι αφιερωμένα στη μνήμη των νεκρών.
Πρέπει, τέλος, να σημειωθεί, αν και αυτονόητο, ότι η Εκκλησία τελεί μνημόσυνα μόνο για του χριστιανούς που κοιμήθηκαν μέσα στους κόλπους της.
Όσα συνοπτικά αναφέρθηκαν πιο πάνω για τα μνημόσυνα και, γενικότερα, την κοινωνία των ζωντανών με τα «κεκοιμημένα» μέλη της Εκκλησίας, δηλαδή όλων των μελών του θεανθρώπινου σώματος του Χριστού, είναι αφενός ενημερωτικά για τον «αμύητο» αναγνώστη και αφετέρου προοιμιακά της πραγματείας του οσίου Ιωάννου του Δαμασκηνού «Περί των εν πίστει κεκοιμημένων», αποσπάσματα της οποίας ακολουθούν σε ελεύθερη νεοελληνική απόδοση.
Μ’ αυτό το έργο του ο μεγάλος άγιος και θεολόγος του 8ου αιώνα συνοψίζει τη διδασκαλία της Εκκλησία μας για τα μνημόσυνα και, χρησιμοποιώντας πλήθος πατερικών μαρτυριών, απαντά σε πολλά ερωτήματα, που σχετίζονται με την ιστορική προέλευση, τη σημασία και τη σκοπιμότητά τους.
1). Και οι Ιουδαίοι πρόσφεραν θυσίες για την εξάλειψη των αμαρτιών «των μετ’ ευσεβείας κοιμωμένων» (Β΄ Μακ.12:45)
2) Σχετικός είναι και ο θεολογικός συμβολισμός των κολλύβων που προστίθενται σε κάθε μνημόσυνο. Το σιτάρι συμβολίζει την ταφή, την ανάσταση και την πέρα από τον τάφο  ζωή του ανθρώπου, καθώς, πέφτοντας στη γη, σαπίζει  και «πεθαίνει». Απ’ αυτόν το «θάνατό» του όμως βλασταίνει μια νέα ζωή.
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ


Η ωφέλεια από τα μνημόσυνα
Ο διάβολος, ο άδειος από καθετί καλό και θεάρεστο, με πρόσχημα αλλόκοτο και παράδοξο και ολότελα άθεσμο, έπεσε πάνω σε κάποιους και τους φύτεψε την ιδέα ότι τάχα δεν ωφελούν σε τίποτα τους νεκρούς όλες οι θεάρεστες πράξεις, που γίνονται για τις ψυχές. Γιατί λένε, χρησιμοποιώντας αγιογραφικά χωρία για να στηρίξουν την άποψή τους, «Ο καθένας θα πάρει την αμοιβή του ανάλογα με τα όσα καλά ή κακά έπραξε σ’ αυτή τη ζωή» (Β΄ Κορ.5:10) και «Στον άδη ποιος θα μετανοήσει ενώποιόν Σου;» (πρβλ.Ψαλμ.6:6) και «Εσύ, Κύριε, θα αμείψεις ή θα τιμωρήσεις τον καθένα ανάλογα με τα έργα του» (Ψαλμ.61:13) και «ό,τι έσπειρε ο καθένας, αυτό και θα θερίσει». (πρβλ.Γαλ.6:7).
Αλλά, σοφοί μου, θα λέγαμε σ’ αυτούς, ερευνήστε και μάθετε, ότι όσο μεγάλος κι αν είναι ο φόβος που μας εμπνέει ο Θεός, ο Κύριος των όλων, πολύ πιο μεγάλη είναι η αγαθότητά Του. Και οι απειλές Του είναι, βέβαια φοβερές, μα και η φιλανθρωπία Του αφάνταστα μεγάλη. Και οι καταδίκες Του είναι φρικτές, μα και η ευσπλαχνία Του πέλαγος απέραντο.
Προσέξτε τι λέει η Αγία Γραφή:
Όταν στη Σιών, την πόλη του μεγάλου βασιλιά, ο Ιούδας ο Μακκαβαίος είδε το λαό του θανατωμένο από τους εχθρούς, έψαξε και βρήκε μέσα στους κόρφους τους μικρά είδωλα. Αμέσως, με κάθε ευλάβεια και αγάπη, πρόσφερε για τον καθένα τους εξιλαστήρια θυσία στον σπλαχνικό Κύριο. Γι’ αυτό και στη Γραφή θαυμάζεται για την πράξη του εκείνη, καθώς και για όλες τις άλλες (βλ. Β΄ Μακκ. 12:38-45).
Οι μαθητές του Σωτήρα μας, πάλι, οι μύστες και αυτόπτες του Λόγου, οι θείοι απόστολοι, που σαγήνεψαν τον κόσμο, θέσπισαν να γίνεται μνημόνευση των πιστών νεκρών κατά την τέλεση των αχράντων και ζωοποιών μυστηρίων. Από τότε μέχρι τώρα η αποστολική και καθολική Εκκλησία του Χριστού, σ’ όλα τα μέρη της γης, κρατάει σταθερά και αναντίρρητα αυτή την παράδοση, και θα την κρατάει ως τη συντέλεια του κόσμου.
Αυτό, οπωσδήποτε, δεν το θέσπισαν ούτε αλόγιστα ούτε άσκοπα ούτε τυχαία. Γιατί τίποτε ανώφελο δεν έχει παραλάβει η αλάθητη χριστιανική θρησκεία και τίποτε άχρηστο δεν έχει διατηρήσει σταθερά τόσους αιώνες. Όλα όσα έχει παραλάβει και διατηρήσει είναι και χρήσιμα και θεάρεστα και πολύ ωφέλιμα και πολύ σωτήρια.
Ας δούμε, όμως, τι έχουν πει γι’ αυτό το θέμα οι παλαιότεροι άγιοι πατέρες.
Ο μεγάλος και βαθύς γνώστης των θείων Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, στο έργο του για την εκκλησιαστική ιεραρχία, γράφει ακριβώς τα εξής: «Οι προσευχές των αγίων και σ’ αυτή  τη ζωή και, πολύ περισσότερο, μετά το θάνατο, επιδρούν σ’ εκείνους που είναι άξιοι ιερών ευχών, δηλαδή στους πιστούς». Και πάλι: «Ο πανάγαθος Θεός ζητάει να συγχωρήσει  όλα  τα πταίσματα, που οφείλονται στην ανθρώπινη αδυναμία, και να τους τοποθετήσει στη χώρα των ζωντανών, στους κόλπους του Αβραάμ και του Ισαάκ και του Ιακώβ, απ’ όπου έχουν φυγαδευθεί ο πόνος, η λύπη και ο στεναγμός, παραβλέποντας με την αγαθότητα της θεαρχικής Του δυνάμεως τις αμαρτίες που έκανε ο νεκρός από ανθρώπινη αδυναμία, αφού, όπως λέει η Γραφή, κανένας δεν είναι καθαρός από αμαρτία.
Βλέπεις εσύ που αντιλέγεις, πώς βεβαιώνει ότι είναι ωφέλιμες οι δεήσεις γι’ αυτούς που πέθαναν με την ελπίδα τους στον Θεό;
Ο επώνυμος της θεολογίας, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, λέει για τη μητέρα του στον επιτάφιο λόγο του αδερφού του Καισαρίου: «Ακούστηκε κήρυγμα αξιοπρόσεκτο και ο πόνος της μητέρας γίνεται πιο ελαφρός με την καλή και θεάρεστη υπόσχεση, ότι θα τα δώσει όλα για χάρη του παιδιού, θα δώσει τον πλούτο του ως επιτάφιο δώρο γι’ αυτό». Και πιο κάτω: «Όσα, λοιπόν, εξαρτώνται από μας, είναι αυτά. Και άλλα τα κάναμε ήδη, αλλά θα τα κάνουμε στο μέλλον, προσφέροντας τις ετήσιες τιμές και τα μνημόσυνα, αν φυσικά μείνουμε στη ζωή».
Βλέπεις πώς βεβαιώνει και χαρακτηρίζει καλές και θεάρεστες τις προσφορές που γίνονται για όσους πέθαναν, και επιτρέπει τα ετήσια μνημόσυνα;
Μετά απ’ αυτόν, ο χρυσώνυμος και πραγματικά Χρυσόστομος Ιωάννης, στη θεοφώτιστη ερμηνεία του στο κατά Ιωάννη ευαγγέλιο, λέει: «Αν οι ειδωλολάτρες καίνε μαζί με τους νεκρούς και τα πράγματα  που τους ανήκουν, πόσο μάλλον εσύ, ο πιστός, πρέπει να συνοδέψεις μαζί με τον πιστό και τα πράγματα του, όχι για την στάχτη, όπως εκείνα των ειδωλολατρών, αλλά για να του εξασφαλίσεις μεγαλύτερη δόξα: Αν δηλαδή ο νεκρός είναι αμαρτωλός, για ν’ απαλλαγεί από τις αμαρτίες του· αν πάλι είναι δίκαιος για ν’ αυξηθούν ο μισθός και η ανταμοιβή του». Και στην ερμηνεία του στην προς Φιλιππησίους επιστολή γράφει: «Ας σοφιστούμε κάποιαν ωφέλεια γι’ αυτούς που έφυγαν. Ας τους προσφέρουμε κάθε δυνατή βοήθεια. Μιλάω για τις ελεημοσύνες και τις προσφορές, αυτές που πραγματικά τους εξασφαλίζουν πολλή ανακούφιση, μεγάλη απολαβή και ωφέλεια. Γιατί αυτά που νομοθετήθηκαν ούτε παραδοθήκαν έτσι άσκοπα και τυχαία στην Εκκλησία του Θεού από τους σοφούς μαθητές Του. Και δεν θα μας άφηναν εκείνη την παράδοση  να κάνει ευχή ο ιερέας, κατά την τέλεση των φρικτών μυστηρίων, για τους πιστούς που κοιμήθηκαν, αν δεν γνώριζαν ότι θα είχαν απ’ αυτό πολύ κέρδος και μεγάλη ωφέλεια.
Ο σοφός Γρηγόριος ο Νύσσης, πάλι γράφει:  «Τίποτα δεν παραδόθηκε ασυλλόγιστα και ανώφελα από τους μαθητές και κήρυκες του Χριστού, μα και τίποτα δεν διατηρήθηκε ασυλλόγιστα και ανώφελα σ’ ολόκληρη την Εκκλησία του Θεού. Το να μνημονεύουμε κατά τη θεία κι ολόλαμπρη μυσταγωγία εκείνους που κοιμήθηκαν ορθόδοξοι, είναι οπωσδήποτε ωφέλιμο και θεάρεστο».
Γιατί τα λόγια, «Εσύ, Κύριε, θ’ αμείψεις ή θα τιμωρήσεις τον καθένα ανάλογα με τα έργα του» (Ψαλμ. 61:13) και  «Ο καθένας θα θερίσει αυτό που έσπειρε» (πρβλ. Γάλ.6:7) και τα άλλα παρόμοια, έχουν λεχθεί οπωσδήποτε για τη Δευτέρα παρουσία του Κυρίου, τη φοβερή κρίση και τη συντέλεια του κόσμου. Τότε, βέβαια, δεν θα υπάρχει δυνατότητα βοήθειας. Τότε κάθε ικεσία θα είναι ανώφελη. Γιατί, όταν τελειώσει το παζάρι, δεν υπάρχει πια εμπόρευμα διαπραγματεύσιμο. Πραγματικά, πού θα είναι τότε οι φτωχοί; Πού θα είναι οι ιερείς για την τέλεση της λατρείας; Πού οι ψαλμωδίες; Πού οι ευεργεσίες; Πού οι αγαθοεργίες;
Γι’ αυτό, πριν έρθει εκείνη η ώρα, ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον και ας προσφέρουμε στον φιλάνθρωπο Θεό τα έργα της αγάπης μας στους αδερφούς. Γιατί δέχεται με ευχαρίστηση τις προσφορές μας για χάρη όσων δεν πρόλαβαν και έφυγαν, θα λέγαμε, απροετοίμαστοι. Τις δέχεται και τις λογαριάζει σαν πράξεις και προσφορές εκείνων. Έτσι θέλει ο φιλάνθρωπος Κύριος, να Του ζητάνε τα πλάσματά Του και να τους δίνει όσα είναι για τη σωτηρία τους. Και μάλιστα λυγίζει ολοκληρωτικά, όταν κάποιος δεν αγωνίζεται μόνο για την δική του ψυχή, αλλά ενδιαφέρεται και για την ψυχή του πλησίον του. Στην περίπτωση αυτή ο άνθρωπος γίνεται μιμητής του  Θεού και τις δωρεές των άλλων τις ζητάει σαν δικές του χάρες. Έτσι εκπληρώνει την προϋπόθεση της τέλειας αγάπης, εξασφαλίζει τον μακαρισμό («μακάριοι είναι όσοι δείχνουν έλεος στους άλλους, γιατί σ’ αυτούς θα δείξει ο Θεός το έλεος Του», Ματθ.5: 7) και, μαζί με την ψυχή του πλησίον, ευεργετεί πάρα πολύ και τη δική του ψυχή.
Ας περάσουμε τώρα απ’ αυτά σε άλλα παρόμοια και ισοδύναμα. Ο Παλλάδιος, στη Λαυσαϊκή Ιστορία του, αναφέρει με ακρίβεια τα θαύματα του μεγάλου Μακαρίου. Εκεί γράφει πως ο όσιος Μακάριος, ρωτώντας κάποτε το κρανίο ενός νεκρού έμαθε όλα τα σχετικά μ’ αυτούς που έχουν πεθάνει. Και στο τέλος τον ρώτησε: ‘‘Δεν βρίσκετε, λοιπόν, καμιά παρηγοριά;’’ Αυτή την ερώτηση την έκανε, γιατί συνήθιζε να προσεύχεται για τους νεκρούς και ήθελε να ξέρει αν πραγματικά τους ωφελούσε. Τότε ο φιλάνθρωπος Κύριος θέλησε ν’ αποκαλύψει την αλήθεια στο πιστό υπηρέτη Του. Τον πληροφόρησε, λοιπόν, μέσω του κρανίου: ‘‘Όταν προσφέρεις τις δεήσεις για τους νεκρούς, αισθανόμαστε μια μικρή ανακούφιση’’.
Κάποιος άλλος, πάλι, από τους οσίους πατέρες  είχε έναν μαθητή που ζούσε απρόσεκτα. Έτσι, μέσα στη ραθυμία, έφτασε στο τέλος της ζωής του. Ο πολυεύσπλαχνος και φιλάνθρωπος Κύριος φανέρωσε στο γέροντα, που τον παρακάλεσε με δάκρυα, ότι θα ρίξει τον μαθητή του στην φωτιά μέχρι το λαιμό, όπως τον πλούσιο της παραβολής του Λαζάρου (Λουκ. 16:23-24). Όταν ο όσιος γέροντας άρχισε να κτυπιέται και να ικετεύει κλαίγοντας το Θεό, Εκείνος του αποκάλυψε ότι θα τον βάλει στη φωτιά μόνο μέχρι τη ζώνη. Μα όταν και πάλι ο γέροντας Τον παρακάλεσε με μεγάλη επιμονή, ο Θεός του έδειξε σε όραμα ότι λύτρωσε τελείως το μαθητή  του από τη φωτιά της κολάσεως.
Αλλά ποιος θα μπορούσε να διηγηθεί με τη σειρά όλες τις μαρτυρίες, που βρίσκονται σκόρπιες μέσα στους βίους των αγίων, στα μαρτυρολόγια και στις ιερές αποκαλύψεις, απ’ όπου ολοφάνερα αποδεικνύεται ότι οι προσευχές, οι λειτουργίες και οι ελεημοσύνες για τους νεκρούς ωφελούν πολύ τις ψυχές τους; Γιατί, απ’ όσα δανείστηκαν στο Θεό, τίποτα δεν πάει χαμένο. Όλα τα ανταποδίδει ο Κύριος με το παραπάνω.
Όσο για το λόγο του προφήτη,  «Στον άδη ποιος θα μετανοήσει ενώπιον Σου;» (πρβ. Ψαλμ. 6:6), είπαμε ήδη πως οι απειλές του παντοκράτορα Θεού είναι, βέβαια, φοβερές, αλλά τελικά τις εξουδετερώνει η ανυπολόγιστη φιλανθρωπία Του. Άλλωστε, και μετά απ’ αυτόν τον λόγο του προφήτη, έγινε οπωσδήποτε μετάνοια στον άδη. Εννοώ τη μετάνοια εκείνων που πίστεψαν εκεί, όταν κετέβηκε ο Κύριος για να τους σώσει. Αλλά και στον άδη δεν τους έσωσε όλους ο Ζωοδότης. Έσωσε μόνο όσους τον πίστεψαν. Αυτό δεν σημαίνει ότι καταργείται η προφητεία. Όχι, ποτέ. Απλά αποδεικνύεται ότι ο πανάγαθος Κύριος νικιέται από την αγάπη Του στον άνθρωπο. Το ίδιο και με τον προφητικό λόγο του Ιωνά, «Η Νινευΐ θα καταστραφεί» (Ιων.3:4). Και όμως δεν καταστράφηκε, γιατί η αγαθότητα του Θεού  νίκησε τη δικαιοσύνη Του. Και στον Εζεκία είπε με το στόμα του προφήτη Ησαΐα: «Τακτοποίησε τις υποθέσεις  του σπιτιού σου, γιατί θα πεθάνεις. (Δ΄ Βασ. 20:1). Και όμως δεν πέθανε. Στον Αχαάβ, πάλι, έστειλε τον προφήτη Ηλία για να τον προειδοποιήσει: «θα σου στείλω συμφορές» (Γ΄ Βασ. 20:21). Και δεν του έστειλε. Γιατί; Το εξήγησε στον προφήτη. Είδες πως μετανόησε ο Αχαάβ; Γι’ αυτό δεν θα του στείλω συμφορές όσο ζει» (Γ΄ Βασ. 20:29). Πάλι, δηλαδή, η αγαθότητα Του νίκησε την απόφαση του, όπως έγινε και σε πάρα πολλές άλλες περιπτώσεις και όπως θα γίνεται μέχρι τη συντέλεια του κόσμου, τότε που θα τελειώσει το πανηγύρι, τότε που δεν θα είναι πια καιρός για βοήθεια αλλά κάθε άνθρωπος θα βρεθεί μόνος με το φορτίο του. Ενώ τώρα είναι ακόμα καιρός, καιρός για φροντίδα, καιρός για συναλλαγή, καιρός για κόπο και τρεχάματα και αγώνα. Και μακάριος είναι εκείνος που δεν απόκαμε, ούτε έχασε την ελπίδα του. Μα πιο μακάριος είναι εκείνος που αγωνίστηκε και για τον εαυτό του και για τον πλησίον του.
Γιατί αυτό, το να τρέχει δηλαδή ο καθένας σε βοήθεια του πλησίον, ευχαριστεί περισσότερο τον φιλεύσπλαχνο Κύριο. Αυτό θέλει και επιθυμεί, να ευεργετούμε ο ένας τον άλλο και στην παρούσα ζωή και μετά το θάνατο. Αν δεν έβλεπε σωστό κάτι τέτοιο, δεν θα μας έδινε το δικαίωμα να μνημονεύουμε τους νεκρούς στη θεία λειτουργία, καθώς και να τους κάνουμε μνημόσυνα  στις τρεις ημέρες, στις εννέα, στις σαράντα και στο χρόνο, όπως χωρίς καμιάν αντίρρηση τα τηρεί ο ευσεβέστατος λαός της. Αν, δηλαδή, αυτά ήταν μια κοροϊδία δίχως κέρδος και ωφέλεια, οπωσδήποτε σε κάποιον από τους πολλούς προγενέστερους θεοφόρους αγίους, πατριάρχες, πατέρες και διδασκάλους θα ερχόταν η φώτιση να σταματήσει την πλάνη. Κανένας τους, όμως, δεν δοκίμασε ποτέ να καταργήσει τα μνημόσυνα. Απεναντίας, μάλιστα, όλοι τα επικύρωσαν, κι έτσι καθημερινά η πρακτική αυτή όχι μόνο απλώνεται και ριζώνει, αλλά δέχεται και αλλεπάλληλες προσθήκες.
Ας δούμε, όμως τι λέει και ο Μέγας Αθανάσιος στον ωραιότατο λόγο του για τους κοιμηθέντες: «Κι αν ακόμα ο νεκρός τελείωσε τη ζωή του με ευσέβεια και τοποθετήθηκε στο ουρανό, μην αρνείσαι να προσφέρεις λάδι  και ν’ ανάβεις κεριά στον τάφο του, ζητώντας το έλεος του Χριστού. Γιατί αυτά είναι ευπρόσδεκτα από το Θεό και φέρνουν πλούσια την  ανταπόδοση Του, αφού το λάδι και το κερί είναι θυσία, η θεία λειτουργία είναι εξιλέωση, και η αγαθοεργία στους φτωχούς φέρνει κάθε αγαθή ανταπόδοση προσαυξημένη. Ο σκοπός, λοιπόν, εκείνου που κάνει την προσφορά για τον νεκρό, είναι ίδιος μ’ εκείνου που έχει ένα παιδί άλαλο, αδύναμο και άρρωστο, και για χάρη του προσφέρει  με πίστη  στον ιερό ναό, ως θυσία, κεριά, λιβάνι και λάδι. Αυτά, λοιπόν, δεν είναι σαν να τα κρατάει και να τα προσφέρει το ίδιο το παιδί; Κάτι ανάλογο δεν γίνεται και στο μυστήριο του θείου βαπτίσματος, οπότε ο ανάδοχος ‘‘αποτάσσεται τω σατανά’’ και ‘‘συντάσσεται τω Χριστώ’’ για λογαριασμό του νηπίου που βαπτίζεται; Όμοια πρέπει να κατανοούμε και την περίπτωση εκείνου που πέθανε πιστός στον Κύριο, ότι δηλαδή ο ίδιος κρατάει και προσφέρει τα κεριά, το λάδι και όλα όσα εμείς προσφέρουμε για την λύτρωση του. Έτσι, με τη χάρη του Θεού, η επιδίωξη, που συνοδεύεται από την πίστη, δεν θα ματαιωθεί. Γιατί οι θεολόγοι απόστολοι και οι μυσταγωγοί και οι πνευματοφόροι πατέρες, αφού πρώτα ενώθηκαν με το Θεό και έγιναν μέτοχοι της εκστατικής δυνάμεως Του, θέσπισαν θεάρεστα τις λειτουργίες, τις προσευχές και τις ψαλμωδίες, που γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη των νεκρών».
Έρχεται, όμως, ένας αντίθετος και λέει: ‘‘Αν είναι έτσι, όλοι  θα σωθούν και κανένας δεν θα κολαστεί’’.
Σωστά. Και μακάρι να γίνει κάτι τέτοιο. Είναι αυτό που ποθεί και θέλει  και επιδιώκει ο πανάγαθος Κύριος, είναι αυτό που Του δίνει χαρά και ευφροσύνη, το να μη στερηθεί κανείς τις θείες δωρεές Του. Μήπως τα βραβεία και τα στεφάνια τα ετοίμασε για τους αγγέλους; Μήπως ήρθε στη γη και σαρκώθηκε από την Παρθένο και έγινε άνθρωπος και έπαθε και πέθανε για να σώσει τις ουράνιες δυνάμεις; Μήπως στους αγγέλους θα πει, «Ελάτε, οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί» (Ματθ. 25:34); Δεν  μπορείς εσύ, ο αντιρρησίας, να ισχυριστείς ότι θα γίνει αυτό. Αφού όλα για τον άνθρωπο τα υπέφερε ο Χριστός, όλα για τον άνθρωπο και τα ετοίμασε.  Ποιος άλλωστε, καλώντας τους φίλους του σε πλούσιο γεύμα, δεν θέλει να έρθουν όλοι και να χορτάσουν απ’ τα καλά του; Για ποιο σκοπό, δηλαδή, ετοίμασε το φαγοπότι, αν όχι για να περιποιηθεί τους φίλους του; Αν, λοιπόν, αυτό θέλουμε εμείς, δεν θα το θέλει πολύ περισσότερο ο μεγαλόδωρος Θεός, που από τη φύση Του είναι πανάγαθος και φιλάνθρωπος και που, μοιράζοντας και δίνοντας δώρα, χαίρεται και αγάλλεται περισσότερο απ’ όσο εκείνος που τα παίρνει;
Κάθε άνθρωπος που απέκτησε μικρή ζύμη αρετών και, μολονότι ήθελε, δεν πρόφτασε να την κάνει ψωμί από ραθυμία ή αμέλεια ή αναβλητικότητα, κι έτσι μια μέρα, χωρίς να το περιμένει, τον θέρισε ο θάνατος, αυτός δεν θα λησμονηθεί από τον δίκαιο Κριτή. Ο Κύριος θα συγκινήσει τις ψυχές των οικείων του, για να τον βοηθήσουν, αναπληρώνοντας τα υστερήματα του νεκρού.
Απεναντίας, όποιος έζησε ζωή αμαρτωλή, όποιος δεν πορεύθηκε ποτέ σύμφωνα με τη συνείδηση του, αλλά κυλιόταν άφοβα και αδιάντροπα στις δυσωδίες των ηδονών, ικανοποιώντας όλες τις ορέξεις της σάρκας και αδιαφορώντας ολότελα για την ψυχή του, όταν θα φύγει απ’ αυτή την ζωή, από κανέναν δεν θα βοηθηθεί. Ο Θεός, επειδή δεν τον λογαριάζει για δικό Του, θα οικονομήσει να τον ξεχάσουν και η γυναίκα του και τα παιδιά του και τ’ αδέλφια του και οι φίλοι του.
Εμένα, λοιπόν, όποιος είναι φίλος μου, εύχομαι να με βοηθήσει, αν είναι δυνατόν, ώστε να μην αφήσω πίσω μου κανένα υστέρημα. Αν, όμως, φτάσω στο τέλος της ζωής μου χωρίς να είμαι απόλυτα έτοιμος, παρακαλώ τον πολυέλαιο Κύριο να συγκινήσει τους  συγγενείς και τους φίλους μου και να θερμάνει τις καρδιές τους, ώστε, αν ως άνθρωπος αφήσω κάποιο υστέρημα, να με βοηθήσουν ολοπρόθυμα και να το αναπληρώσουν με καλά και θεάρεστα έργα. Έτσι, άλλωστε, διδάσκει και διακηρύσσει ο θεολόγος Χρυσόστομος, που τον ανέφερα  και πιο πάνω. «Αν δεν πρόλαβες», λέει, «να τακτοποιήσεις όλα τα ζητήματα της ψυχής σου όσο ζούσες, τότε, έστω και στα τελευταία σου, άφησε εντολή στους δικούς σου να στείλουν μαζί σου τα υπάρχοντα σου, όταν πεθάνεις, να σε βοηθήσουν δηλαδή με αγαθοεργίες, ελεημοσύνες και προσφορές. Έτσι θα κάνεις το Λυτρωτή να σε αντιμετωπίσει με επιείκεια, γιατί αυτά τα δέχεται με ευχαρίστηση».
Ο ίδιος, πάλι γράφει κάπου αλλού: «Στη διαθήκη σου βάλε συγκληρονόμο, μαζί με τα παιδιά και τους συγγενείς σου, και τον Κύριο. Ας έχει το χαρτί και το όνομα του Κριτή. Ας μην παραλείπει, ακόμα, ν’ αναφέρει και τους φτωχούς. Εγώ γίνομαι εγγυητής τους. Αυτό, βέβαια, δεν πρέπει να το χρησιμοποιήσει κανείς ως πρόφαση, για  να μην κάνει ελεημοσύνες όσο είναι ζωντανός. Και όσο ζει  να κάνει, αλλά και μετά το θάνατο να τις συνεχίζει. Το αντίθετο είναι τελείως παράλογο, βέβηλο και ασύμφωνο με το θέλημα του Θεού. Πολύ καλό και αρεστό και ευπρόσδεκτο απ’ το Θεό είναι το να καθαρίζει κάθε ευσεβής και φιλόχρηστος άνθρωπος τον εαυτό του με όλες τις αγαθοεργίες, να αποφεύγει κάθε αμαρτία και να τηρεί τις φωτεινές εντολές του Θεού, για να μπορέσει, όταν φτάσει στο τέλος της ζωής του, να πει θαρρετά στον Κύριο: ‘‘Έτοιμη είναι η καρδιά μου, Θεέ μου, έτοιμη είναι η καρδιά μου’’ (Ψαλ. 107:2). Και έτσι με χαρά να υποδεχτεί τους αγγέλους, που θα κατέβουν για να τον παραλάβουν».
Αυτό βέβαια, το κάνουν λίγοι και σε λίγες περιπτώσεις, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, «αυτοί που θα σωθούν θα είναι λίγοι» (πρβλ. Λουκ. 13:23), λόγο που είπε ο Πάνσοφος με κάποια λύπη. Γνωρίζοντας, λοιπόν, ότι είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν άνθρωποι σ’ αυτή την πρώτη κατηγορία των σωζομένων, πάμε αναγκαστικά στη δεύτερη κατηγορία, σύμφωνα με τη διδασκαλία των αποστόλων και των πατέρων. Έτσι, με την αγαθότητα του Θεού, και οι νεκροί ωφελούνται και η φιλανθρωπία αυξάνει και η ελπίδα της αναστάσεως επιβεβαιώνεται και η προσευχή στο Θεό δυναμώνει και το εκκλησίασμα των ιερών ναών πυκνώνει και η αγαθοεργία στους φτωχούς απλώνεται.
Οι θεοφώτιστοι άνθρωποι λένε, πως οι πράξεις των ανθρώπων, στην ύστατη πνοή τους, δοκιμάζονται σαν σε ζυγαριά. Και αν η δεξιά πλάστιγγα είναι πιο πάνω από την αριστερή, είναι ολοφάνερο πως ο ετοιμοθάνατος θα παραδώσει την ψυχή του στους αγίους αγγέλους. Αν πάλι και οι δύο πλάστιγγες είναι ίσες, νικάει οπωσδήποτε η φιλανθρωπία του Θεού. Μα κι αν ακόμα η ζυγαριά γέρνει λίγο προς τα’ αριστερά, όπως λένε οι θεολόγοι, η ευσπλαχνία του Θεού θα αναπληρώσει όσο χρειάζεται. Να οι τρεις θείες κρίσεις του Κυρίου: η πρώτη είναι δίκαιη· η δεύτερη είναι φιλάνθρωπη· η Τρίτη είναι υπεράγαθη. Μετά απ’ αυτές έρχεται η τέταρτη, όταν οι εφάμαρτες πράξεις είναι πολύ βαρύτερες. Αλίμονο τότε, αδερφοί! Και αυτή όμως η κρίση του Θεού είναι δίκαιη και θεσπίζει δίκαια για τους ανθρώπους που κρίνονται.
Μετά απ’ αυτά, λοιπόν, ας στρέψουμε όλη μας την προσοχή στη φοβερή ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου και ας αναρωτηθούμε, μήπως τότε κατηγορηθούμε, από τους συγγενείς μας ότι παραμελήσαμε τις υποχρεώσεις μας απέναντί τους.
Αλίμονο σ’ όλους, όσοι είναι σαν εμένα, που θα κληρωθούν εκείνη την ημέρα στ’ αριστερά του Κριτή. Μακάριοι εκείνοι, που ο Κύριος θα τους βάλει στα δεξιά Του και θ’ ακούσουν την ευλογημένη φωνή. «Ελάτε, οι ευλογημένοι απ’ τον Πατέρα μου, κληρονομήστε τη βασιλεία που σας έχει ετοιμαστεί  απ’ την αρχή  του κόσμου» (Ματθ. 25:34). Αυτή τη φωνή μακάρι ν’ αξιωθούμε να την ακούμε όλοι, όσοι θα φυλάξουμε την ορθόδοξη πίστη, και ν’ απολαύσουμε τ’ αγαθά που την ομορφιά τους «μάτι ανθρώπινο ποτέ δεν είδε και αυτί ποτέ δεν άκουσε και νους δεν μπόρεσε ποτέ να σκεφτεί». (Α΄ Κορ. 2:9).

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Η Ανάληψη του Κυρίου.

Η Ανάληψη του Κυρίου.
27_AnalipsiΜετά την Κυριακή του Τυφλού, ημέρα Πέμπτη, συμπληρώνονται 40 μέρες από την ημέρα του Πάσχα. Από την ημέρα αυτή σταματούμε να ψάλλουμε το Χριστός Ανέστη και να λέμε την προσευχή Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι, και αρχίζουμε να λέμε πάλι στην προσευχή μας το Πάτερ ημών. Αυτήν την ημέρα γιορτάζουμε την Ανάληψη του Κυρίου μας στους ουρανούς. Για σαράντα ημέρες μετά την Ανάστασή του ο Ιησούς παρουσιαζόταν στους μαθητές του και μιλούσε μαζί τους για τη Βασιλεία του Θεού. Συναναστρεφόταν κι έτρωγε μαζί τους, για να βεβαιωθούν ότι δεν ήταν πνεύμα, αλλά είχε σάρκα. Είχε αναστηθεί ως άνθρωπος. Τους παράγγειλε μάλιστα να μην απομακρυνθούν από την Ιερουσαλήμ, αλλά να περιμένουν εκεί, συγκεντρωμένοι όλοι για να δεχτούν το Άγιο Πνεύμα, τον Παράκλητο, που θα τους έστελνε όταν αυτός θα άφηνε αυτόν τον κόσμο. Τους έλεγε τα εξής: «Ο Ιωάννης βάφτιζε τους ανθρώπους με νερό. Εσείς όμως θα βαφτιστείτε με Άγιο Πνεύμα μετά από λίγες ημέρες. Θα πάρετε δύναμη από το Άγιο Πνεύμα και θα γίνετε κήρυκες και μάρτυρες της ζωής και της διδασκαλίας μου στην Ιερουσαλήμ και σ’ όλη την Ιουδαία και στη Σαμάρεια και σ’ όλα τα πέρατα της γης». Άλλη φορά πάλι τους είπε: «Ο Θεός μού έδωσε όλη την εξουσία στον ουρανό και τη γη. Πηγαίνετε λοιπόν και κάντε μαθητές μου όλα τα έθνη, βαφτίζοντάς τους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και διδάξτε τους να τηρούν όλες τις εντολές που σας έδωσα. Εγώ θα είμαι μαζί σας πάντα ως τη συντέλεια αυτού του κόσμου». Κι αφού τους είπε αυτά τα λόγια, τους οδήγησε έξω από την Ιερουσαλήμ, στη Βηθανία, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλόγησε. Καθώς τους ευλογούσε, άρχισε να απομακρύνεται από αυτούς και να σηκώνεται προς τον ουρανό. Οι μαθητές τον προσκύνησαν και επέστρεψαν χαρούμενοι στην Ιερουσαλήμ κι έμεναν συνεχώς στον ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας τον Θεό.       http://www.pemptousia.gr/?p=52111

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ

Ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ
 

Η χθεσινή λειτουργία στον Άγιο Δημήτριο Θεσαλλονίκης,χωρίς την παρουσία του ποιμνίου ήταν,ως μη γενόμενη.Η εντολοδόχος κυβέρνηση λειτουργεί,εδώ και καιρό,μονοκρατορικά,με μια αντιπολίτευση που παίζει τον ρόλο της αφοσιωμένης υπηρέτριας.Οι παρελάσεις οσονούπω θα εκλείψουν,αποδομούνται σταδιακά οι πυλώνες που συγκροτούν την ιστορική μνήμη ενός λαού,που ήδη πάσχει ιστορικά και ρέπει προς την λήθη.Μεγάλη ευθύνη φέρει ο Μητροπολίτης Άνθιμος,που για δεύτερη συνεχή χρονιά,συντάχθηκε με τους δήμιους κρατούντες,αφήνοντας τους πιστούς στο περιθώριο.Το ταριχευμένο σύστημα στοχεύει στην ιστορική αμνησία του λαού,με την ευγενή κατάργηση της πληροφόρησης.Κλείσιμο της δημόσιας τηλεόρασης,ακύρωση των παρελάσεων και πάνω απ' όλα η ασελγής αλλοίωση του ιστορικού γίγνεσθαι,στα όρια της σηψαιμίας.Υπάρχει πλήρης συμφωνία σε όλα.Από χρόνια έχει συγκροτηθεί ο συνασπισμός του ανθρώπου με τον διάβολο!Αυτοαναγορευόμενοι,προοδευτικοί υπάλληλοι της Βουλής [τους λένε και βουλευτές],προσβλέπουν στην εξολοκλήρου κατάργηση των μέχρι τώρα αυτονόητων.Αυτοί,οι συνασπισμένοι με τον διάβολο,αριστεροί εθνοσωτήρες είναι οι ίδιοι,που από χρόνια κατηγοριοποιούσαν τα ναρκωτικά,υπεράσπιζαν με άκριτη παρρησία την αυτονομία του λεγόμενου 3ου φύλου,θεομάχονταν τα μυστήρια του γάμου και της βάπτισης,θεωρώντας τις παρελάσεις,ως φασιστικά κατάλοιπα του παρελθόντος και την ελεύθερη συμβίωση,ως πράξη καθωσπρεπικής ελευθερίας.Είναι αυτοί,με όλους τους άλλους νεοταξικούς,πολιτικούς ποιμένες,που απεργάζονται τον ερμαφροδιτισμό ενός λαού και την εικονοπλαστική αλλοίωση των φύλων.Είναι οι ίδιοι,που αφήνουν συζητήσιμο,το θέμα της υιοθέτησης παιδιών από ομοφυλόφυλους γονείς,οι ίδιοι που ποθούν την κατάργηση της ελληνικής σημαίας.Συμπέρασμα...Κανείς από αυτούς που συναγελάζονται υπό την σκέπη της Βουλής,δύναται,να ξαναδώσει στον Έλληνα την εαλωμένη αξιοπρέπεια της απανθρακωμένης του ψυχής.Θυμηθείτε...Τα ίδια φρονούσαν παλαιότερα για την αστυνομική ταυτότητα,τα ίδια αναμασούν τώρα με την κατάργηση των παρελάσεων,τα ίδια ευελπιστούν αργότερα με την κατάργηση της ελληνικής σημαίας.Στο τέλος δεν θα έχει μείνει τίποτα...Στ' αποκαίδια μιας απανθρακωμένης κοινωνίας,θ' αναζητούμε βιασμένες συνειδήσεις,πήλινες ψυχές και κουρσευμένους χαραχτήρες.Αντισταθείτε στην ασφαλτόστρωση των κοινωνικών μας κεκτημένων,στις πατριδοκάπηλες μαρκίζες της τεκτονικής βουλής και στους όψιμους,άθεους εθνοπατέρες,που βλέπουν την εξουσία από την αριστερή γωνία της οπτικής τους ενδοσκόπησης.Η εταίρα δεξιά,έχει πωληθεί από καιρό σε τιμή σκανδαλώδους ευκαιρίας.Εύχεσθε!


                                                                                                Γιώργος Δημακόπουλος






 

You might also like:

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2013

ΑΡΙΘΜΟΛΟΓΙΑ

ΑΡΙΘΜΟΛΟΓΙΑ

 
ΑΡΙΘΜΟΛΟΓΙΑ
π.ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ
 
 
   Πρόκειται για αποκρυφιστικό σύστημα που πιστεύει στη δύναμη των αριθμών. Ονομάζεται και αριθμοσοφία ή αριθμομαντική. 
Οι οπαδοί της βρίσκουν τις ρίζες της κίνησης στην Αρχαία Αίγυπτο και στον Πυθαγόρα, για τον οποίο οι αριθμοί είχαν κάποια μυστηριώδη δύναμη.
Οι δοξασίες του Πυθαγόρα ήταν ένα ανακάτεμα ιν­δουισμού, καββάλα και άλλων αποκρυφιστικών στοι­χείων. Δίδασκε τη μετενσάρκωση και ανεφέρετο στην αριθμοσοφία και στην κίνηση των άστρων. Για τον Πυθα­γόρα το «σημείο» ταυτίζετο με τη μονάδα, η γραμμή με τη δυάδα, η επιφάνεια με την τριάδα, το στερεό με την τε­τράδα κ.ο.κ. Με τους αριθμούς ερμήνευε ολόκληρη την κοσμογονία. Το μηδέν ταυτίζεται με το Άπειρο, το ένα με την πρώτη αιτία, από την οποία προήλθαν τα πάντα και κατευθύνονται και πάλι προς το «Άπειρο». Τους αριθμούς χώριζε επίσης σε κατηγορίες, όπως, μονοί, ζυ­γοί, «αρτιόμορφοι ζυγοί» (αυτοί που διαιρούνται συνε­χώς μέχρι να αφήσουν υπόλοιπο μηδέν, π.χ. ο αριθμός 64), «αρτιόμορφοι μονοί» κ.ο.κ.
Κάθε γράμμα του ονόματος, της ημέρας και της ώρας, μετατρέπεται σε αριθμό, με βάση τον «πυθαγόρειο πίνακα αριθμολογίας», οι αριθμοί προστίθενται αναμεταξύ τους, ώσπου να καταλήξει κανείς σε μονοψήφιο αριθμό ή στον αριθμό 11 ή 22. Έτσι μπορεί να βρει τον «αριθμός προ­σωπικότητας», τον «ερωτικό αριθμό» κ.ο.κ. και να προσ­διορίσει ακόμη και τη μοίρα του.
Όμως στην πραγματικότητα καταλήγει στο συμπέρα­σμα πως υπάρχουν μόνο 11 «μοίρες». Ακόμη είναι σί­γουρο πως με το αποκρυφιστικό αυτό σύστημα καταλήγει κανείς σε απόλυτη εξάρτηση και σε δυσάρεστες κατα­στάσεις. Η ζωή του δεν ρυθμίζεται πλέον με βάση την ε­λεύθερη προαίρεσή του, αλλά με βάση τους υπολογισμούς των αριθμολόγων.
Οι πιστοί στην αριθμολογία θεωρούν ότι με την τεχνι­κή της μπορούν να ανακαλύψουν τον εαυτό τους και να ανιχνεύσουν το χαρακτήρα των ανθρώπων που τους εν­διαφέρουν, ώστε να λάβουν τις ανάλογες αποφάσεις, λό­γου χάρη όταν πρόκειται να εκλέξουν σύζυγο, δάσκαλο ή σχολείο για τα παιδιά τους, συνεργάτες, επάγγελμα πριν προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια. 
Σύμφωνα με την αριθμολογία, κάθε ένας από τους πιο πάνω αριθμούς αποκαλύπτει την προσωπικότητα του ανθρώπου που τον κατέχει. Έτσι το ένα λογίζεται ο αριθμός του Θεού, του Δημιουργού του Σύμπαντος. Είναι ο «αρσενικός αριθμός» και τα άτομα που ανήκουν σ’ αυτό τον αριθμό επιθυμούν να είναι πάντοτε οι αρχηγοί σε οποιαδήποτε προσπάθεια. Τα άτομα λοιπόν που έχουν αυτόν τον αριθμό είναι ισχυροί χαρακτήρες. Αντίθετα το δύο ανήκει στους θηλυκούς αριθμούς και έχει πολλές αρνητικές ιδιότητες. Έχει όμως δύο όψεις. Γι’ αυτό και τα άτομα που ανήκουν σ’ αυτόν μπορεί να είναι σεμνά και καλοσυνάτα, μπορεί όμως να είναι και το αντίθετο ύπου­λα και διπρόσωπα. Είναι εσωστρεφή και δεν εκδηλώνον­ται εύκολα.
Ο αριθμός έντεκα είναι ο αριθμός των 11 μαθητών που έμειναν πιστοί στον Χριστό. Είναι ο αριθμός των αποκαλύψεων. Τα άτομα που ανήκουν σ αυτό τον αριθμό είναι ικανά να διδάξουν τους άλλους, γιατί κατέχουν υψηλότερο επίπεδο γνώσεως. Το δέκα είναι ο αριθμός όλου του κόσμου, του κάθε τι που υπάρχει και το ένα είναι ο αριθμός του Θεού. Το άθροισμα αυτών των δύο κάμνει τον αριθμό 11. Γι’ αυτό και ο αριθμός αυτός είναι το άθροισμα όλου του κόσμου και του Θεού. Γι’ αυτό και τα άτομα που ανήκουν σ΄ αυτό τον αριθμό είναι σπάνιες προσωπικότη­τες.
Στον αριθμό αυτό ανήκουν οι μεγαλοφυΐες. Μπορούν να εξελιχτούν σ όλους τους τομείς, να γίνουν μεγιστάνες του πλούτου, καλοί πολιτικοί. Κάτι ανάλογο είναι και ο αριθμός 22. Σ’ αυτόν τον αριθμό βρίσκεται το μυστικό της δημιουργίας του Σύμπαντος από τον Θεό. Ολόκληρη η δημιουργία αποτελει «22 πράγματα». Τα άτομα που ανήκουν σ αυτόν τον αριθμό ξεχωρίζουν για τους υψηλούς των στόχους, που ταυτόχρονα τραβούν τα άκρα.
Για να γίνει κατανοητός ο κίνδυνος της εξάρτησης από την αριθμολογία, αναφέρουμε την ακόλουθη περίπτωση από δημοσίευμα στις «Εικόνες» (28.2.1990, σ. 64). Εκεί παρατίθεται «Πίνακας των ζευγαριών» με τις δυνατότητες συνδυασμών και προσδιορίζεται η «αξία» και το μέλλον της σχέσης στον κάθε συνδυασμό. Για το συνδυασμό ΔΔ αναφέρεται: «Μια τέτοια σχέση θα μπορούσε να διατη­ρηθεί μόνο αν οι δύο ενδιαφερόμενοι ήσαν οι μοναδικοί επιζήσαντες πάνω στη Γη!».
Σε ένθετο του περιοδικού «Τηλέραμα», με τίτλο «Α­ριθμολογία» και στο κεφάλαιο «Με ποιούς αριθμούς ται­ριάζεται» αναφέρεται:
1 + 1: Αυτό δεν είναι σχέση. Είναι καθημερινή εξάσκηση στο ζίου ζίτσου. Οι δύο απόλυτοι που κανείς δεν υποχωρεί. Κι ο καβγάς ακολουθεί τον καβγά αφού... κανείς δεν μπορεί να συγκρατήσει τα νεύρα του. Χρειάζεστε πάντα έναν διαιτητή! Το μέλλον... αβέβαιο, εκτός κι αν ο ένας απ’ τους δύο αποφασίσει αντί να πάει με τα... νερά του αριθμού του, να πάει με τα νερά του άλλου.
1+2: Εσείς μάλιστα! Γεννηθήκατε ο ένας για τον άλ­λον. Ακόμα και στις διαφωνίες και στους καβγάδες σας, βρίσκετε έναν τρόπο να επικοινωνείτε. Δεν χρειάζεται να προσπαθήσετε. Μπορείτε να έχετε την ιδανική σχέση αφού... «τα’ χετε βρει».
Τα παραπάνω παραδείγματα δείχνουν πως η συζυγική ζωή προσδιορίζεται με βάση τις δοξασίες της αριθμολογίας. Αν κάποιος βρίσκεται σε συνδυασμό που αξιολογείται αρνητικά από την αριθμολογία και γίνει οπαδός αυτής της αποκρυφιστικής τάσης, θα οδηγηθεί στο συμπέρασμα, πως πρέπει να διαλύσει το γάμο του, γιατί δεν έχει κανένα νόημα η συνέχισή του, και να αναζητήσει άλλες λύσεις, αφού ο σύζυγός του ή η σύζυγος δεν είναι το μοναδικό άτομο του άλλου φύλου πάνω στη γη!
Ο πιστός της αριθμολογίας δεν κάνει ποτέ τίποτε, πριν συμβουλευθεί τους «συνδυασμούς» των αριθμών.
Όπως και να έχει το πράγμα, ο οπαδός της αριθμοσοφίας γίνεται απόλυτα εξηρτημένος και παραχωρεί τις α­ποφάσεις για τη ζωή του στον «πίνακα αριθμολογίας» και στα συμπεράσματα που προκύπτουν από την ερμηνεία των συνδυασμών με βάση αυτόν τον πίνακα.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ : 
"ΝΕΟΣΑΤΑΝΙΣΜΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ" - ΑΘΗΝΑ 1996 
 ΓΙΑ ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΕ ΤΗΝ Π. Ε. Γ τηλ. 210 6396665
 
   Το αποκρυφιστικό αυτό σύστημα διακηρύσσει την δύναμη των αριθμών. Ονομάζεται και αριθμοσοφία ή αριθμομαντική. Αναζητείται η αντιστοιχία των ονομά­των, των ημερομηνιών των διαφόρων γεγονότων κ. ο. κ. στους αριθμούς 1-9 και 11 και 22. Με τη βοήθεια ενός «οδηγού αριθμολογίας» αναλύεται η προσωπικό­τητα του καθενός ή η κατάσταση της υγείας του. Οι οπαδοί πιστεύουν πως με κατάλληλους εναρμονισμούς μπορούν να αποφευχθούν δυσάρεστες καταστάσεις και να επιτευχθούν ευχάριστες· οι αριθμολόγοι μπορούν, δήθεν, να ανακαλύψουν «τη δύναμη των αριθμών» και να τη χρησιμοποιήσουν για τους σκοπούς τους.
 Γίνεται φανερό πως κατά το σύστημα αυτό υπάρ­χουν μόνο 11 «μοίρες» και είναι σίγουρο πως οι οπα­δοί οδηγούνται σε απόλυτη εξάρτηση και σε δυσάρε­στες καταστάσεις. Η όλη ζωή τους δεν ρυθμίζεται πλέον με βάση την ελεύθερη προαίρεση τους, αλλά με βάση τους υπολογισμούς των αριθμολόγων.
 
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:
"ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ – ΓΚΟΥΡΟΥΪΣΜΟΣ – ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ"ΑΘΗΝΑ 1997 (4η ΕΚΔΟΣΗ)
ΓΙΑ ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΕ ΤΗΝ Π. Ε. Γ,  τηλ. 210 6396665
 
ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ www.egolpion.com
4 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010

ΘΕΟΣΟΦΙΑ ΣΥΝΟΨΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ

ΘΕΟΣΟΦΙΑ ΣΥΝΟΨΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ

ΘΕΟΣΟΦΙΑ
ΣΥΝΟΨΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΥ
ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ
Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου Λεμοντζή Δρ. Θ*
επί των Αιρέσεων και της Παραθρησκείας. Λάρισα 2010

Σεβασμιώτατε, Άγιε Πρόεδρε της παρούσης ΚΒ΄ Συνδιασκέψεως επί των Αιρέσεων και της Παραθρησκείας, Άγιε Πρεβέζης κ. Μελέτιε, Σεβασμιώτατε Άγιε Λαρίσης κ Ιγνάτιε, αδελφοί μου συμπρεσβύτεροι, Ελλογιμώτατε κ. Καθηγητά, κυρίες και κύριοι Σύνεδροι.
    Με τον όρο Θεοσοφία εννοούμε ένα σύνολο θρησκευτικών και μεταφυσικών αντιλήψεων οι οποίες διαμορφώθηκαν τον 19ο αιώνα από την Έλενα Πετρόβνα Μπλαβάτσκυ (Helena Petrovna Blavatsky) και τους οπαδούς της και εκφράστηκαν μέσα από την ίδρυση της θεοσοφικής εταιρείας το 1875. Ένα βασικό γνώρισμα του αποκρυφισμού και των αποκρυφιστικών συστημάτων είναι η πίστη στην ύπαρξη μιας υπερφυσικής Γνώσης, απόκρυφης, κρυφής στους αμύητους και κτήμα μόνο των μυημένων, οι οποίοι είτε δια της ενοράσεως, είτε δια του διαλογισμού, είτε δια της μύησης και τελετουργικών τύπων την γνωρίζουν· Έτσι η Θεοσοφία είναι ένας συγκερασμός, αυθαίρετος πολλές φορές, αρχαίων αποκρυφιστικών συστημάτων και πηγή από την οποία άντλησαν σύγχρονα αποκρυφιστικά κινήματα.
 Έτσι, ο π. Κυριακός Τσουρός τονίζει ότι η “Νέα εποχή του Υδροχόου” είναι γέννημα και θρέμμα της Θεοσοφικής Σχολής της Blavatsky. Επίσης, ο π. Βασίλειος Γεωργόπουλος επισημαίνει ότι κάποιοι, επηρεασμένοι από τη Θεοσοφία, ίδρυσαν και κάποιες σέκτες οι οποίες πιστεύουν στην ύπαρξη εξωγήινων. Επισημαίνεται επίσης ότι η πραγματική αφετηρία του νεοπαγανιστικού κινήματος πρέπει να αναζητηθεί στο κίνημα της Θεοσοφίας καθώς οι θέσεις του νεοπαγανισμού, σύμφωνα με τον π. Αρσένιο Βλιαγκόφτη, απηχούν απόλυτα το ιδεολογικό πλέγμα των νεοεποχιτών.
Ο όρος “Θεοσοφία” είναι αρχαίος, αποδίδεται στον Αιγύπτιο αρχιερέα Ποτ Αμούν ή Ποτ Άμμων που έζησε την εποχή των Πτολεμαίων και χρησιμοποιήθηκε από τον νεοπλατωνικό φιλόσοφο Αμμώνιο Σακκά. Από αυτούς δανείστηκε τον όρο η Έλενα Μπλαβάτσκυ, για να ονομάσει το ιδιότυπο θρησκευτικοφιλοσοφικό σύστημα που διατύπωσε το 1875. Η Μπλαβάτσκυ γεννήθηκε στη Ρωσία. Ήταν μια ιδιόρρυθμη γυναίκα και έζησε ζωή περιπετειώδη και τυχοδιωκτική. Είχε κλίση προς τον αποκρυφισμό, τον πνευματισμό και τη μαγεία. Άλλωστε και η ίδια ήταν Μέντιουμ. Μετά το διαζύγιο της με το μυστικό σύμβουλο του ρωσικού κράτους Νικηφόρο Μπλαβάτσκυ μετέβη στην Αμερική όπου επεδόθη στον πνευματισμό. Εκεί γνώρισε τον συνταγματάρχη Χένρι Στιλ Όλκοτ με τον οποίο ταξίδεψε μαζί στην Ινδία, για να μελετήσει τις ανατολικές θρησκείες, και κατοίκησε στο προάστιο της πόλεως Μαδράς, Αντυάρ. Την Μπλαβάτσκυ διαδέχθηκε η Αγγλίδα Άννυ Μπεζάντ (Besant) η οποία αφού μυήθηκε στον Μασονισμό προσχώρησε στη Θεοσοφία. Το 1898 ίδρυσε στην ινδική πόλη του Μπεναρές Θεοσοφιστική Σχολή.
Διδασκαλία των Θεοσοφιστών  
Οι οπαδοί της Θεοσοφίας ισχυρίζονται ότι η Θεοσοφία είναι το “σώμα της αλήθειας” που αποτελεί τη βάση όλων των θρησκειών. Είναι το υπόβαθρο και η βάση όλων των παγκόσμιων θρησκειών και φιλοσοφιών που διδάχθηκαν και εφαρμόστηκαν από ολίγους εκλεκτούς, από τότε που ο άνθρωπος κατέστη νοήμων. Ψήγματα της θεϊκής ή αιώνιας αλήθειας μπορούν να αναζητηθούν σε όλες τις θρησκείες της ανθρωπότητας όπως η ίδια η Μπεζάντ υποστηρίζει. Στην πραγματικότητα, η Θεοσοφία είναι ένας συγκερασμός, αυθαίρετος τις περισσότερες φορές, αρχαίων θρησκειών, αιρέσεων και φιλοσοφικών συστημάτων, όπως των αρχαίων αιγυπτιακών και ελληνικών μυστηρίων, της σχολής των Πυθαγορείων, του Γνωστικισμού, της ιουδαϊκής Καμπαλά, του Ζωροαστρισμού, του Βουδισμού, του Ινδουισμού, του Τζαϊνισμού, τα οποία συνοδεύονται από ένα πλήθος μυθολογικών στοιχείων.
Όλες αυτές οι αντιλήψεις εμπλουτίστηκαν με απόκρυφες διδασκαλίες του Μεσαίωνα και των νεότερων χρόνων όπως αυτές των Ροδόσταυρων και των Ελευθεροτεκτόνων ή Μασόνων. Αυτός ο συγκρητισμός διαφαίνεται και από το σύνολο των συμβόλων που φέρει η σφραγίδα της θεοσοφικής εταιρείας και τα οποία είναι πρώτον, το Άστρο του Δαυίδ που προέρχεται από τον Ιουδαϊσμό και την Καμπαλά, δεύτερον, το Άνκ που προέρχεται από την αιγυπτιακή θρησκεία, τρίτον η Σβάστικα που προέρχεται από τον Τζαϊνισμό, τέταρτον, ο ουροβόρος όφις που προέρχεται από τον Γνωστικισμό και τον παγανισμό, και στην κορυφή της σφραγίδας βρίσκεται η συλλαβή “Ώμ” που προέρχεται από τον Ινδουισμό. Γύρω από τη σφραγίδα είναι η γραμμένη η φράση «δεν υπάρχει θρησκεία ανώτερη της Αλήθειας».
Αυτό το οποίο όμως που πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι αν και υπάρχει αυτός ο έντονος συγκρητισμός, εντούτοις η θρησκεία η οποία επηρέασε τη Θεοσοφία σε μέγιστο βαθμό, κατά τον αείμνηστο καθηγητή Παναγιώτη Τρεμπέλα, είναι ο Ινδουισμός . Η σφραγίδα της θεοσοφικής εταιρείας. Ο συγκρητιστικός και αντιχριστιανικός χαρακτήρας είναι έκδηλος Σύμφωνα με τους οπαδούς της Θεοσοφίας, “Θεοσοφία είναι η Θεία Σοφία ή η Σοφία των Θεών. Η ελληνική λέξη ‘θεός’ σημαίνει θείο Όν και όχι θεός με τη σημερινή σημασία του όρου. Θεοσοφία δεν είναι η σοφία του Θεού αλλά η Θεία Σοφία που κατέχουν τα θεία όντα”. Υποστηρίζουν ότι “η Θεοσοφία υπάρχει ως πνευματική γνώση στη γη μας από την χαραυγή της ανθρώπινης συνειδητότητας. Είναι η αρχαία σοφία που εμφανίζεται σε κάθε εποχή και χώρα ως θρησκεία, φιλοσοφία, επιστήμη, τέχνη και απόκρυφη παράδοση. Ανάλογα με τις ανάγκες που καθορίζονται από την εξελικτική κατάσταση και την αντιληπτική ικανότητα των ανθρώπων, η αρχαία σοφία εκφράζει τμήματα της απόκρυφης γνώσης με σκοπό να αφυπνίζει την ψυχική μνήμη του ανθρώπου και να τον ωθεί προς την πνευματική του ολοκλήρωση”.
Η θέση της Μπλαβάτσκυ  
Σύμφωνα με τους οπαδούς της Μπλαβάτσκυ η παρουσία της και το έργο της αποτελούν σταθμό στην ιστορία της ανθρωπότητας, εφόσον για πρώτη φορά αποκαλύφθηκαν απόκρυφα γεγονότα που επί δεκάδες αιώνες ήταν κρυμμένα συμβολικά στα μυστήρια. Η ίδια η Μπλαβάτσκυ υποστήριζε ότι είναι ο αγγελιοφόρος που εξελέγη από τους Μαχάτμας, μία Πνευματική Ιεραρχία, για να παρουσιάσει τμήματα της απόκρυφης γνώσης στην ανθρωπότητα. Αυτή η Πνευματική Ιεραρχία ήταν, όπως ισχυριζόταν, κάποια πνευματικά όντα ανώτερης διανοητικής και ηθικής υποστάσεως, τα οποία από άπειρη συμπόνια για την ανθρωπότητα απαρνούνται περιοχές απείρου πνευματικότητας και μεγίστου κάλλους και παραμένουν μαζί της για να τη βοηθήσουν στην πνευματική της ανάπτυξη. Υποστήριζε ότι το σύγχρονο θεοσοφικό έργο είναι μια αποκάλυψη που δόθηκε από αυτήν την Πνευματική Ιεραρχία ενώ η ίδια ανέλαβε να το αποκαλύψει και να το πραγματοποιήσει με τον δικό της τρόπο. Ισχυρίσθηκε η Μπλαβάτσκυ ότι στην πόλη Αντυάρ της Ινδίας ήρθε σε επαφή με αυτούς τους διδασκάλους της σοφίας. Αυτοί της έδωσαν, όπως ισχυρίσθηκε και καυχόταν η ίδια, κάποιες επιστολές όπου την έχριαν αντιπρόσωπο τους!
 Θα πρέπει να προσθέσουμε ότι εκεί η Μπλαβάτσκυ έκανε και κάποια «θαύματα» τα οποία φρόντιζε να τα προβάλλει για να παρασέρνει τους αφελείς. Τελικά απεδείχθησαν ότι ήταν αγυρτείες τόσο τα «θαύματά» της όσο και οι επιστολές οι οποίες δήθεν της δόθηκαν από αυτά τα θεία όντα. Γράφτηκαν από την ίδια, όπως αποκάλυψε η “Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών” με επικεφαλής τον Δρ. Ρίτσαρντ Χόντγκσον. Τελικά η Μπλαβάτσκυ αναγκάστηκε να ομολογήσει την απάτη της υποστηρίζοντας με κυνικό τρόπο ότι αυτή της η ενέργεια επιβλήθηκε από την ανάγκη να διαδοθούν οι ιδέες της. Για την Μπλαβάτσκυ και τους οπαδούς της προσωπικός Θεός δεν υπάρχει. Αναφέρει στο έργο της “Κλεις της Θεοσοφίας”: “στο Θεό των χριστιανών, τον Πατέρα του Ιησού, τον Δημιουργό δεν πιστεύουμε. Απορρίπτουμε την ιδέα Θεού προσωπικού”.
Η Θεοσοφία δεν κηρύττει προσωπικό Θεό αλλά υποστηρίζει έναν άκρατο πανθεϊσμό, όπως πρεσβεύει η Μπεζάντ, η οποία λέγει ότι “η Θεοσοφία είναι πανθεϊστική. Ο Θεός είναι το παν και το παν είναι Θεός”.
Η Χριστιανική διδασκαλία  
Σύμφωνα όμως με τον Χριστιανισμό ο Θεός είναι Ένας και προσωπικός. Ο ίδιος ο Θεός στον οποίο προσευχόμαστε και λατρεύουμε είναι πρόσωπο. Ως πρόσωπο ο Θεός αποκαλύφθηκε στον Μωϋσή λέγοντας “ἐγώ εἰμι ὁ ὤν”· δηλαδή, όπως ερμηνεύει ο Γέροντας Σωφρόνιος: “Το ‘Είναι’ είμαι Εγώ. Ο Θεός, ο Απόλυτος Δεσπότης όλων των αστρικών κόσμων, είναι προσωπικός”. Ο Θεός είναι πρόσωπο και όχι μια θεοειδής ή ανώτερη ή υπέρτατη και απρόσωπη δύναμη. Ο Θεός είναι πρόσωπο και δημιούργησε τον άνθρωπο “κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν”. Το Όμοιον γνωρίζεται από το όμοιο. Μόνο το πρόσωπο μπορεί να γνωρίσει το Ζώντα Θεό ως Πρόσωπο, αναφέρει ο μακαριστός Γέροντας Σωφρόνιος . Στο σύστημα της Θεοσοφίας δεν υπάρχει προσωπικός Θεός που δημιουργεί τον κόσμο “εκ του μη όντος”. Για τους θεοσοφιστές η δημιουργία του κόσμου δεν είναι τίποτα άλλο παρά απόρροια της θείας Ουσίας. Η δημιουργία λαμβάνει χώρα δια μέσω της “εξελίξεως” και της “ενελίξεως”. Κατά την πρώτη φάση, τη φάση της “εξελίξεως” το σύμπαν εκπέμπεται προς τα έξω, απορρέει από τη θεότητα. Κατά το στάδιο της “ενελίξεως” το σύμπαν επιστρέφει προς τη θεότητα, είναι μια επάνοδος του κόσμου προς την αρχική του πηγή όπως ακριβώς τα κύματα εκπορεύονται απόν ωκεανό και επιστρέφουν πάλι σε αυτόν. Όλη αυτή η διαδικασία είναι κυκλική. Κατά τη διαδικασία της απόρροιας του σύμπαντος δημιουργούνται επτά διαστρωματώσεις, σαν ομόκεντροι κύκλοι, εκ των οποίων τα δύο τελευταία καλούνται Βουδδικόν και Νιρβανικόν.
 Η επιρροή από τον Ινδουισμό, έτσι όπως εκφράζεται στα κείμενα των Ουπανισάδων, είναι έκδηλη καθώς επαναλαμβάνεται η βασική του αντίληψη ότι η θεότητα ταυτίζεται με την απρόσωπη αρχή του Βράχμαν η οποία αποτελεί την υψίστη και άρρητη αρχή του παντός. Είναι το υπερκόσμιο, άχωρο και άχρονο όν από το οποίο ξεδιπλώνεται το Άτμαν, που είναι το εσώτατο και άρρητο εγώ του όλων των όντων και του ανθρώπου. Η Ορθόδοξη Θεολογία δεν δέχεται τη δημιουργία του κόσμου ως απόρροια της Θείας Ουσίας αλλά το γεγονός ότι ο Θεός δημιουργεί τον κόσμο εκ του μη όντος. Ο Θεός κτίζει έναν κόσμο ετερούσιο προς Αυτόν μονάχα με τη βούλησή του. Το μυστήριο της δημιουργίας συνίσταται στο γεγονός ότι ο Θεός δε φτιάχνει κάτι από την Ουσία του, αλλά κτίζει με τη βουλητική του ενέργεια. Η Ορθόδοξη Θεολογία αποκλείει την ταύτιση Θεού και κόσμου απορρίπτοντας έτσι με αυτόν τον τρόπο την ειδωλολατρία και τον πανθεϊσμό της Θεοσοφίας. Η διάκριση Θεού και κόσμου προσδιορίζεται από την διάκριση κτιστού και Ακτίστου, μια από τις βασικές διαστάσεις της Θεολογίας μας. Βασική θεολογική προϋπόθεση, της Ορθόδοξης Θεολογίας είναι ότι μόνο δύο πραγματικότητες υφίστανται: η Θεία ή Άκτιστη πραγματικότητα η οποία αντιδιαστέλλεται προς την κτιστή πραγματικότητα. Το κτιστό κατασκευάζεται, δημιουργείται, τελειώνεται, και δεν είναι αφ’ εαυτού τέλειο όπως η Άκτιστη Θεότητα. Ο κτιστός κόσμος πρέπει να μετέχει στον Άκτιστο Θεό για να ουσιώνεται, να ζωοποιείται και να τελειώνεται.
Σύμφωνα με τους θεοσοφιστές, βασική κινητήριος δύναμη σε όλη αυτή τη διαδικασία της απόρροιας του κόσμου από τη θεία ουσία είναι ο Λόγος. Δανείζονται ουσιαστικά αυτόν τον όρο από τον Χριστιανισμό προσαρμόζοντάς τον όμως στο σύστημα της ώστε τελικά να διαφοροποιείται εντελώς από την έννοια του Λόγου έτσι όπως παρουσιάζεται μέσα στο ευαγγέλιο του Ιωάννη και στα συγγράμματα των Πατέρων, ως το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός και Λόγος του Θεού ο οποίος δημιουργεί τον κόσμο “εκ του μη όντος”. Για τη Θεοσοφία δεν υπάρχει δημιουργία “εκ του μη όντος” και τον Λόγο τον θεωρεί ως μάλλον μια μορφοποιητική δύναμη του κόσμου η οποία “ώσπερ κίνησις στροβίλου ασυλλήπτου ταχύτητος ανασκάπτει οπάς εν τω χώρω, εν τη ρίζη ταύτη της ύλης” . Αντίθετα, σύμφωνα με τη χριστιανική Θεολογία, ο Άκτιστος Υιός και Λόγος του Θεού είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός του Θεού Πατρός καθώς γεννάται αϊδίως, φυσικώς και ουσιωδώς από τον Πατέρα. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ονομάζει τον Υιό του Πατρός “Λόγο”, ο οποίος υπάρχει “ἐν ἀρχῇ”, αχρόνως και αϊδίως δηλαδή, και είναι τέλειος Θεός. Ο Υιός και Λόγος του Θεού είναι αΐδιος και συνάναρχος με το Θεό Πατέρα, σε αντίθεση με όλα τα όντα της κτιστής δημιουργίας, υλικής και νοητής, τα οποία δημιουργήθηκαν δια της δημιουργικής Αυτού ενεργείας. “Πάντα δι' αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν”.
Σύμφωνα με τους θεοσοφιστές κατά τη διάρκεια της εκδίπλωσης ή άλλοιώς της απόρροιας του κόσμου από τη θεία ουσία, λαμβάνει χώρα και η δημιουργία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος δηλαδή για τη Θεοσοφία δεν είναι το “κατ’εικόνα” και “καθ’ ομοίωσιν” δημιουργημένο πλάσμα του Τριαδικού Θεού αλλά μια απόρροια της θείας ουσίας η οποία μετά από πολλές μετενσαρκώσεις και μετενσωματώσεις παίρνει τη μορφή του ανθρώπου. Για τους θεοσοφιστές όλα τα όντα είναι “Μονάδες”, δηλαδή ψυχές, οι οποίες εκπορεύονται από την Απόλυτη και θεϊκή αρχή, εξελίσσονται και παίρνουν διάφορες μορφές. Υποστηρίζουν ότι το κάθε μόριο ύλης έχει ζωή και ψυχή το οποίο μέσα από μια διαδικασία και εξέλιξη τελειοποιείται, κατακτά διάφορες μορφές. Με αυτόν τον τρόπο το ορυκτό, η ανόργανη ύλη γίνεται φυτό, το φυτό γίνεται ζώο και το ζώο γίνεται άνθρωπος μέσα βέβαια από πολλούς κύκλους μετενσαρκώσεων. Γι’ αυτό το λόγο υποστηρίζουν ότι όλα τα όντα, τα ορυκτά, τα φυτά, τα ζώα αποτελούν μια παγκόσμια αδελφότητα, μια τεράστια οικογένεια καθώς κατάγονται εξ ενός αίματος. Ακόμη και ο άνθρωπος έχει κοινή καταγωγή με όλα τα όντα ακόμη και με την άψυχη ύλη!
Θέσεις των Θεοσοφιστών  
Σύμφωνα με τους θεοσοφιστές, “η εκδηλωμένη Ζωή είναι ένα αναρίθμητο κύμα Μονάδων, οι οποίες πηγάζοντας από την καρδιά του Λόγου ταξιδεύουν στα διαφορετικά επίπεδα του κόσμου, αποκτούν άπειρες εμπειρίες μέσω των οποίων εξελίσσονται, με σκοπό, κάποια στιγμή, μέσω των ατομικών τους προσπαθειών, να επανέλθουν στην Καρδιά του Πατέρα τους τελειωμένες πνευματικά. Στο ταξίδι των ψυχών, οι νεώτερες και πιο ανώριμες υποστηρίζονται και βοηθιούνται από τις πιο ώριμες πνευματικά. Το ταξίδι δε της ψυχής επαναλαμβάνεται διαδοχικά μέσω πολλαπλών επαναγεννήσεων που στηρίζονται από τον νόμο του κάρμα, έως ότου η ψυχή αντιληφθεί τον πνευματικό σκοπό της ζωής και αποφασίσει να τον πραγματοποιήσει”. Παρόλα αυτά, η Θεοσοφία δεν αποδέχεται την αντίληψη της παλινδρόμησης ότι δηλαδή οι άνθρωποι μπορούν να μετενσαρκωθούν ξανά σε ζώα ή φυτά εκτός από σπάνιες περιπτώσεις “χαμένων ψυχών”.
Η Θεοσοφία δανείζεται αυτές τις αντιλήψεις γύρω από την μετενσάρκωση από ανατολικές θρησκείες όπως τον Ινδουϊσμό, Βουδισμό και Τζαϊνισμό και έχει βέβαια επηρεάσει όλες τις σύγχρονες θρησκευτικές ομάδες της “Νέας Εποχής”. Σύμφωνα με τις θρησκείες αυτές όλα τα όντα βρίσκονται σε μια διαρκή κατάσταση ανακύκλησης, βρίσκονται υποταγμένα σ’ έναν αδυσώπητο κύκλο γεννήσεων και θανάτων. Η αιτία που οδηγεί όλα τα όντα σ’ αυτή την κατάσταση είναι το κάρμα. Το κάρμα σημαίνει έργο, πράξη, ενέργεια, είναι το σύνολο των πράξεων του ανθρώπου που διέπραξε κατά τις προηγούμενη ζωή προσδιορίζει ποια θα είναι η κατάσταση του στην επόμενη γέννηση του και οι οποίες είναι υπεύθυνες για τη σημερινή του κατάσταση. Έτσι το κάρμα, με την έννοια του συνόλου των έργων μας, αποβαίνει ένας αδυσώπητος νόμος ανταποδόσεως, ο οποίος καθορίζει και την αρχή της σαμσάρα, δηλαδή του δεινού αιώνιου κύκλου της ζωής, της ανακυκλήσεως και της μετενσάρκωσης. Ο άνθρωπος καλείται να ξεφύγει από αυτόν τον δεινό κύκλο γεννήσεων και θανάτων ο οποίος αποφέρει στα όντα μόνο πόνο. Ο άνθρωπος καλείται να απορρίψει το κακό κάρμα ώστε να απελευθερωθεί από αυτή την αιώνια ανακύκληση.
Σύμφωνα με τον Ινδουισμό ο σκοπός του ανθρώπου δεν είναι η παραμονή μέσα στον αιώνιο κύκλο μετενσαρκώσεων αλλά η ένωση του ατομικού εγώ (Άτμαν) με το εγώ του παντός και η απορρόφηση της ατομικής ύπαρξης από το απόλυτο εγώ του παντός. Ο άνθρωπος παύει να υπάρχει ως πρόσωπο, παύει να υπάρχει ατομικά και φτάνει σε μια υπερσυνειδητή κατάσταση όπως η σταγόνα της βροχής στον ωκεανό. Κατά τη Θεοσοφία δεν υπάρχει τύχη ή ατυχία στην ανθρώπινη ζωή αλλά όσα συμβαίνουν δεν είναι τίποτα άλλο παρά το αποτέλεσμα της συσσώρευσης καλού ή κακού κάρμα, το αποτέλεσμα των πράξεων του, καλών ή κακών.
Όπως λέγει η Μπεζάντ η σημερινή μας ζωή είναι ο θερισμός εκείνων τα οποία πράξαμε στην προηγούμενη ζωή μας. Οι θεοσοφιστές υποστηρίζουν μια ηθική βελτίωση του ανθρώπου εξαίροντας την ανάγκη αλτρουισμού προς τα άλλα όντα. Με αυτόν τον τρόπο εξελίσσονται τα όντα και διεκδικούν ανώτερες μορφές υπάρξεως. Ο άνθρωπος καλείται μέσα από ένα κύκλο συνεχών μετενσαρκώσεων ν’ αποβάλλει την κακία του, το κακό κάρμα και να αναπτυχθεί πνευματικά. Αυτό θα το πετύχουν αποβάλλοντας οποιαδήποτε είδους επιθυμία για τα πράγματα επαναλαμβάνοντας την βουδιστική αντίληψη περί της αρνητικής διάστασης της επιθυμίας ως η κατεξοχήν αιτία που συντηρεί αυτόν τον οδυνηρό κύκλο των μετενσαρκώσεων.
Η Χριστιανική θεώρηση  
Για την Ορθόδοξη Θεολογία δεν είναι κακή η επιθυμία αλλά η επιθυμία του κακού και των ανήθικων πράξεων. Ο άνθρωπος καλείται να επιθυμεί το καλό, το Θεό και την ένωσή του με Αυτόν. Σύμφωνα με τον αείμνηστο καθηγητή Π. Τρεμπέλα η κατάσταση κατά την οποία κάποιος δεν επιθυμεί τίποτα, σύμφωνα με το ιδεώδες της Θεοσοφίας, είναι κατάσταση “παθολογική και νοσηρά, δημιουργούμενη μάλλον εκ φαντασιοπληξίας παρά εκ της αντικειμενικής πραγματικότητας”. Η επιθυμία της ένωσης με το Θεό, η ένωση με το Θεό, η Θέωση δηλαδή, δεν αποτελεί αναίρεση του ανθρωπίνου προσώπου, όπως θέλουν οι θεοσοφιστές, αλλά καταξίωσή του. Ο άνθρωπος δεν παύει να υπάρχει ως πρόσωπο αλλά ζει σε κοινωνία με το Θεό.
Θέση των Θεοσοφιτών  
Σύμφωνα με τους θεοσοφιστές, κατά τη διάρκεια των μετενσαρκώσεων ο άνθρωπος αποβάλει το σώμα του και ενδύεται καινούριο. Για την Θεοσοφία ο άνθρωπος ταυτίζεται μόνο με το εσώτατο πνευματικό του στοιχείο, το οποίο ονομάζεται Manas. Αυτό το πνευματικό στοιχείο του ανθρώπου, η ψυχή του ανθρώπου, είναι μια ακτίνα που εκπέμπεται από τον Λόγο και η οποία αποτελεί ένα μέρος τη θεότητας. Η αντίληψη αυτή θυμίζει την ινδουιστική αντίληψη περί Βράχμαν η οποία αποτελεί την υψίστη και άρρητη αρχή του παντός από την οποίο ξεδιπλώνεται το Άτμαν, που είναι το εσώτατο και άρρητο εγώ όλων των όντων και του ανθρώπου. Η Θεοσοφία αρνείται την χριστιανική αντίληψη ότι ο άνθρωπος είναι άρρηκτη σύνθεση σώματος και ψυχής, μια ψυχοσωματική ενότητα υποτιμώντας το σώμα του ανθρώπου, το υλικό στοιχείο, επαναλαμβάνοντας την αντίληψη της αρχαίας αίρεσης του Γνωστικισμού ότι ο άνθρωπος ταυτίζεται μόνο με το πνευματικό του στοιχείο που υπάρχει μέσα του, τον “σπινθήρα”, όπως το ονόμαζαν, το οποίο έχει εγκλωβιστεί μέσα στην ύλη, η οποία ταυτίζεται με το κακό, και το οποίο πρέπει να αφυπνιστεί καθώς βρίσκεται μέσα σε έναν πνευματικό λήθαργο. Σύμφωνα με τους Γνωστικούς μόνο το πνευματικό στοιχείο του ανθρώπου, ο “σπινθήρας” θα σωθεί. Κατά τον ίδιο τρόπο οι θεοσοφιστές πιστεύουν ότι όλα τα ανθρώπινα όντα στην κατάσταση του “Ανώτερου Εαυτού” είναι αθάνατα, αλλά οι προσωπικότητές τους δεν έχουν επίγνωση του δεσμού τους με τη θεϊκή τους φύση και θα φθείρονται αν δεν αγωνιστούν για να επιτύχουν την ένωση των δύο.
Σε όλες αυτές τις αντιλήψεις προστίθενται και οι μυθολογικές αντιλήψεις περί της υπάρξεως και πνευματικών σωμάτων, αιθερικού και αστρικού, όπως τα ονομάζουν, και τα οποία αποχωρίζεται ο άνθρωπος μετά το θάνατό του.
Ορθόδοξη θεώρηση  
Η θεωρία της μετενσάρκωσης δεν μπορεί να έχει θέση μέσα στην χριστιανική θεολογία, διότι αρνείται την μοναδικότητα του ανθρωπίνου προσώπου, αλλά και την ιερότητα του ανθρώπινου σώματος. Η μετενσάρκωση δεν ενδιαφέρεται για την τύχη του ανθρώπινου σώματος αλλά μόνο για την ένωση του πνευματικού στοιχείου του ανθρώπου με το απόλυτο θείο. Στη θεωρία της μετενσάρκωσης το σώμα αξιολογείται αρνητικά και ταυτίζεται με τον πόνο και την δυστυχία. Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να ζει φυλακισμένος και υποδουλωμένος μέσα στο σώμα. Μοναδικός του σκοπός είναι να απελευθερωθεί από τη φυλακή του σώματος.
Σύμφωνα με τον μακαριστό π. Αντώνιο Αλεβιζόπουλο η θεωρία της μετενσάρκωσης παραθεωρεί τη βασική ανθρωπολογική αντίληψη της Ορθόδοξης Θεολογίας, ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε ως ψυχοσωματική οντότητα. Το σώμα του δεν αξιολογείται αρνητικά, αλλά αποτελεί ευλογία. Γι’ αυτό η ελπίδα του ανθρώπου δεν είναι η “απελευθέρωση” από το σώμα αλλά η ανάσταση, η αφθαρσία και αθανασία του σώματος. Το μυστήριο της σάρκωσης του Λόγου του Θεού αποτελεί την αδιαμφισβήτητη απόδειξη περί της ιερότητας του ανθρωπίνου σώματος. Ο Θεός Λόγος προσέλαβε ανθρώπινη φύση ομοούσια με τη δική μας και ανακαίνισε την ανθρώπινη φύση συμπεριλαμβανομένου και του υλικού σώματος. Ο Θεός Λόγος προσέλαβε όχι μόνο ανθρώπινη ψυχή αλλά και υλικό σώμα. Ο Χριστός νίκησε τον θάνατο όχι με την καταδίκη του σώματος, αλλά με την Ανάσταση. Κατά συνέπεια το ανθρώπινο σώμα καταξιώνεται και εξαγιάζεται. Η θεωρία της μετενσάρκωσης είναι αντίθετη και δεν συμβιβάζεται με την χριστιανική αντίληψη περί της ανάστασης των κεκοιμημένων. Ο Απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στην χριστιανική ελπίδα της αναστάσεως απευθυνόμενος προς τους Θεσσαλονικείς τους υπενθυμίζει ότι εφόσον ο Ιησούς “ἀπέθανε καὶ ἀνέστη”, κατά τον ίδιο τρόπο ο Θεός θα αναστήσει τους “κοιμηθέντας διὰ τοῦ ᾿Ιησοῦ”.
Περατώνοντας την παρουσίαση θεοσοφικής διδασκαλίας θα θέλαμε να αναφερθούμε σε ένα βασικό σημείο το οποίο υποστηρίζει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο το ασυμβίβαστο μεταξύ της ιδιότητας του χριστιανού και του θεοσοφιστή. Αυτό το βασικό σημείο είναι η αντίληψη που έχουν οι θεοσοφιστές για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Θέση Θεοσοφιστών  
Για τους θεοσοφιστές η μυστική και απόκρυφη παράδοση φθάνει στη γη μέσω μιας σειράς προφητών, μυστών και ιεροφαντών, οι οποίοι εμφανίζουν στην ανθρωπότητα μέσω μιας θρησκείας ή απόκρυφης διδασκαλίας, όλα όσα πρέπει να γνωρίζει ο άνθρωπος για να γίνεται ηθικότερος και πνευματικότερος. Ο Χριστός ήταν ένας από αυτούς. Για τους θεοσοφιστές ο Ιησούς είναι ένας μύστης θείας και απόκρυφης σοφίας, εντασσόμενος σε μια σειρά άλλων προγενέστερων μυστών όπως ο Ερμής ο Τρισμέγιστος, ο Ζωροάστρης, ο Ορφέας που ίδρυσε τα ορφικά μυστήρια, ο Βούδας. Ο Χριστός, σύμφωνα με τους θεοσοφιστές, δεν έδωσε την τέλεια αποκάλυψη στους ανθρώπους αλλά αποκάλυψη σχετική και όχι απόλυτη, ανταποκρινόμενη στο πνευματικό στάδιο της ανθρωπότητας εκείνη την εποχή που εμφανίσθηκε η οποία θα αντικατασταθεί με τελειότερη η οποία ασφαλώς για τους θεοσοφιστές είναι η διδασκαλία τους. Μάλιστα προσδοκούν οι θεοσοφιστές την έλευση ενός άλλου διδασκάλου, ενός Μεσσία ο οποίος θα δώσει την απόλυτη αλήθεια στους ανθρώπους. Συνάμα η Μπεζάντ περιέφερε και πρόβαλλε στους κύκλους της έναν νεαρό Ινδό, τον Κρισναμούρτι ως την ενσάρκωση του Μεσσία ο οποίος στην προηγούμενη ζωή του, όπως η ίδια διατεινόταν, ζούσε στη σελήνη! Αυτός ο δυστυχής τελικά αποποιήθηκε τον τίτλο που του απέδωσε η Μπεζάντ.
Ορθόδοξη θεώρηση 
 Απέναντι σε όλες αυτές τις φαντασιοπληξίες θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο Χριστός δεν υπήρξε ένας απλός προφήτης αλλά ο ίδιος ο ενσαρκωμένος Λόγος του Θεού. Ο Χριστός δεν υπήρξε ένας διδάσκαλος που μας έδειξε την οδό της σωτηρίας, αλλά ή ίδια η οδός της σωτηρίας. Δεν υπήρξε ένας άγιος άνδρας που μας επαγγέλθηκε την σωτηρία, αλλά αυτός που μας έδωσε τη σωτηρία, δεν ήταν ένας άγιος προφήτης που προσευχήθηκε στο Θεό για να δώσει την ίαση στους ανθρώπους, αλλά Αυτός που ίασε τους ανθρώπους. Ο Ιησούς δεν ήταν ένας σοφός μύστης αλλά η ίδια η Σοφία του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος επισημαίνει την ασύγκριτη υπεροχή του Υιού και Λόγου του Θεού έναντι πάσης ορατής και αοράτου κτίσεως, έναντι των αγγέλων και των ανθρώπων. Ο Υιός του Θεού είναι “ἀπαύγασμα τῆς δόξης καὶ χαρακτὴρ τῆς ὑποστάσεως” του Πατρός. Είναι “κρείττων τῶν ἀγγέλων”, διότι γεννάται αϊδίως εκ του Πατρός. Αντιπαραθέτοντας ο Παύλος την οντολογική υπεροχή του Χριστού έναντι παντός κτίσματος επισημαίνει ότι η λατρεία του κάθε ανθρώπου πρέπει να απευθύνεται μόνο στο πρόσωπο του Ιησού ο οποίος είναι “εἰκὼν τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου”. Απέναντι στους αιρετικούς, που λάτρευαν “τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου” , αντιπαραθέτει ο Παύλος τη χριστιανική πίστη για το Χριστό ο οποίος υπερέχει όχι μόνον χρονικά αλλά και ουσιαστικά απ’ όλη την κτίση και έτσι είναι ο κυρίαρχός της. Ο Χριστός υπερέχει οντολογικά έναντι παντός κτίσματος διότι “ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα, τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα”. Ο Χριστός είναι η συστατική και συνεκτική δύναμη του παντός. Όλα τα όντα έλαβαν την ύπαρξή τους “δι' αὐτοῦ” και έχουν “ἐν αὐτῷ” το λόγο της ύπαρξή τους, γιατί αυτός είναι η αρχή και το τέλος της υπάρξεως όλων. Η θεανθρώπινη ύπαρξη του Ιησού Χριστού περικλείει και φανερώνει σύμπασα την αλήθεια γύρω από την άκτιστη και κτιστή πραγματικότητα. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο τέλειος Θεός, ομοούσιος με το Θεό Πατέρα, συνάμα δε, είναι τέλειος άνθρωπος διότι φέρει τέλεια, πραγματική και ομοούσια με τη δική μας ανθρώπινη φύση. Ο Ιησούς Χριστός φανερώνει τον αληθινό Θεό και τον αληθινό άνθρωπο. Ο Ιησούς Χριστός είναι η Σοφία του Θεού. Δεν υπάρχουν άλλου είδους “σοφίες” ή “αλήθειες” όπως αυτές που επαγγέλονται η Θεοσοφία και τα άλλα παραθρησκευτικά φαινόμενα της “Νέας Εποχής”. Η Σοφία και η Αλήθεια είναι πρόσωπο. Είναι ο Ιησούς Χριστός. Δια του Ιησού Χριστού, η Σοφία και η Αλήθεια δηλαδή, έγινε απτή και ορατή από τους ανθρώπους και εισέρχεται στον κόσμο. Ο Χριστός ενσαρκώνει και φανερώνει στον κόσμο την πραγματική αλήθεια. Ο Χριστός ως αλήθεια δεν έρχεται να ικανοποιήσει κάποιες γνωστικές περιέργειες του ανθρώπου, μια απόκρυφη γνώση, αλλά να του φανερώσει το αληθινό νόημα και το σκοπό της υπάρξεώς του. “Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε· ὁ μονογενὴς υἱὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο”, αναφέρει χαρακτηριστικά ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Αν και φανερώθηκε στον κόσμο η όντως Αλήθεια, εν τούτοις μόνο λίγοι άνθρωποι την αποδέχτηκαν. Όσοι την αποδέχτηκαν τους δόθηκε η δυνατότητα να κατακτήσουν την βασιλεία των Ουρανών, να γίνουν κατά χάρη υιοί Θεού. Αυτός είναι ο προορισμός της ανθρώπινης ύπαρξης.
 Συμπέρασμα  
Έγινε φανερό μετά τη διαπραγμάτευση του θέματος μας ότι η Θεοσοφία με κανένα τρόπο δεν δίδει τη σοφία του Θεού, όπως διατείνονται οι θεοσοφιστές αναλύοντας τη σύνθετη λέξη “Θεοσοφία” ως “θεός”+ “σοφία”. Αυτό που κάνει η Θεοσοφία δεν είναι τίποτα άλλο παρά να μεταδίδει στους ανθρώπους την απάτη του διαβόλου, του αρχέκακου όφεως, άλλωστε τον όφι έχουν στο επίσημο σύμβολό τους, και να παρασύρουν τους ανθρώπους στο να ακολουθούν τα διδάγματα του όφεως, να παραδέχονται δηλαδή, ότι ο όφις είναι θεός. Η θέση μας αυτή προκύπτει, εάν αναλύσουμε τη λέξη “Θεοσοφία” όχι ως “θεός”+ “σοφία”, όπως θέλουν οι θεοσοφιστές, αλλά ως “θεός” + “όφις”, διότι ακριβώς αυτό φανερώνει η έκθεση της διδασκαλίας τους: ότι η ουσία της διδασκαλίας τους είναι η δαιμονική πλάνη.
Αδελφοί εν Χριστώ, Η γραμμή η οποία χωρίζει την πλάνη από την αλήθεια, το ψεύδος από την αλήθεια, την απάτη από την αλήθεια είναι τόσο λεπτή και δυσδιάκριτη, γι’ αυτό και πλανώνται πολλοί, όσο και οι δύο διαφορετικές εκδοχές της ανάλυσης της λέξεως “Θεοσοφία” όπως παρουσιάσαμε παραπάνω, δηλαδή όχι ως “θεός” + “σοφία” αλλά ως “θεός” + “όφις”. Τελικά η ορθότερη ανάλυση της λέξεως είναι η δεύτερη και είναι αυτή που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα διότι αυτοί οι άνθρωποι διδάσκουν στους οπαδούς της την απάτη του όφεως, την “κενή ἀπάτη” του διαβόλου ο οποίος στον παράδεισο παρέσυρε τον άνθρωπο κομίζοντάς του την ψεύτικη ελπίδα της ισοθεΐας με καταστροφικά αποτελέσματα για την ανθρώπινη ύπαρξη.
Ας έχουμε στο νου μας τα λόγια του Αποστόλου Παύλου ο οποίος μας προτρέπει τα εξής: “Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν”. “ Προσέχετε καλά, μη σας εξαπατήσει κανείς με τους απατηλούς και κούφιους συλλογισμούς της ανθρώπινης σοφίας, που στηρίζονται σε ανθρώπινες παραδόσεις και σε μιά λαθεμένη πίστη προς τα στοιχεία του κόσμου και όχι στη διδασκαλία του Χριστού”.
Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας.

*  Ο λόγιος αρχιμανδρίτης Θεόφιλος Λεμοντζής, Δρ. Θ. είναι Αρχιερατικός Επίτροπος Καμπανίας, και μέλος της Συνοδικής επιτροπής επί των Αιρέσεων, με πλούσιο ποιμαντικό, πνευματικό, φιλανθρωπικό και επιστημονικό έργο. 
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com
4 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ  2011