Η ΝΕΚΡΑΝΑΣΤΑΣΗ ΕΝΟΣ ΡΩΣΟΥ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΙΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ ΤΟΥ
Πρόλογος της Ρωσικής εκδόσεως
Το ιστορικό αυτό γεγονός δημοσιεύτηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στο περιοδικό «Μοσκόβοσκιε Βέντομοστι» (Τα χρονικά της Μόσχας). Αργότερα κυκλοφόρησε από την Λαύρα του Οσίου Σεργίου σαν ξεχωριστή έκδοση.
Το εκδοτικό τμήμα της Λαύρας επικοινώνησε με τον συγγραφέα του βιβλίου, ο οποίος και επαλήθευσε το γεγονός το οποίο, περιγράφεται στο βιβλίο, λέγοντας ταυτόχρονα ότι ο άνθρωπος, στον οποίο το γεγονός αυτό συνέβη, στην συνέχεια έγινε μοναχός. Η παρούσα έκδοση αποτελεί επανεκτύπωση του κειμένου πού δημοσιεύτηκε στην πόλη Καλούγκα Το 1911.
Α'
Πολλοί άνθρωποι τον αιώνα μας τον αποκαλούν «αιώνα της άρνησης», υποστηρίζοντας ότι ή άρνηση είναι το κυρίαρχο πνεύμα της εποχής μας. Η άρνηση αυτή ίσως είναι μία επιδημία πού όλους μας ταλαιπωρεί σήμερα. Έκτος όμως από αυτή την γενική άρνηση υπάρχουν και άλλες όχι λίγες αρνήσεις πού φύτρωσαν στο έδαφος της δικής μας επιπολαιότητας. Πολλές φορές ίσως αρνούμαστε και κάτι το όποιο δεν το γνωρίζουμε καθόλου. Δεν το έχουμε σκεφτεί καν και όμως το αρνούμαστε. Μαζεύονται ένα σωρός ιδέες και θεωρίες, δημιουργώντας στο κεφάλι μας ένα χάος. Ιδέες από διάφορες διδασκαλίες, πολλές φορές αντίθετες μεταξύ τους, κάποιες θεωρίες αλλά τίποτα ορισμένο και συγκεκριμένο. Όλα είναι τόσο επιφανειακά, ασαφή και αόριστα, ώστε δεν υπάρχει καμιά προοπτική κάτι να καταλάβουμε. Ποιοι είμαστε, σε τι πιστεύουμε, ποιο ιδανικό έχουμε στην ψυχή μας, και αν το έχουμε. Αυτά για πολλούς από μας είναι σχεδόν άγνωστα. Το παράξενο όμως είναι ότι ποτέ οι άνθρωποι δεν αρέσκονται τόσο πολύ στο να συζητούν όπως τώρα, στην εποχή των γραμμάτων. Δυστυχώς όμως δεν θέλουν να κατανοήσουν τον εαυτό τους. Το λέω αυτό επειδή το παρατηρώ στους ανθρώπους γύρω μου αλλά και σε μένα τον ίδιο.
Δεν θα περιγράψω όμως εδώ με λεπτομέρειες ολόκληρη τη ζωή μου, επειδή αυτό είναι άσχετο προς το σκοπό μου. Θα προσπαθήσω όμως να περιγράψω τις θρησκευτικές μου πεποιθήσεις. Μεγάλωσα σε μία ορθόδοξη οικογένεια, οι γονείς μου ήταν άνθρωποι ευσεβείς. στο σχολείο οπού πήγαινα η απιστία δεν θεωρούνταν χαρακτηριστικό γνώρισμα μεγαλοφυΐας. Γι' αυτό και δεν υπήρξα μηδενιστής όπως οι περισσότεροι νέοι της εποχής μου. Ουσιαστικά ήμουν κάτι το απροσδιόριστο: ούτε άθεος ήμουν αλλά ούτε θα μπορούσα να θεωρήσω τον εαυτό μου άνθρωπο λίγο ή πολύ θρησκευόμενο. Επειδή κάτι τέτοιο δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιων δικών μου προσωπικών πεποιθήσεων αλλά διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση του περιβάλλοντος, γι' αυτό θα παρακαλούσα τον αναγνώστη να βρει μόνος του ένα κατάλληλο ορισμό για την προσωπικότητα μου.
Η ταυτότητα μου έγραφε «χριστιανός ορθόδοξος» αλλά ποτέ μου δεν σκέφτηκα αν έχω ή όχι το δικαίωμα να ονομάζομαι έτσι. Ποτέ δεν μου ήρθε στο μυαλό να ερευνήσω τι απαιτεί από μένα αυτό το όνομα και αν εγώ ανταποκρίνομαι σ' αυτές τις απαιτήσεις. Πάντα έλεγα ότι πιστεύω στον Θεό αλλά αν κάποιος με ρωτούσε πώς πιστεύω και πώς πρέπει να πιστεύουμε σ' Αυτόν σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μέλος της οποίας αποτελούσα και εγώ, αυτό, χωρίς καμιά αμφιβολία, θα με έβαζε σε αμηχανία. Αν με ρωτούσαν, για παράδειγμα, αν υπήρξε ή όχι σωτήρια για μας η ενανθρώπηση και τα πάθη του Υιού του Θεού ή πώς βλέπω εγώ την Εκκλησία, αν πιστεύω ή όχι σ' αυτή και στα μυστήρια της, δεν μπορώ να φανταστώ τι ανοησίες θα μπορούσα να πω. Να και ένα παράδειγμα.
Μια φορά η γιαγιά μου, πού πάντα τηρούσε αυστηρά τη νηστεία, μου έκανε την παρατήρηση, γιατί εγώ δεν νηστεύω.
- Είσαι γερός και δυνατός, δεν είναι δύσκολο για σένα να νηστεύεις. Πώς ακόμα και ένα τόσο εύκολο πράγμα πού μας ορίζει η Εκκλησία, δεν θέλεις να το κάνεις;
Ο ορισμός αυτός, γιαγιά μου, δεν έχει νόημα, της απάντησα. Εσείς τρώτε νηστίσιμα επειδή το έχετε συνηθίσει, αλλά συνειδητά δεν το κάνει κανείς από σας.
- Γιατί νομίζεις ότι το να νηστεύεις δεν έχει νόημα;
- τι διαφορά έχει για τον Θεό αν τρώω ζαμπόν ή καπνιστό ψάρι;
Τέτοιες «βαθιές» σκέψεις είχε ένας μορφωμένος άνθρωπος για την ουσία της νηστείας!
- Τι είναι αυτά πού λες; συνέχισε η γιαγιά. Και πώς μπορείς να το χαρακτηρίζεις ανοησία, αν ο ίδιος ο Κύριος μας νήστευε; Αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση και μόνο με την βοήθεια της γιαγιάς μου μπόρεσα να θυμηθώ ότι πραγματικά έτσι γράφει και στο Ευαγγέλιο. Όπως βλέπετε αν και είχα δείξει αμέλεια να γνωρίσω το γεγονός, ότι και ο Σωτήρας μας ο ίδιος τηρούσε την νηστεία, επιπλέον είχα και αντιρρήσεις.
Άλλα ας μην σκεφτεί ο αναγνώστης ότι ήμουν λιγότερο σοβαρός από κάποιους άλλους νέους του κύκλου μου. Ακόμα ένα παράδειγμα. Κάποιος ρώτησε έναν γνωστό μου, με τον όποιο εργαζόμασταν μαζί, αν εκείνος πιστεύει στον Χριστό ως Θεάνθρωπο. Εκείνος απάντησε ότι πιστεύει αλλά από τη συνέχεια της συζήτησης έγινε φανερό ότι αρνείται την Ανάσταση του Χριστού.
- Με συγχωρείτε, του είπε μία γυναίκα, αλλά είναι παράξενο αυτό πού λέτε. τι νομίζετε ότι έγινε μετά με τον Χριστό; Αν εσείς πιστεύετε ότι Αυτός είναι ο Θεός, τότε πώς είναι δυνατόν να λέτε ταυτόχρονα ότι Αυτός πέθανε, δηλαδή με άλλα λόγια ότι έπαψε να υπάρχει; Όλοι εμείς περιμέναμε ότι θα μας δώσει μία έξυπνη απάντηση, θα μας παρουσιάσει καινούρια θεωρία περί θανάτου ή θα μας δώσει μία νέα ερμηνεία αυτού του γεγονότος. και, όμως, τίποτα παρόμοιο. Απλά μας είπε: «Αχ, δεν το σκέφτηκα!»
Μια φορά η γιαγιά μου, πού πάντα τηρούσε αυστηρά τη νηστεία, μου έκανε την παρατήρηση, γιατί εγώ δεν νηστεύω.
- Είσαι γερός και δυνατός, δεν είναι δύσκολο για σένα να νηστεύεις. Πώς ακόμα και ένα τόσο εύκολο πράγμα πού μας ορίζει η Εκκλησία, δεν θέλεις να το κάνεις;
Ο ορισμός αυτός, γιαγιά μου, δεν έχει νόημα, της απάντησα. Εσείς τρώτε νηστίσιμα επειδή το έχετε συνηθίσει, αλλά συνειδητά δεν το κάνει κανείς από σας.
- Γιατί νομίζεις ότι το να νηστεύεις δεν έχει νόημα;
- τι διαφορά έχει για τον Θεό αν τρώω ζαμπόν ή καπνιστό ψάρι;
Τέτοιες «βαθιές» σκέψεις είχε ένας μορφωμένος άνθρωπος για την ουσία της νηστείας!
- Τι είναι αυτά πού λες; συνέχισε η γιαγιά. Και πώς μπορείς να το χαρακτηρίζεις ανοησία, αν ο ίδιος ο Κύριος μας νήστευε; Αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση και μόνο με την βοήθεια της γιαγιάς μου μπόρεσα να θυμηθώ ότι πραγματικά έτσι γράφει και στο Ευαγγέλιο. Όπως βλέπετε αν και είχα δείξει αμέλεια να γνωρίσω το γεγονός, ότι και ο Σωτήρας μας ο ίδιος τηρούσε την νηστεία, επιπλέον είχα και αντιρρήσεις.
Άλλα ας μην σκεφτεί ο αναγνώστης ότι ήμουν λιγότερο σοβαρός από κάποιους άλλους νέους του κύκλου μου. Ακόμα ένα παράδειγμα. Κάποιος ρώτησε έναν γνωστό μου, με τον όποιο εργαζόμασταν μαζί, αν εκείνος πιστεύει στον Χριστό ως Θεάνθρωπο. Εκείνος απάντησε ότι πιστεύει αλλά από τη συνέχεια της συζήτησης έγινε φανερό ότι αρνείται την Ανάσταση του Χριστού.
- Με συγχωρείτε, του είπε μία γυναίκα, αλλά είναι παράξενο αυτό πού λέτε. τι νομίζετε ότι έγινε μετά με τον Χριστό; Αν εσείς πιστεύετε ότι Αυτός είναι ο Θεός, τότε πώς είναι δυνατόν να λέτε ταυτόχρονα ότι Αυτός πέθανε, δηλαδή με άλλα λόγια ότι έπαψε να υπάρχει; Όλοι εμείς περιμέναμε ότι θα μας δώσει μία έξυπνη απάντηση, θα μας παρουσιάσει καινούρια θεωρία περί θανάτου ή θα μας δώσει μία νέα ερμηνεία αυτού του γεγονότος. και, όμως, τίποτα παρόμοιο. Απλά μας είπε: «Αχ, δεν το σκέφτηκα!»