Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

Η ΠΡΟΟΔΟΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΔΙΑ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΑΙΤΩΡΙΟ ΣΤΟ...


Πραιτώριον - η Οδός του Μαρτυρίου - Ιεροσόλυμα


Τα πρόσωπα του εγκλήματος (της σταύρωσης του Κυρίου) και οι παγίδες τους


Οι θρησκευτικοί ηγέτες

Ανάμεσα στα πρόσωπα, που με σατανική μανία πολέμησαν τον Υιό του ανθρώπου, πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι, οι Αρχιερείς και οι Πρεσβύτεροι. Οι τίτλοι τους φανερώνουν την κοινωνική τους θέση και το έργο τους.

Αυτοί ηταν όχι απλώς οι άρχοντες, αλλά οι θρησκευόμενοι ηγέτες του Ιουδαϊκού λαού. Είχαν μόρφωση θεολογική. Εγνώριζαν το Νόμο και τους Προφήτες. Επομένως εγνώριζαν τα χαρακτηριστικά του Μεσσία. Γι' αυτό και αυτοί πρώτοι έπρεπε να τον αναγνωρίσουν. Να τον πιστεύσουν. Να γίνουν οι οπαδοί Του. Και κατόπιν να καθοδηγήσουν τον Ισραηλιτικό λαό σ' Αυτόν. Ένα είδος προφήτου να γίνονταν. Όπως ο Πρόδρομος και Βαπτιστής Ιωάννης υποδείκνυε και έλεγε: «Ίδε ο αμνός του Θεού» (Ίω. Α' 36). Όπως ο Ανδρέας, όταν έλεγε προς τον αδελφό του Σίμωνα: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν ο έστι μεθερμηνευόμενον Χριστός» (Ιω. Α' 42). Γιατί αυτό είναι το καθήκον του θρησκευτικού άρχοντα, του διδασκάλου: Αυτός πρώτος να πιστεύει σ' αυτά που διδάσκει. Αυτός πρώτος να εφαρμόζει τα όσα διδάσκει. Αυτός πρώτος να γίνεται τύπος και υπογραμμός στους άλλους ανθρώπους, ιδιαίτερα στους διδασκόμενους.

Δυστυχώς, δεν είναι ξένη η συμπεριφορά των Γραμματέων και Φαρισαίων στη σημερινή πραγματικότητα. Λυπηρό, αλλά όχι σπάνιο, η παρουσία Θεολόγων, ιεροκηρύκων, ιερέων, που κηρύττουν, αλλά δεν εφαρμόζουν· που παροτρύνουν, αλλά δεν παραδειγματίζουν.

Γίνονται έτσι αιτία να απομακρύνεται ο λαός από την πίστη, τη χριστιανική αλήθεια, την Εκκλησία. Γιατί αποβαίνουν σκάνδαλα. Ο λαός επιζητεί να ιδεί στα πρόσωπά τους και την εν γένει ζωή τους να κυριαρχεί η πίστη, η ευλάβεια, το ηθικό παράδειγμα. Εάν δεν το διαπιστώνει, πραγματοποιείται το: «Δι' ημάς βλασφημείται το όνομα μου εν τοις έθνεσι» (Ρωμ. Β' 4). Ο «λύχνος» της ζωής τους δεν φέγγει και δεν φωτίζει «πάσι τοις εν τη οικία» (Ματθ. Ε΄ 15), αλλά το ημίφως των ασυστόλων παραβάσεών τους, το όνομα του Θεού βλασφημεί και κακοσυσταίνει.

Τέτοιοι ήσαν και οι θρησκευτικοί ηγέτες των Ιουδαίων. Σε τίποτε δεν τους ωφέλησε η θεολογική μόρφωση, το εκκλησιαστικό αξίωμα! Έμειναν άπιστοι! Από την πρώτη στιγμή εκδηλώθηκε η κακία της ψυχής τους, ως αντίδραση κατά του θείου Διδασκάλου. Με κάθε τρόπο επεζήτησαν να στερεώσουν τους εαυτούς τους στην απιστία. Γι' αυτό και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης υπογραμμίζει τη σκληροτράχηλη απιστία τους, όπως αυτή ξεσκεπάστηκε και στο θαύμα του εκ γενετής τυφλού: «Ουκ επίστευσαν οι Ιουδαίοι (Φαρισαίοι) περί αυτού ότι τυφλός ην και ανέβλεψεν» (Ιω. Θ' 18). Και όμως το θαύμα του εκ γενετής τυφλού ήταν ολοφάνερο, όπως και όλα τα εκπληκτικά θαύματα του Κυρίου. Και παρά ταύτα εξακολουθούσαν να μη πιστεύουν στο Χριστό ότι ηταν ο Μεσσίας, παρ' όλα τα εκπληκτικά θαύματα τα οποία έβλεπαν να επιτελεί. Κατ' αυτόν τον τρόπο, σταδιακά, αλλά σταθερά, μόνοι τους παρασκεύασαν τους εαυτούς τους ως εύχρηστα όργανα του Σατανά, για να συντελεσθεί το μεγαλύτερο, το ανεπανάληπτο Έγκλημα στη γη.

Ας παρακολουθήσομε, λοιπόν, την κακοποιό δράση των θρησκευτικών ηγετών του Ισραήλ, για να πάρουμε και τα ανάλογα μηνύματα-διδάγματα.

αρχιμ. Καλλίστρατος Λυράκης: Ιούδας ο προδότης

(αναρτάται πρώτη φορά στο διαδίκτυο)
Τότε μαζεύτηκαν οι Αρχιερείς και οι Γραμματείς και οι προεστοί του λαού στο μέγαρο του Αρχιερέα, που ονομαζόταν Καϊάφας, και συναποφάσισαν να συλλάβουν τον Ιησού με δόλο και να τον φονεύσουν». Ο τόπος των συσκέψεων κατά του αθώου Ίησού υπήρξε η αυλή του αρχιερέα Καϊάφα. Αλλά το ορμητήριο ήταν οι πονηρές καρδιές τους, στις οποίες είχε εγκαθιδρυθεί ο Σατανάς. Εκείνος ήθελε να γίνει κρυφά ο θάνατος του Ιησού, για να μη καταστεί φανερό το Πάθος του Κυρίου και πιστεύσουν πολλοί, όπως ο ληστής και ο εκατόνταρχος, αλλά και «να μη γίνει αυτός (ο θάνατος) κατά τη γιορτή για να μη προκληθεί ταραχή στο λαό», όπως ισχυρίζονταν οι αρχιερείς από το διάβολο παρακινούμενοι.



Νέο όμως απροσδόκητο γεγονός ήλθε να μεταβάλλει τις αποφάσεις των Γραμματέων και των Φαρισαίων. Η προδοσία του Ιούδα! Και σπεύδουν στην πραγματοποίηση του εγκλήματος.
«Τότε πήγε ένας από τους δώδεκα, αυτός που λεγόταν Ιούδας Ισκαριώτης στους Αρχιερείς». Ο Ιούδας είχε αντιληφθεί καλά τις φονικές διαθέσεις των Αρχιερέων. Γι' αυτό και πήγε να τους εξυπηρετήσει στο θεοκτόνο έργο τους. Αλλά η εξυπηρέτηση αυτή κατέστησε το όνομά του μισητό και αποτρόπαιο και την ψυχή του δέσμια του αιωνίου θανάτου. Η κοινή συνείδηση του απέδωσε το χαρακτηρισμό του προδότη. Ο Κύριος είπε γι αυτόν τους βαρείς λόγους: «Αλλοίμονο στον άνθρωπο εκείνο, που γίνεται όργανο για να παραδοθεί ο υιός του ανθρώπου. Ήταν πιο συμφέρον γι' αυτόν να μη είχε γεννηθεί ο άνθρωπος εκείνος». Και αλλού τον αποκαλεί «υιόν της απωλείας» (Ίω. ΙΖ' 12).


Η βαρύτητα του αμαρτήματος του Ιούδα

Ναί. Το αμάρτημα του Ιούδα υπήρξε βαρύ. Βαρύτερο και του εγκλήματος των Αρχιερέων. Γιατί;

α) Προσήλθε αυτόκλητος, για να συνεργήσει στην απεχθέστερη και εγκληματικότερη για το ανθρώπινο γένος πράξη. Οι αρχιερείς ποτέ δεν φαντάσθηκαν ότι ο προδότης θα προερχόταν από τον κύκλο των μαθητών. Γι' αυτό καμιά προσπάθεια συνεταιρισμού με τους μαθητές δεν κατεβλήθη από μέρους τους. Οι Αρχιερείς και χωρίς την προσφορά του Ιούδα θα βρίσκαν τρόπο να πραγματοποιήσουν το σχέδιο τους. Αλλά ο Ιούδας μόνος προσήλθε προς αυτούς, αυτόκλητος για να τους εξυπηρετήσει.

β) Εγνώριζε την αξία του Κυρίου. Δεν του ήταν άγνωστος. Έζησε μαζί Του. Τον εγνώρισε από κοντά ποιος ήταν. Γνώριζε τη δύναμή Του, τη σοφία Του, την αγιότητά Του, τις αρετές Του. Είχε λόγους να πιστεύει ότι ήταν ο Υιός του Θεού. Όταν ο Πέτρος εξ ονόματος ολων των μαθητών διεκήρυξε: «Εμείς οι δώδεκα έχομε πιστεύσει και έχομε γνωρίσει με την προσωπική μας πείρα οτι Συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, που δεν είναι νεκρός σαν τα είδωλα, αλλ' έχει από τον εαυτό του ζωή και μεταδίδει αυτή και στους ανθρώπους», το διεκήρυττε και ο Ιούδας.

Είχε λάβει και αυτός το χάρισμα της θαυματουργίας, να θεραπεύει τις ασθένειες και να βγάζει τα δαιμόνια (Μαρκ. Γ΄ 15). Ο Κύριος έδωσε και σ' αυτόν, όπως και στους άλλους μαθητές, εξουσία κατά του Σατανά και των οργάνων του: «Σας δίδω τώρα εξουσία κατά του σατανά πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που σας έδωσα, όταν σας εξαπέστειλα στο κήρυγμα. Σας δίδω εξουσία να νικάτε και να ποδοπατείτε όλα τα όργανα του σατανά, που σαν φίδια και σκορπιοί επιβουλεύονται και χύνουν το δηλητήριο ύπουλα στις ψυχές των ανθρώπων, για να θανατώνουν αυτές. Σας δίδω εξουσία να κατανικάτε όλη τη δύναμη, που διαθέτει ο εχθρός του ανθρώπου, ο σατανάς, σε τρόπο ώστε κανένα μέσο, από όσα θα χρησιμοποιεί αυτός προς παρεμπόδιση του έργου σας, να μη τελεσφορεί. Και τίποτε, από όσα εναντίον σας μηχανεύεται αυτός, δεν θα σας αδικήσει ή βλάψει».

Αλλά ενώ είχε την πεποίθηση ότι ο Ιησούς ήταν ο απεσταλμένος του Θεού, και ενώ ώφειλε μάλλον να προστατεύει τη ζωή Του, με θυσία της δικής του ζωής, όπως έλεγε ο Πέτρος: « Εάν χρειασθεί να πεθάνω και εγώ μαζί σου, για κανένα λόγο δεν θα σε αρνηθώ, τα ίδια έλεγαν και όλοι οι μαθητές»· όχι μόνο αυτό δεν κάνει, αλλά αυτόκλητος ο Ιούδας ήλθε στους Αρχιερείς για να τον παραδώσει.

γ) Επιπλέον δεν είχε κανένα λόγο δυσαρέσκειας ο Ιούδας. Γιατί ο Κύριος φερόταν απέναντί του χωρίς διάκριση, όπως και προς τους άλλους μαθητές και προς όλους, με αγάπη και στοργή. Τους όχλους και τον Πέτρο επέπληξε, τον Ιούδα όμως ουδέποτε. Του έδειχνε πάντοτε την αυτή αγάπη. Του έδιδε πάντοτε την αυτή θέση.

Επειδή γνώριζε την καρδιά και τις διαθέσεις του, θα μπορούσε να τον είχε κατατάξει στον κύκλο των 70. Αλλά κάτι τέτοιο δεν το έκανε. Τον κατέταξε στο στενό κύκλο των δώδεκα, μεταξύ δηλαδή εκείνων τους οποίους ο ίδιος εξέλεξε, με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Του είχε την αυτή εμπιστοσύνη, αφού τον κατέστησε «ταμία». «Αυτός είχε το κυτίο από τις συνεισφορές και κατακρατούσε κρυφά, για τον εαυτό του τα ριπτόμενα σ' αυτό χρήματα». Για όλα τα ανωτέρω ευγνωμοσύνη και δείγματα αφοσίωσης άρμοζε να έχει ο Ιούδας και όχι δυσαρέσκεια.

Παρά ταύτα, προσέρχεται στους Αρχιερείς και τους προτείνει: «Τι θέλετε να μου δώσετε»;

Το νόσημα του Ιούδα

Ο Ιούδας βρίσκεται μπροστά στο παράνομο Συνέδριο των Αρχιερέων, Γραμματέων και Φαρισαίων. Σκοπός του η προδοσία του Αθώου! Στόχος του: το χρήμα! Γι' αυτό και τους ερωτά: «Τι θέλετε να μου δώσετε; » (Ματθ. ΚΣΤ΄ 15).

Τι να σου δώσουν οι Αρχιερείς; Αλλά ο Χριστός, αχάριστε μαθητή, σε έκανε Απόστολό Του. Και συ γίνεσαι πληρωμένο όργανο στους Αρχιερείς; Ο Χριστός σου έδωσε τη δύναμη να θαυματουργείς, και συ δεν ικανοποιείσαι; Ο Χριστός σου ετοίμασε θρόνο για να κρίνεις «τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ» (Ματθ. ΙΘ' 28) και συ ρωτάς : «τι θέλετε να μου δώσετε», για να χάσεις το θρόνο σου στον ουρανό και να απωλεσθείς;

Ναί, ο Ιούδας «κλώτσησε» τον Χριστό, τον αποστράφηκε εντελώς! Και πραγματοποιήθηκε ο λόγος του Ψαλμωδού: «ο εγκάρδιος φίλος, με τον οποίο είχα συνδεθεί με όρκους ειρήνης και στον οποίο στήριζα τις ελπίδες μου και έτρεφα κάθε εμπιστοσύνη προς αυτόν, τον οποίο είχα ομοτράπεζό μου και έτρωγε από τους άρτους μου, ύψωσε όσο του ήταν δυνατό υψηλότερα την πτέρνα του και κατάφερε εναντίον μου λάκτισμα βίαιο και κτηνώδες»!

Τι υποκίνησε την προδοσία; Είναι φανερό. Η φιλαργυρία! Ζήτησε αργύρια. Βέβαια, η γενική ψυχική κατάσταση του Ιούδα ήταν άθλια. Η καρδιά του ήταν θέατρο κάθε κακίας και ιδιοτέλειας. Αλλά η αμαρτία αυτή εκδηλώθηκε σ' αυτόν κάτω από την π ιό ελεεινή και ολέθρια μορφή, τη φιλαργυρία. Το πάθος αυτό τον είχε κυριεύσει. Είπαμε ότι υπήρξε η πιο ολέθρια μορφή η φιλαργυρία γιατί η δίψα του χρήματος αποβαίνει όλεθρος και καταστροφή.

Αναντίρρητα το χρήμα παίζει σπουδαίο ρόλο στην πορεία της ζωής του ανθρώπου. Άλλοτε προς το καλό και άλλοτε προς το κακό, τις περισσότερες φορές προς το κακό. Αυτό διευκολύνει ασωτείες, άτοπες φιλοδοξίες, καταχρήσεις και κάθε παράνομο τρόπο και μέσο. Και ο ανθρώπινος εγωισμός στρέφεται προς αυτό. Επιδιώκει με οποιοδήποτε τρόπο την απόκτησή του. Έτοιμος να χρησιμοποιήσει προς το σκοπό αυτό τα πάντα. Ποδοπατεί συνείδηση. Προδίδει το καθήκον. Αρνείται το Θεό! Τον πωλεί ολόκληρο. Η τρέλλα και η μανία του χρήματος είναι ό, τι κατώτερο.

Αυτό είχε κυριεύσει και τον Ιούδα. Ο νους του ήταν στο χρήμα· όταν τα έβλεπε, όταν τα ψηλαφούσε, όταν τα μετρούσε και άκουε τον ήχο τους, αισθανόταν ιδιαίτερη ευχαρίστηση. Άστραφταν τα μάτια του από χαρά. Και τα όνειρά του με το χρήμα είχαν συνδεθεί. Μοναδικός θησαυρός της καρδιάς του!

Και όμως, αφού ήταν μαθητής του Χριστού, έπρεπε ο Χριστός να ήταν ο Θησαυρός του, όπως ήταν για τους άλλους μαθητές. Είχαν βέβαια αδυναμίες και οι άλλοι μαθητές, αλλά υποχωρούσαν αυτές μπροστά στο Χριστό. Ο Χριστός υπεράνω όλων.

Αντίθετα, ο Ιούδας στο χρήμα έδιδε την προτεραιότητα. Αυτό αγαπούσε· διαμαρτυρόταν όταν ξέφευγε από τα χέρια του. Αυτό φαίνεται καθαρά και στο περιστατικό με τη Μαρία, την αδελφή του Λαζάρου, η οποία στο σπίτι τους άλειψε με γνήσιο και ανόθευτο και πάρα πολύ ακριβό μύρο τα πόδια του Ιησού. Τότε ο Ιούδας διαμαρτυρήθηκε και είπε: «Το μύρο αυτό αντί να χυθεί και σπαταληθεί άσκοπα, γιατί δεν πωλήθηκε αντί τριακόσια δηνάρια, δηλαδή αντί διακόσιες πενήντα περίπου χρυσές δραχμές, και δε δόθηκε το αντίτιμό του ελεημοσύνη στους πτωχούς;». Αλλά προσθέτει ο ιερός Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Είπε δε αυτό, όχι διότι ενδιαφερόταν για τους πτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέπτης και είχε αυτός το κυτίο των συνεισφορών και κατακρατούσε κρυφά για τον εαυτό του τα ριπτόμενα σ' αυτό χρήματα»!

Και τώρα το χρήμα απαιτεί προδοσία. Ποια άραγε εσωτερική πάλη θα έλαβε χώρα την παραμονή τής αναίσχυντης πράξεώς του; Ισχυρό το δίλημμα: η αγάπη προς το Διδάσκαλο από τη μια, και η αγάπη προς το χρήμα από την άλλη!

«Αυτοί δε του ζύγισαν και του παρέδωσαν άργυρο βάρους τριάντα διδράχμων, αξίας περίπου ογδόντα πέντε χρυσών δραχμων».

Ρεαλιστικά περιγράφει τη φρικτή προδοσία του Ιούδα το δεύτερο ιδιόμελο απόστιχο από τους αίνους του Όρθρου της Μεγάλης Πέμπτης:
«Σήμερα ο Ιούδας αποσύρει το προσωπείο της φιλοπτωχίας και φανερώνει τη μορφή της πλεονεξίας. Δεν ενδιαφέρεται πια για τους πτωχούς. Δεν ζητεί για τους πτωχούς. Δεν ζητεί πια να πωληθεί το μύρο της γυναίκας, αλλά διαπραγματεύεται τη τιμή και πωλεί το ουράνιο Μύρο, που είναι ο Χριστός, για να εισπράξει από την ανίερη και βέβηλη αυτή πώληση τριάντα αργύρια. Τρέχει στους Ιουδαίους και λέει στους παρανόμους: Τι θέλετε να μου δώσετε και εγώ θα σας παραδώσω το Χριστό; Ω! Πόση μεγάλη φιλαργυρία έδειξε ο προδότης! Φθηνά πωλεί το Διδάσκαλό του. Σύμφωνα με τη γνώμη των αγοραστών κανονίζει ο πανάθλιος την τιμή του πωλουμένου Χριστού! Δεν πολυπραγμονεί για τη μικρή τιμή που του δίδουν, αλλά τον πωλεί σαν ένα δραπέτη, ο οποίος διέφυγε από τη φυλακή. Αυτή είναι η συνήθεια των κλεπτών. Ο μαθητής πετά τα άγια στους βρωμερούς σκύλους, τους άρχοντες των Ιουδαίων. Διότι η λύσσα της φιλαργυρίας τον κάνει να στρέφεται με μανία κατά του Δεσπότη και κυρίου του».

Η αρρώστια του Ιούδα τον είχε πια εξ ολοκλήρου κυριεύσει. Δεν του άφηνε κανένα περιθώριο για να σκεφθεί νηφάλια, λογικά. Ήταν δούλος του χρήματος! Λάτρευε με πάθος το ψυχρό μέταλλο. Κι είχε εκούσια αρνηθεί τη θεϊκή αγάπη!

Ήταν άραγε εκ γενετής ο Ιούδας προδότης και φιλάργυρος; Βέβαια όχι. Δεν ακολούθησε το Χριστό για να τον προδώσει. Τον ακολούθησε εντελώς ανιδιοτελώς. Είχε όμως το φοβερό ελάττωμα της πλεονεξίας. Δεν το πολέμησε ευθύς εξαρχής. Αν και του δόθηκαν πλείστες ευκαιρίες.

Το παράδειγμα του Κυρίου και των μαθητών Του δεν στάθηκε ικανό να στερεώσει την απόφαση της καταπολεμήσεώς του. Ο Κύριος «δεν είχε που να ακουμπήσει το κεφάλι Του». Αλλά και η ζωή των μαθητών Του δεν απείχε πολύ εκείνης του Διδασκάλου. «Μέχρις αυτής της ώρας, και πεινούμε και υποφέρομε από δίψα στις περιοδείες μας και δεν έχομε αρκετά ρούχα, όταν στο μέσο των ταξιδιών μας καταλαμβανόμαστε ξαφνικά από το χειμώνα, και δεχόμαστε κτυπήματα και κακομεταχειρίσεις και δεν στεκόμαστε πουθενά, αλλά διαρκώς φεύγομε εδώ και εκεί».

Αλλά ούτε και η διδασκαλία του Κυρίου περί πλεονεξίας τον συνεκίνησε, όταν άκουσε από το στόμα του Διδασκάλου να λέει: «Προσέχετε και προφυλάσσεσθε από κάθε είδους πλεονεξίας». Δεν συνεκινήθει. Δεν έλαβε τα μέτρα του προς θεραπεία. Δεν απομάκρυνε το «γλωσσόκομο», που γινόταν αιτία να τον κρατεί υπόδουλο στη φιλαργυρία. Αντίθετα, υποχωρούσε. Διότι «ήταν κλέπτης και αυτός είχε το κυτίο των συνεισφορών». Επιπλέον, πίστευε σε εγκόσμια βασιλεία του Χριστού, για να βρει ευκαιρία να ικανοποιήσει πλήρως το πάθος του. Άφησε, λοιπόν, απολέμητο το πάθος της φιλαργυρίας. Έδειξε αδιαφορία· αλλά οταν το πάθος μένει απολέμητο, αποθηριώνεται, γίνεται τέρας, κατατρώγει τον άνθρωπο.


Το έσχατο ολίσθημα

Ακόμη έκρυψε το πάθος του. Αν ο ίδιος δεν είχε τη δύναμη να το πολεμήσει, ήταν οι άλλοι πρόθυμοι να τον βοηθήσουν. Ποιοι; Οι συμμαθητές τους, ο Πέτρος, ο Ιωάννης,ο Ιάκωβος, και αυτός ο ίδιος ο Διδάσκαλός του. Εάν το φανέρωνε θα είχε ιδιαίτερη νουθεσία, βοήθεια ικανή για να ελευθερωθεί.

Ο Ιούδας όμως απομονώθηκε ψυχικά. Καμιά ψυχική επικοινωνία δεν είχε με τους άλλους συμμαθητές για να φανερώσει σ' αυτούς τι του συμβαίνει. Να εξομολογηθεί, να αποκαλύψει την αδυναμία, η οποία σιγά-σιγά τον υποδούλωνε. Απεναντίας, ο Ιούδας το αμάρτημά του το κρατεί μυστικό. Και όταν το κακό κρύπτεται γίνεται καρκίνωμα κρυφό στα βάθη των σπλάγχνων μας, με αποτέλεσμα να απονεκρώνει κάθε πνευματική ικμάδα και ζωή.

Ο Μ. Βασίλειος τονίζει σχετικά με τα παραπάνω: «Διότι η κακία που αποσιωπάται είναι ύπουλος νόσος μέσα στην ψυχή. Όπως, λοιπόν, δεν μπορούμε να πούμε ευεργέτη εκείνον που αφήνει μέσα στο σώμα τα ολέθρια πράγματα, αλλά μάλλον εκείνον που τα βγάζει έξω με πόνο και χειρουργική επέμβαση, ώστε ή να αποβάλει με εμετό το βλαβερό ή γενικά για τη φανέρωση της ασθένειας να γνωρισθεί καλά ο τρόπος της θεραπείας, έτσι προφανώς και το να αποκρύπτει την αμαρτία, σημαίνει ότι ετοιμάζει μαζί με τον ασθενή το θάνατο. Διότι «κέντρο του θανάτου είναι η αμαρτία» (Α' Κορ. IE' 56), «καλύτεροι δε οι φανεροί έλεγχοι από την κρυπτόμενη φιλία» (Παροιμ. ΚΖ΄5). Ας μη κρύπτει λοιπόν τα αμαρτήματα ο ένας του άλλου, για να μη γίνει αδελφός αδελφοκτόνος αντί φιλάδελφος, ούτε δε τα δικά του «διότι εκείνος ο οποίος δεν θεραπεύει τον εαυτό του», λέγει η Γραφή, «στα δικά του έργα, είναι αδελφός εκείνου που κατέστρεψε τον εαυτό του» (Παροιμ. ΙΗ' 9).

Πόσα δεν έχει να μας διδάξει η συμπεριφορά αυτή του Ιούδα! Να μη κρύπτομε το εσωτερικό μας. Βέβαια, δεν θα το εμφανίζομε στον πρώτο τυχόντα, αλλά στον πνευματικό εξομολόγο, που είναι αντιπρόσωπος του Χριστού. Όταν δεν εξωτερικεύομε αυτό που η συνείδηση μας μαρτυρεί ότι δεν είναι καλό, ότι είναι αμαρτία, τότε και η ευλάβεια που εξωτερικεύομε καταντά να είναι υποκρισία. Αυτό ακριβώς συνέβαινε με τον Ιούδα. 

Ενώ ήταν φιλάργυρος έκανε τον φιλόπτωχο. Ενώ ήταν κλέπτης, παρουσιαζόταν πιστός και αφοσιωμένος οπαδός του Χριστού. Ενώ ήταν επίσημος μαθητής του Κυρίου, δεν διστάζει να γίνει προδότης του Διδασκάλου!

Πόσο πρέπει να προσέχουμε, μήπως και εμείς αφήνουμε μέσα μας κάποια αδυναμία, η οποία χωρίς να το πολυκαταλαβαίνομε, γίνεται πάθος. Ιδίως την αγάπη προς το χρήμα. Είναι η πιο ευπαθής πλευρά μας. Ας θυμόμαστε και αυτό: ότι ο φιλάργυρος και πλεονέκτης γίνεται εχθρός της κοινωνίας. Θέλει διαρκώς να απομιζά. Δεν προσφέρει τίποτε σ'αυτή. Και καταντάει εχθρός και προδότης του Θεού, που τον πουλάει χάρη του χρήματος.

Δεν είναι ολίγοι εκείνοι, που κατάντησαν άπιστοι και άθεοι, εξαιτίας του χρήματος. Γιατί η αγάπη προς το χρήμα τους κάνει να διαπράττουν απάτες, νοθείες, να ψεύδονται, να ψευδορκούν, να παραθεωρούν θείους και ανθρώπινους νόμους, να μένουν ψυχροί και αδιάφοροι στον πόνο και τη δυστυχία των άλλων, μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουν όσο το δυνατό περισσότερα χρήματα. 


Ο Κύριος προσπαθεί να σώσει τον Ιούδα

Η ύστατη προσπάθεια την οποία καταβάλλει ο Κύριος την τελευταία ώρα, ήταν όταν τελούνταν ο Μυστικός Δείπνος. «Κατά την πρώτη από τις επτά ημέρες που διαρκούσε η εορτή των αζύμων ή του Πάσχα, ήλθαν οι μαθητές στον Ιησού και του είπαν· που θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φάγεις το Πάσχα;» (Ματθ. ΚΣΤ ΄ 17).

Πάντοτε πρόθυμοι οι μαθητές να υπηρετήσουν τον Διδάσκαλο. Αντίθετα προς τον Ιούδα, ο οποίος σκέπτεται πώς θα παραδώσει τον Διδάσκαλο! Στην τελευταία επιθυμία του Κυρίου για κοινή γύρω από το τραπέζι συνάντηση με τον κύκλο των μαθητών, ο Ιούδας «τη γνώμη φιλαργυρεί»! Σκοτίζεται η διάνοιά του και αμαυρώνει τη μεγαλύτερη γιορτή των Ιουδαίων.

Στην ερώτηση προς τον Κύριο «που θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το Πάσχα», ο Κύριος απάντησε: «Πηγαίνετε στην πόλη προς τον δείνα» (Ματθ. ΚΣΤ΄΄18). Φαίνεται ότι ηταν άγνωστος.

Στην πραγματικότητα η λέξη αυτή τέθηκε αντί του κυρίου ονόματος. Και όπως σημειώνει ο Ζηγαβινός: «Παρασιώπησε του ανδρός την κλήσιν, όπως μη μαθών την οικίαν Ιούδας εκδράμη προς τους επιβούλους και επαγάγη τούτους αυτώ προ του παραδούναι τον μυστικόν δείπνον τοις μαθηταίς». Ο Κύριος τήρησε μυστικό τον τόπο και το χρόνο, για να αποφύγει πρόωρη σύλληψη. Ο Ιούδας αγνοούσε πιθανότατα τον τόπο μέχρι της στιγμής κατά την οποία ο Κύριος ωδήγησε αυτόν στο υπερώο. Από αυτό, σημειώνει ο ιερός Χρυσόστομος, αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά, ότι «ουκ άκων επί το πάθος έρχεται».

«Και είπατέ του· ο διδάσκαλος λέγει· ο καιρός του πάθους μου πλησιάζει· σκέπτομαι να κάμω Πάσχα με τους μαθητές Μου στο σπίτι σου. Και οι μαθητές έκαναν καθώς τους παράγγειλε ο Ιησούς και ετοίμασαν το μέρος, όπου θα γινόταν το Πάσχα» (Ματθ. ΚΣτ ΄ 19).

Ο Κύριος είχε τη φήμη του Προφήτη. Ο λαός ευχαρίστως θα τον δεχόταν. Εκείνος όμως που τον δέχθηκε στο σπίτι του είναι αξιοθαύμαστος. Διατί; Διότι οι εχθρικές εκδηλώσεις των Φαρισαίων κατά του Ιησού ήσαν γνωστές. Και αυτός που δέχθηκε στο σπίτι του τον Ιησού δεν φοβόταν αυτές. Δέχεται τον Ιησού! Ποία μεγάλη ευλογία του Θεού, εκείνο το Πάσχα να λάβει χώρα στο σπίτι του!


Η αποκάλυψη της προδοσίας

Στο τραπέζι του Πάσχα βρίσκεται και ο Ιούδας! Και εδώ ο Κύριος προσπαθεί και την ύστατη στιγμή να ανελκύσει το μαθητή από το βάραθρο της απώλειας.
«'Οταν δε βράδιασε, ήταν γερμένος στο τραπέζι με τους δώδεκα» (Ματθ. ΚΣΤ ΄20).

Αυτή την ώρα άρχιζε η πρώτη των αζύμων. Ο Κύριος, το αντίτυπο του νομικού Πάσχα, το μυστικό δείπνο, το οποίο είναι το χριστιανικό και αληθινό Πάσχα, τέλεσε κατά την Πέμπτη 13 του Νισάν, κατά την εσπέρα, της οποίας με τη δύση του ηλίου είχε αρχίσει η 14 Νισάν, δηλαδή η πρώτη των αζύμων. Οι Εβραίοι αριθμούσαν τις ημέρες από το εσπέρας της προηγούμενης ημέρας.

«Και ενώ έτρωγαν αυτοί, ο Κύριος είπε: με βεβαιότητα σας λέω, ότι ένας από σας θα με παραδώσει στους σταυρωτές μου» (Ματθ. ΚΣΤ' 21). Σαν βόμβα έπεσε η αναγγελία αυτή του Κυρίου. Προ του δείπνου είχε πλύνει τα πόδια και του προδότη! Ποίο δείγμα ανεπανάληπτης ταπεινώσεως, αλλά και αγάπης! «Ο δε παράνομος Ιούδας, ουκ ηβουλήθη συνιέναι», αναφωνεί ο ιερός υμνογράφος. Και οι μαθητές τι κάνουν; «και με λύπη πολλή άρχισαν να λένε σ' Αυτόν καθένας από αυτούς· μήπως είμαι εγώ, Κύριε; Ο δε Κύριος αποκρίθηκε και είπε· Εκείνος που βούτηξε μαζί μου στο ζωμό της πιατέλλας το χέρι, αυτός θα με παραδώσει για να θανατωθώ» (Ματθ. ΚΣΤ' 22-23). Δεν λέει το όνομά του, για να μη τον εκθέσει. Δεν λέει το όνομά του, για να τον ελκύσει κοντά Του την τελευταία στιγμή. Υπήρχε ακόμη καιρός μετανοίας.

Εν τούτοις ο Ιούδας μένει ασυγκίνητος! Τι επακολουθεί; Ταλανισμός και απειλή εκ μέρους του Κυρίου. «Ο μεν υιός του ανθρώπου φεύγει από την παρούσα ζωή, σύμφωνα με τις προφητείες, που έχουν γραφεί περί αυτού. Αλλοίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο, που γίνεται όργανο για να παραδοθεί ο υιός του ανθρώπου.

Ήταν συμφερότερο γι' αυτόν να μη είχε γεννηθεί ο άνθρωπος εκείνος» (Ματθ. ΚΣΤ' 24). Και όμως τίποτε δεν φόβισε τον Ιούδα. Διότι είχε πωρωθεί! Γι' αυτό και δείχνει απάθεια και αναισχυντία! «Αποκρίθηκε δε ο Ιούδας, που τον παρέδωσε, και είπε· μήπως είμαι εγώ, διδάσκαλε;». Μπορούσε να του απαντήσει ο Κύριος: «Ω ελεεινέ προδότη! Τόσο καιρό το σκέπτεσαι και έχεις συμφωνήσει την προδοσία μου και τολμάς και ερωτάς: «μήπως είμαι εγώ;». Αλλά ο Κύριος συμπεριφέρεται με ηπιότητα απέναντί του. Του δείχνει για πολλοστή φορά την αγάπη και τη στοργή Του. Του απαντά απλώς «Σύ το λέγεις».

Η απάντηση αποτελεί αόριστη και αμφίβολη επιβεβαίωση, και επαφίεται το πράγμα συνεσκιασμένο. Θα ήταν ακατανόητο, εάν ο Χριστός απαντούσε με απλή και σαφή βεβαίωση. Τέτοια βεβαίωση που θα γινόταν μπροστά σ' όλους τους μαθητές, θα προκαλούσε έκρηξη μανιώδους οργής κατά του Ιούδα και ίσως για κάποιο τουλάχιστο χρόνο θα ματαίωνε τη σχεδιαζόμενη προδοσία. Με την αμφίβολη βεβαίωση στον μεν Ιούδα δινόταν νύξη, που θα τον βεβαίωνε ότι η σχεδιαζόμενη προδοσία ήταν γνωστή στον Διδάσκαλο, στους δε μαθητές δημιουργούνταν αβεβαιότητα περί του τι σήμαινε η απάντηση και έτσι δινόταν και πάλι η ευκαιρία στον προδότη να συνέλθει και να αναχαιτισθεί, χωρίς συγχρόνως και να εκτεθεί.

Αλλά ο Ιούδας παρουσιάζεται τόσο ασυνείδητος, τόσο αναιδής απέναντι του Κυρίου! Μας εντυπωσιάζει η συμπεριφορά του Ιούδα. Δυστυχώς τέτοιο είναι το πρόσωπο της αμαρτίας. Τέτοιους δούλους απεργάζεται η αμαρτία! Τέρατα τους κάνει!


Ο Ιούδας υπήρξε ένοχος

Υποστηρίζουν αρκετοί: «Ο Κύριος ήλθε στη γη σαν άνθρωπος για να αποθάνει, άρα και να προδοθεί Κι επομένως ο Ιούδας ήταν προορισμένος να γίνει προδότης του Χριστού, «για να πληρωθούν οι προφητείες των Γραφών, οι οποίες λένε, ότι έτσι πρέπει να γίνει».

Η παραπάνω σοφιστική και προβληματική θέση --ως προς την ευθύνη και ενοχή του Ιούδα- ανατρέπεται από την ακόλουθη ισχυρή αγιογραφική και πατερική τοποθέτηση.

Αν ο Ιούδας δεν ευθύνεται για την πράξη της προδοσίας, τότε γιατί μέσα στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται ως «υιός της απωλείας; » (Ίω. ΙΖ' 12). Επιπλέον, γιατί από το αδιάψευστο στόμα του Κυρίου βγήκε ο λόγος ότι ήταν συμφερότερο γι' αυτόν (τον Ιούδα) να μη είχε γεννηθεί; (Ματθ. ΙΣΤ' 24).

Οπωσδήποτε, η σοφία του Θεού μπορούσε να μεταστρέψει το κακό σε αγαθό, και την προδοσία σε σωτηρία. Αυτό όμως δεν απαλλάσσει από την προσωπική του ευθύνη και ενοχή τον Ιούδα. Ο ιερός Χρυσόστομος γράφει σχετικά:

«Δεν έπραξε αυτό σύμφωνα με αυτή την ιδέα, αλλά από κακία. Εάν δεν ερευνάς να μάθεις το σκοπό της πράξης, τότε θα απαλλάξεις το διάβολο από τα εγκλήματα. Αλλά δεν είναι έτσι τα πράγματα, δεν είναι. Διότι και αυτός ( ο Ιούδας) και εκείνος (ο διάβολος) είναι άξιοι αναρίθμητων τιμωριών, έστω και αν σώθηκε η οικουμένη. Διότι την σωτηρία μας δεν την προξένησε η προδοσία του Ιούδα, αλλά η σοφία του Χριστού και η αφθονία της εφευρετικότητάς Του, ο Οποίος μεταχειρίζεται τις πονηρίες των άλλων προς το συμφέρον μας».

Η παραπάνω προβληματική έκφραση λέγεται πολλές φορές στην εποχή μας από πρόσωπα που αναλαμβάνουν την υπεράσπιση του Ιούδα (και μάλιστα διανοουμένων) με άρθρα τα οποία γράφουν την Μ. Εβδομάδα.

Στην περίπτωση του Ιούδα διαφαίνεται η επιδερμική ακρόαση της διδασκαλίας του Κυρίου, η οποία έμεινε στα αυτιά και δεν εισήλθε στήν καρδιά του, για να την απομακρύνει από το πάθος της φιλαργυρίας.

Τη Μεγάλη Τετάρτη το βράδυ ακούμε ένα τροπάριο, που ε ίναι το τρίτο από τα ιδιόμελα των αποστίχων των αίνων της Μεγάλης Πέμπτης. Σ' αυτό καθαρά υπογραμμίζεται η ενοχή της διεστραμμένης καρδιάς του Ιούδα. Ο ποιητής του τροπαρίου απευθύνεται κατ' ευθείαν στον προδότη μαθητή και του λέει: «Ο τρόπος και η συμπεριφορά σου είναι γεμάτη από δολιότητα, παράνομε Ιούδα. Είχες την αρρώστεια της φιλαργυρίας. Κυριεύθηκες από αυτή και προχώρησες στην προδοσία. Κέρδισες το μίσος από τους ανθρώπους. Αφού αγάπησες τον πλούτο, γιατί θέλησες και ακολούθησες Εκείνον, ο Οποίος δίδασκε τη φτώχεια και αφιλαργυρία; Αν πραγματικά τον αγαπούσες, γιατί τον πώλησες, τον Ατίμητον, ο Οποίος αξίζει περισσότερο από όλου του κόσμου τους θησαυρούς; Γιατί τον παρέδιδες να θανατωθεί με ένα φρικτό και ανόσιο θάνατο; Φρίξε ήλιε, για όσα φρικτά εγκλήματα έγιναν! Στέναξε η γη και να σεισθείς από φοβερό σεισμό και να βοήσεις προς τον σταυρωθέντα Χριστό: Κύριε, δόξα ανήκει σε Σένα, που ανέχεσαι τις κακίες όλων».

Δεν ήταν, λοιπόν, προορισμένος να προδώσει ο Ιούδας. Αλλά μόνος του προόρισε την προδοσία Του. Γι' αυτό και δεν αμνηστεύεται ο Ιούδας. Αφού άλλωστε η προδοσία ήταν εκ προμελέτης. 


Γιατί να γεννηθεί;

Ο Κύριος είπε: «Ήταν πιο συμφέρον γι' αυτόν να μη είχε γεννηθεί ο άνθρωπος εκείνος». Αναρωτιόνται κάποιοι: Και ο Ιούδας και όλοι οι πονηροί, γιατί άραγε να γεννηθούν; Δεν γεννήθηκε πονηρός. Έγινε πονηρός. Μπορούσε να γίνει καλός. Διότι όλα τα μέσα τα είχε προς τούτο: Μαθητής του Κυρίου ήταν. Μαθητές ιερούς συναναστρεφόταν. Αν μάλιστα λάβει κανείς υπόψη του ότι και μεταξύ πονηρών ο αγαθός μένει αγαθός, η ευθύνη του υπογραμμίζεται περισσότερο.

Ο ιερός Χρυσόστομος γράφει σχετικά: «Διότι πως δεν θα ήταν άξιοι (κολάσεως) τιμωρίας, αφού έχουν τόσους διδασκάλους της αρετής, χωρίς να κερδίζουν τίποτε από αυτούς; Καθώς, λοιπόν, οι καλοί και αγαθοί είναι άξιοι διπλής τιμής - διότι και καλοί έχουν γίνει και δεν έπαθαν καμιά βλάβη από τους κακούς- "ετσι και οι κακοί είναι άξιοι διπλής τιμωρίας και διότι έχουν γίνει κακοί, αν και μπορούσαν να γίνουν καλοί - πράγμα το οποίο αποδεικνύουν αυτοί που έγιναν- και διότι τίποτε δεν ωφελήθηκαν από τους καλούς».

Δυστυχώς, και ο Ιούδας αντιμετώπισε με ραθυμία τις κακίες της ψυχής του. Κι αυτές στο τέλος έγιναν ολέθρια πάθη που τον έπνιξαν. Βεβαίως, πρωταρχικό ρόλο ανάμεσα σ' αυτές έπαιξε η φιλαργυρία του.

Ναι. Ο Ιούδας υπήρξε ένοχος! Κατάπτυστος για την πράξη του αυτή. Δεν έσωσε τον κόσμο η προδοσία του Ιούδα, αλλά η θυσία του Χριστού. Ο Ιούδας δεν πρόδωσε τον Χριστό για την σωτηρία των ανθρώπων. Ούτε για να εκπληρωθούν οι προφητείες των προφητών, αλλά εξαιτίας της φιλαργυρίας του. Ο σκοπός του ήταν να πουλήσει τον Διδάσκαλο, να διαλύσει τον κύκλο των μαθητών του Χριστού και να εισπράξει τα τριάντα αργύρια. Εξαλλου δεν εγνώριζε ο Ιούδας ότι η σταυρική θυσία του Κυρίου θα προσφερόταν για τη σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητας, όλων των ανθρώπων από της δημιουργίας έως της συντέλειας των αιώνων, που θα έρχονται στη γη. Όπως το είχε πει ο ίδιος ο Χριστός.

«Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα 
καί πίνων μου τό αἷμα 
ἐν ἐμοί μένει, 
κἀγώ ἐν αὐτῷ».
(Ίω. στ' 56)
πηγή: αρχιμ. Καλλίστρατος Ν. Λυράκης, Οδοιπορικό του θείου πάθους κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο, Αθήνα 2003. 

Ο Χριστός, ο Θεός μας είναι νεκρός




Εσπερινός της Μ. Παρασκευής
I.
Ο Χριστός, ο Θεός μας είναι νεκρός. Δεν πέθανε επειδή το ήθελε – έστω κι αν το έκανε ελεύθερα και οικειοθελώς. Πέθανε για να κομίσει σωτήρια και αιώνια ζωή σε όλους τους ανθρώπους. Και λίγο πριν τον θάνατό Του προσευχήθηκε ζητώντας να ενωθεί μαζί μας, όπως ενωμένος είναι με τον Πατέρα.
Πόσο συχνά άραγε συλλογιζόμαστε πως αν θέλουμε να είμαστε ενωμένοι με το Χριστό, πρέπει να είμαστε ενωμένοι μαζί Του και στο θάνατο; Πόσο συχνά συνειδητοποιούμε πως πρέπει να πεθάνουμε μαζί Του;
Όσοι έχουν ήδη πάρει στη ζωή τους μια γεύση της αναστάσιμης δόξας του Χριστού και έχουν ανοίξει τα μάτια – έστω φευγαλέα – στη λάμψη και την ομορφιά της, επιδιώκουν να αντικρίζουν μόνο αυτή τη δόξα και αναμετράνε το βίο τους μονάχα με το μέτρο της βίωσής της.
Κι ωστόσο, αν λαχταρούμε ειλικρινά να ενωθούμε με το Χριστό, πρέπει να αποδεχόμαστε την ένωση Του και στο θάνατο. Πρέπει να γιορτάζουμε το θάνατό Του! Πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό που αξιωθήκαμε να μοιραζόμαστε μαζί Του τον σταυρό Του, την κάθοδό Του στον Άδη. Κι αυτό, διότι μέσα από θάνατο είναι που ο Χριστός κατήγαγε τη νίκη Του, μέσα από τον θάνατό κέρδισε για χάρη μας την αιώνια ζωή.
Ας μοιραστούμε τον θάνατό Του, ας μοιραστούμε τη φαινομενική Του ήττα από τις δυνάμεις του κόσμου τούτου, ώστε μέσα από τον θάνατο να φτάσουμε να ενωθούμε μαζί Του στη χαρά της ανάστασής Του.
Ο Χριστός ο Θεός μας, είναι νεκρός!
Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι!
II.
Οδεύσαμε κατά τη διάρκεια της Μ. Εβδομάδας στον δρόμο του Χριστού: σταθήκαμε μάρτυρες της εισόδου του στα Ιεροσόλυμα, της προδοσίας, της σταύρωσης και του θανάτου Του. Τώρα στεκόμαστε ενώπιον του μνήματός Του. Τι μπορούμε να πούμε; Ποιες λέξεις μπορούν να εκφράσουν τη θλίψη μας; Ζυγώσαμε το κέντρο του κόσμου, προσεγγίσαμε τον Δημιουργό μας και Τον συναντήσαμε τελικά νεκρό. Ο Θεός μας είναι νεκρός. Κι ωστόσο, ο θάνατός Του είναι το κατώφλι – η μόνη θύρα της αιώνιας ζωής. Πεθαίνοντας γεννιόμαστε, μέσα από τον θάνατο ανακαινιζόμαστε. Κοινωνώντας το μαρτύριο του Χριστού, προετοιμαζόμαστε να κοινωνήσουμε την ανάστασή Του. Ας έρθουμε κοντά να προσκυνήσουμε τα «οθόνια» του Χριστού. Ας έρθουμε να δοξάσουμε τον Θεό μας. Ποτέ δεν ζύγωσε ο Θεός τόσο κοντά μας όσο τώρα, ποτέ δεν μας προσέγγισε τόσο πολύ, όσο με τον θάνατό Του.
III.
Στεκόμαστε εδώ τούτο το απόγευμα, ενώπιον του σιωπηλού σκηνώματος του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού, του σαρκωμένου Υιού και Λόγου του Θεού. Στεκόμαστε ενώπιον Εκείνου που εξήλθε από τη σιωπή του Πατέρα για να μιλήσει σε μας για την αγάπη, και που κείτεται τώρα μπροστά μας μέσα στη σιωπή του θανάτου.
Πόσο βαθιά είναι η σιωπή του Θεού! Και πόσο μας μιλά! Εντός της περιέχεται κάθε νόημα: το πλήρωμα της δικαιοσύνης, της διάκρισης, του ελέους, της πίστης και της αγάπης. Δεν υπάρχουν λόγια που να μπορούν να μας πουν για τον Θεό περισσότερα απ’ όσα φανερώνει η σιωπή του θανάτου του Χριστού.
Καθώς ζυγώνουμε για να προσκυνήσουμε τον Κύριό μας, ας εισέλθουμε στον τόπο της σιωπής Του, στον τόπο που χωρά στην αγάπη Του· και μέσα σε τούτη τη σιωπή ας ανοίξουμε τα μάτια στην τέλεια αποκάλυψη της αγάπης του Θεού.

Πηγή: Βασίλειος Όσμπορν, Φως Χριστού, Στο μονοπάτι της Μ. Σαρακοστής, εκδ. Εν πλω, 2006, σ.165-169

Το δικό Του βλέμμα...




Μελετώντας κανεὶς τὴ ζωὴ τοῦ Κυρίου μας μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες τῆς Ἁγίας Γραφῆς διαπιστώνει πὼς ὑπάρχουν κάποια μικρὰ σημεῖα, κάποιες λεπτομέρειες, ποὺ ἐκ πρώτης ὄψεως μπορεῖ νὰ φαίνονται ἀσήμαντες, ἂν ὅμως τὶς ἐξετάσει προσεκτικότερα, θὰ δεῖ πὼς καὶ αὐτὲς οἱ λεπτομέρειες ἔχουν τὴ θέση τους, τὴ σημασία, τὴν ἀξία τους.

Μιὰ τέτοια συγκλονιστικὴ λεπτομέρεια μᾶς περιγράφει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς.

Μεσάνυχτα Πέμπτης πρὸς Παρασκευὴ ὁ Κύριος βρίσκεται ἐνώπιον τῶν ἀρχιερέων Ἄννα καὶ Καϊάφα. Μόνος. Χωρὶς τὴ συνοδεία, τὴ συμπαράσταση τῶν μαθητῶν, τὴν ὑποστήριξη τοῦ Πέτρου, τὴν ὁποία λίγο πρὶν Τοῦ εἶχε ὑποσχεθεῖ.

Τὴν ἴδια ὥρα, στὸν ἴδιο τόπο, μπροστὰ σὲ μιὰ δούλη αὐτὸς ὁ μαθητής, ὁ Πέτρος, θὰ ἀρνηθεῖ τὸν Κύριο τρεῖς φορές. Καὶ μάλιστα μὲ ὅρκους καὶ ἀναθεματίζοντας καὶ καταρώμενος τὸν ἑαυτό του, εἶπε ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν Κύριό του! Ὁ πειρασμὸς ἦταν μεγάλος καὶ τὸ ἁμάρτημα βαρύ. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἀκούστηκε τὸ λάλημα τοῦ πετεινοῦ. Ἦταν τὸ σημάδι ποὺ εἶχε βάλει ὁ Κύριος γιὰ νὰ τὸν ξυπνήσει. «Οὐ φωνήσει σήμερον ἀλέκτωρ πρὶν ἢ τρὶς ἀπαρνήσῃ μὴ εἰδέναι με» τοῦ εἶχε πεῖ (Λουκ. κβ΄ 34).

Τὴν ἴδια στιγμὴ ὁ Κύριος, εἴτε ἀπὸ τὴν ἀνοικτὴ πόρτα τῆς αἴθουσας ὅπου δικαζόταν, εἴτε ἀπὸ κάποιο παράθυρο τοῦ διαδρόμου ἀπ’ ὅπου Τὸν ὁδήγησαν στὴν ἐπίσημη αἴθουσα τοῦ συνεδρίου, ἔριξε ἕνα βλέμμα στὸν Πέτρο γεμάτο πόνο καὶ συμπάθεια. «Ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ», σημειώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς. Βρισκόταν ἐνώπιον τῶν παρανόμων δικαστῶν, δὲν λησμόνησε ὅμως τὸν μαθητή του. Θὰ μποροῦσε, σημειώνει ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς Παναγιώτης Τρεμπέλας, «νὰ τοῦ στρέψῃ ὁριστικῶς τὰ νῶτα καὶ νὰ μὴ ρίψῃ πλέον κανὲν βλέμμα εἰς αὐτόν. Καίτοι δὲ ὁ Πέτρος εἶναι ἤδη ἔνοχος βαρέος ἐγκλήματος, ἐν τούτοις ὁ Ἰησοῦς ἀποφεύγει νὰ τὸν ἐκθέσῃ καὶ νὰ τὸν καταισχύνῃ. Δὲν τοῦ φωνάζει, ἀλλὰ ρίπτει βλέμμα ἐπ’ αὐτοῦ, τὴν σημασίαν τοῦ ὁποίου μόνος ὁ Πέτρος ἠδύνατο νὰ ἐννοήσῃ».

ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΟΙ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΠΑΘΟΥΣ (Α') ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού



Θεολογικά σχόλια στο περιεχόμενο και τα νοήματα της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος. Μια νοητή συνοδοιπορία με τον Μεγάλο Ελκόμενο, το Λυτρωτή μας Χριστό, προς το εκούσιο Πάθος Του. Μια ταπεινή παρότρυνση και ένα μικρό βοήθημα για την οντολογική μετοχή μας στην απολυτρωτική διαδικασία της σωτηρίας του κόσμου, με τη βίωση των Αχράντων Παθών του Σωτήρος μας, ο Οποίος, για τη δική μας απολύτρωση «εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού»(Φιλ.2,8 ).

«ΦΘΑΣΑΝΤΕΣ ΠΙΣΤΟΙ ΤΟ ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΠΑΘΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ» 

(Εισαγωγικό σχόλιο στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα) 

Για μια ακόμα φορά, με τη χάρη του Θεού, οδεύουμε στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα, στην ιερότερη εορτολογική περίοδο του έτους. Για μια ακόμη φορά θα ακολουθήσουμε τα ίχνη του Νυμφίου της Εκκλησίας μας Χριστού και θα γίνουμε συνοδοιπόροι του Θείου Πάθους Του. Σύμφωνα με τον ιερό υμνογράφο, καλούμαστε όπως «συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν και νεκρωθώμεν δι΄αυτόν ταις του βίου ηδοναίς΄ ίνα και συζήσωμεν αυτώ». Με αυτή την προϋπόθεση θα γίνουμε πραγματικοί κοινωνοί της Αναστάσεώς Του. Μόνο έτσι θα νοιώσουμε πραγματικά τη χαρά της Θείας Εγέρσεως. 

Η αφετηρία αυτής της τόσο σημαντικής εορτολογικής περιόδου είναι πανάρχαια και ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Η νηστεία και η πνευματική προετοιμασία των πιστών της αρχαίας Εκκλησίας είναι πιθανόν να έχει καθιερωθεί από τους ίδιους τους Αποστόλους, σύμφωνα με τους λόγους του Κυρίου προς αυτούς: «Ελεύσονται δε ημέραι, όταν απαρθή απ΄αυτών ο νυμφίος και τότε νηστεύσουσιν» (Ματθ.9,15). Ο άγιος Διονύσιος Αλεξανδρείας (+264) μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τον εορτασμό της Μεγάλης Εβδομάδος τον 3ο αιώνα. Ιδιαίτερα κατατοπιστική είναι η προσκυνήτρια Αιθερία (5ος αιώνας), η οποία στο περίφημο Οδοιπορικό της στους Αγίους Τόπους μας πληροφορεί πώς η Ιεροσολυμίτικη Εκκκλησία εόρταζε τη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα στα πρωτοχριστιανικά χρόνια. 

Σύμφωνα με το ιερό Χρυσόστομο «Μεγάλην καλούμεν την Εβδομάδα, ουκ επειδή πλέον έχει το μήκος των ωρών΄ και γαρ εισί έτεραι πολλώ μείζους ώρας έχουσαι΄ ουκ επειδή πλείους ημέρας έχει΄ και γαρ ο αυτός αριθμός και ταύτης και ταις άλλαις πάσαις. Τίνος ουν ένεκεν μεγάλην ταύτην καλούμεν; Μεγάλα τινά και απόρρητα τυγχάνει τα υπάρξαντα ημίν εν αυτή αγαθά. Εν γαρ ταύτη ο χρόνιος ελύθη πόλεμος, θάνατος εσβέσθη, κατάρα ανηρέθη, του διαβόλου η τυραννίς κατελύθη, τα σκεύη αυτού διερπάγη, Θεού καταλλαγή προς ανθρώπους γέγονεν» (Ομιλ.30, Εις Γένεσιν, P.G.53,273). 

Πορεία πρὸς τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση


Κυριακὴ τῶν Βαΐων - Τὰ νήπια
Μεγάλη Δευτέρα - Ὁ Γάμος
Μεγάλη Τρίτη - Ἡ Μυροφόρος
Μεγάλη Τετάρτη - Ὁ Νιπτήρας
Μεγάλη Πέμπτη - Τὸ φιλί
Μεγάλη Παρασκευή - Ὁ Εὐσχήμων
Μέγα Σάββατον - Σαρκὶ Σαββατίσας     Κυριακὴ τῶν Βαΐων - Οἱ ζητωκραυγές
Μεγάλη Δευτέρα - Ὁ Νυμφίος
Μεγάλη Τρίτη - Ὁ Χρήσιμος
Μεγάλη Τετάρτη - Ἡ ἁμαρτωλός
Μεγάλη Πέμπτη - Ὁ Μυστικός
Μεγάλη Παρασκευὴ - Ὁ Ἱεροεξεταστής
Πάσχα: Ἀναζητώντας τὸ χαμένο νόημα

Κυριακὴ τῶν Βαΐων - Τὰ νήπια

«Ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον». Αὐτὴ ἡ ὄμορφη φράση, παρμένη μέσα ἀπὸ τοὺς Ψαλμοὺς τοῦ Δαβίδ, ἀποτυπώνει κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὴν εἰκόνα τῆς εἰσόδου τοῦ Χριστοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἡ εἴσοδος θριαμβευτική, ὅπως ταιριάζει σ᾿ ἕναν Βασιλιά. Ἡ εἴσοδος αὐτὴ ἴσως ἡ μοναδικὴ ἐπίγεια τιμὴ ποὺ ἀπόλαυσε ὁ Κύριος, στὴν περιπέτεια τῆς ζωῆς Του. Ἡ ἔξοδός Του λίγες ἡμέρες μετά, ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, ἦταν φέροντας τὸ Σταυρὸ στὸν ὦμο καὶ κατευθυνόμενος στὸ Γολγοθά. Ἀπὸ τὸν θρίαμβο στὴν ἀτίμωση, θὰ μποροῦσε μελαγχολικὰ νὰ σημειώσει κάποιος!

Ὅταν ἕνας βασιλιὰς ἔκανε τὴν πορεία θριάμβου μετὰ ἀπὸ μία μεγάλη νίκη, τὸν ὑποδέχονταν οἱ πάντες, τοπικοὶ ἡγεμόνες, στρατιωτικοὶ καὶ θρησκευτικοὶ ἄρχοντες, ὅλος ὁ λαὸς μὲ ἰαχὲς καὶ θόρυβο, ἐνῷ ὁ βασιλιὰς φρόντιζε νὰ μοιράζει στοὺς ἀνθρώπους χρήματα, φαγητό, προνόμια, δείχνοντας τὴν μεγαλοκαρδία του καὶ τὴν ἀνωτερότητα ποὺ πήγαζε ἀπὸ τὸ θρίαμβό του. Τὸν συνόδευαν ἡ κουστωδία του, οἱ ξεχωριστοί, οἱ ἐκλεκτοί, καὶ ταπεινωμένοι ὅλοι ὅσοι εἶχαν ἡττηθεῖ στὴ μάχη, γιὰ νὰ παραδοθοῦν στὴ χλεύη τοῦ λαοῦ!

Ὁ Χριστὸς μπαίνει στὰ Ἱεροσόλυμα χωρὶς τὴν βασιλικὴ πολυτέλεια, καθισμένος ἐπὶ πώλου ὄνου, ἀντὶ γιὰ ροδοπέταλα καὶ τελετές, τὰ μικρὰ παιδιὰ κουνοῦν τὰ βάγια τῶν φοινίκων, ἀντὶ νὰ τὸν ὑποδεχτοῦν οἱ πολιτικοὶ καὶ θρησκευτικοὶ ἡγέτες τοῦ τόπου, αὐτοὶ εἶναι ποὺ συνωμοτοῦν ἐναντίον, ἀντὶ νὰ μοιράσει ὑλικὰ ἀγαθά, δίνει μόνο τὰ λόγια της ἀγάπης, τῆς θυσίας, τῆς αἰωνιότητας. Σ᾿ ἕναν λαὸ ποὺ ζητᾶ νὰ χορτάσει τὴν μόνιμη ὑλική του πείνα, ὁ Χριστὸς προσφέρει τὴν πνευματικὴ τροφὴ καὶ τὸ ζῶν ὕδωρ, ποὺ θεραπεύει τὶς ὑπαρξιακὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ δίνει τὴν ἐλπίδα τῆς ὑπέρβασης τοῦ θανάτου!

Τὸν συνοδεύουν οἱ Ἀπόστολοι, ταπεινοὶ ψαράδες, φοβισμένοι ἄνθρωποι, ποὺ θὰ σκορπίσουν στὴν ἀνηφόρα τῶν Παθῶν, δὲν ἔχει κοντά Του ταπεινωμένους καὶ ἕτοιμους νὰ παραδοθοῦν στὴ χλεύη, μαζί Του ὅμως θὰ φέρει πάντοτε συντετριμμένους τὸ θάνατο καὶ τὸν διάβολο, ποὺ πλέον δὲν θὰ ἔχουν καμία δύναμη οὐσιαστικὴ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία, ὅσο κι ἂν τὸ προσπαθοῦν!

Ἀξίζει νὰ σταθοῦμε στὰ παιδιά, στὰ νήπια. Ἡ ἁγνότητά τους, ἡ χαρά τους, ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ ἀφοβία τους νὰ δοξολογοῦν τὸν «ἐρχόμενο ἐν ὀνόματι Κυρίου», ἀποτελοῦν τὴν ἀφορμὴ ἑνὸς οὐσιαστικοῦ προβληματισμοῦ. Στὴν ταραγμένη ἀπὸ τὰ πάθη, τὶς βιοτικὲς φροντίδες, τὴν ἀγωνία γιὰ τὸ μέλλον, ψυχὴ καὶ καρδιά μας, τὰ νήπια καταρτίζουν αἶνο πρὸς τὸ Θεὸ καὶ μᾶς προτρέπουν νὰ ἀφήσουμε αὐτὴ τὴν παιδικότητα καὶ τὴν ἀθῳότητα ποὺ ὁ καθένας μας κρύβει, νὰ βγεῖ στὴν ἐπιφάνεια!

Νὰ ξεπεράσουμε τὴν κακία, νὰ μιλήσουν στὴν ψυχή μας τὰ ὅσα φέρνει ὁ Χριστός, ἡ ἀνάγκη ἀγάπης, ἐλευθερίας καὶ χαρᾶς, ποὺ νιώθουν τὰ νήπια, ἀλλὰ καὶ ὅλοι ὅσοι νηπιάζουν ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία, καὶ κυρίως νὰ μάθουμε ὅτι ἡ ζωή μας βρίσκει τὸ ἀληθινό της νόημα ὅταν νιώθουμε τὴν ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό, ὅταν Τὸν δοξάζουμε γιὰ ὅ,τι μας δίνει, ὅταν νιώθουμε αὐτὴ τὴ βαθιὰ χαρὰ τῆς παρουσίας Του, γιατὶ αὐτὴ εἶναι ποὺ δίνει στόχο καὶ ζωὴ στὴν ὕπαρξή μας! Καὶ ἂς ἀφήσουμε τοὺς κάθε λογῆς ἰσχυροὺς νὰ συνωμοτοῦν. Μᾶς ἀρκεῖ ἡ ὀμορφιὰ τῆς εἰκόνας τῶν νηπίων! Ἄλλωστε, στὸ χαμόγελό τους, ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα! Ἄλλωστε, στὴ φωνή τους, ξεκινᾶ ἡ χαρά! Ἄλλωστε, ἡ παρουσία τους, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν εἰκόνα τῆς αἰώνιας δοξολογίας, χαρᾶς καὶ σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, κοντὰ στὸν Βασιλιὰ ποὺ μπαίνει στὴ ζωή μας θριαμβευτικά, τὸν Κύριό μας!

Μεγάλη Δευτέρα - Ὁ Γάμος

«Τὸν νυμφῶνα σου βλέπω, Σωτήρ μου κεκοσμημένον, καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ». Αὐτὴ ἡ ὄμορφη φράση, ποὺ ἀκούγεται στὸ ἐξαποστειλάριο τοῦ Ὄρθρου τῶν πρώτων ἡμερῶν τῆς Μ. Ἑβδομάδος, ἀποτυπώνει κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία μας περιγράφει τὴ σχέση τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ σχέση αὐτὴ ὁρίζεται μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ γάμου, ὅπου ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ νυμφίος τῆς κάθε ψυχῆς, ἡ ὁποία καλεῖται νὰ μπεῖ στὸ νυμφώνα, τὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ γευθεῖ τὴ χαρὰ τῆς ἀλλαγῆς, τῆς σωτηρίας, τῆς ἀγάπης ποὺ προσφέρει ἀφειδώλευτα ὁ Κύριός μας!

Ομιλία στην προδοσία του Ιούδα ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ



Ας δούμε πώς παραδόθηκε ο Δεσπότης. Για να μάθομε καλά και του προδότη όλη τη μανία, και του μαθητή την αχαριστία να γνωρίσομε, και του Δεσπότη την ανείπωτη φιλανθρωπία, ας ακροασθούμε τον Ευαγγελιστή πώς εκείνου την παρατολμία ιστορίζει.

Τότε, λέγει, πορευθείς εις εκ των δώδεκα, Ιούδας ο λεγόμενος Ισκαριώτης, προς τους αρχιερείς, είπεν αυτοίς· τι θέλετέ μοι δούναι, καγώ υμίν παραδώσω αυτόν; Θαρρώ πως είναι ξάστερα τούτα τα λόγια και δεν αφήνουνε τίποτε κρυφό. Κι άμα τα καλοξετάσει κανένας χωριστά το καθένα, πολλά έχει να στοχαστεί και πολύ βαθιά νοήματα να πιάσει. Και πρώτα για τον καιρό. Δεν τόνε σημαδεύει απλά κι όπως νάναι, ο ευαγγελιστής. Δεν λέγει πορευθείς μονάχα· αλλά τότε πορευθείς. Τότε… Πότε; Και για ποιον λόγο σημαδεύει τον καιρό; Δεν τόνε σημαδεύει απλά κι όπως νάναι ο ευαγγελιστής, μιλώντας μας μέσα στο Πνεύμα· γιατί εκείνος που λαλεί μέσα στο Πνεύμα τίποτε απλά και τυχαία δεν το λέγει.

Τι είναι λοιπόν, το τότε; Πριν από εκείνη την ώρα, πριν από αυτό το τότε σίμωσε το Χριστό η γυναίκα που είχε το αλάβαστρο με το μυρωδικό και που τόχυσε πάνω στο κεφάλι του. Φανέρωσε πολλή πίστη εκείνη η γυναίκα, φανέρωσε πολλήν έγνοια, φανέρωσε πολλήν υπακοή και σέβας. Άλλαξε από τον προτινό της βίο κι έγινε καλύτερη και φρονιμώτερη. Και σαν η πόρνη μετάνοιωσε, σαν κατάλαβε τον Δεσπότη, τότε ο μαθητής παράδωσε τον Διδάσκαλο. Τότε… Πότε; Όταν ήρθε η πόρνη και το μυρωδικό λάδι έχυσε στα πόδια του Ιησού και τα σφούγγισε με τις τρίχες της κεφαλής της και πολλήν έγνοια φανέρωσε σβύνοντας με την εξομολόγηση όλα της τα κρίματα. Τότε, λοιπόν, σαν είδε τη γυναίκα εκείνη τόσην έγνοια να φανερώνει μπροστά στον Διδάσκαλο, τότες αυτός έδραμε στην παράνομη προδοσία. Κι ενώ εκείνη από τον βυθό της αμαρτίας ανέβηκε στον ουρανό, αυτός ύστερα από τόσα θαύματα και σημεία, ύστερ’ από την ανείπωτη τη συγκατάβαση, γκρεμνίσθηκε στα τάρταρα. Τόσο μεγάλο κακό είναι η ραθυμία κι η χαλασμένη προαίρεση. Για τούτο και ο Παύλος έλεγε· ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση. Κι ο προφήτης παλαιότερα φώναξε· μη ο πίπτων ουκ ανίσταται; ή ο αποστρέφων ουκ επιστρέφει; Για να μη θαρρεύει εκείνος που στέκεται, αλλά πάντα νάχει αγωνία, μηδέ κείνος που έπεσε ν’ απελπίζεται. Γιατί τόση είναι η δύναμη του Κυρίου, που και πόρνες και τελώνες να τραβήξει και να βάλει κάτω από το ζυγό του.

Ο Μυστικός Δείπνος


normal_mdeipnos
Τοιχογραφία από την Ι.Μ.Μ.Βατοπαιδίου
Μεγάλη Πέμπτη
Δύο βασικά γεγονότα χαρακτηρίζουν τις ιερές ακολουθίες της Αγίας και Μεγάλης Πέμπτης: ο Μυστικός Δείπνος του Κυρίου Ιησού Χριστού με τους μαθητές Του και η προδοσία του Ιούδα. Το βαθύτερο νόημα και των δύο αυτών γεγονότων είναι η αγάπη . Ο Μυστικός Δείπνος είναι η εσχατολογική αποκάλυψη της σωτηριώδους αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο, της αγάπης που είναι η καρδιά της σωτηρίας. Η προδοσία του Ιούδα αποκαλύπτει ότι η αμαρτία, ο θάνατος και η αυτοκαταστροφή οφείλονται επίσης στην αγάπη · αλλά σε μια αγάπη καταστροφική, μια αγάπη που διαιρεί, διαλύει και οδηγεί εκεί που κάθε άλλο παρά αγάπη κυριαρχεί. Ακριβώς εδώ βρίσκεται το μυστήριο τούτης της μοναδικής ημέρας, της Μεγάλης Πέμπτης. Οι ιερές ακολουθίες της, όπου το φως και το σκοτάδι, η χαρά και η λύπη είναι παράξένα αναμειγμένα, μας προκαλούν σε μια επιλογή από την οποία εξαρτάται ο τελικός προορισμός του καθενός από μας.
«Προ δε της εορτής του Πάσχα ειδώς ο Ιησούς ότι ελήλυθεν αυτού η ώρα… αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς…» (Ιω. 13, 1). Για να καταλάβουμε το νόημα του μυστικού Δείπνου θα πρέπει να τον δούμε σαν τέλος της μεγαλειώδους ενέργειας της Θείας Αγάπης, η οποία άρχισε με τη δημιουργία του κόσμου και τώρα ολοκληρώνεται με το Θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού.
«Ο Θεός αγάπη εστίν» (Α’ Ιω. 4, 8). Και το πρώτο δώρο της Αγάπης ήταν η ζωή . Το νόημα και το περιεχόμενο της ζωής ήταν η κοινωνία. Για να ζήσει ο άνθρωπος έπρεπε να τρώει και να πίνει, να συμμετέχει στη ζωή του κόσμου. Έτσι ο κόσμος ήταν θεία αγάπη που έγινε τροφή, έγινε Σώμα του ανθρώπου. Και όντας ζωντανός, δηλαδή συμμετέχοντας στον κόσμο, ο άνθρωπος έπρεπε να ζει σε κοινωνία με τον Θεό, να βρει νόημα στον Θεό, να βρει σ’ Αυτόν το περιεχόμενο και το τέλος της ζωής του. Κοινωνία με τον κόσμο – το δημιούργημα του Θεού – ήταν πραγματική κοινωνία με τον Θεό.
Ο άνθρωπος έλαβε την τροφή του από τον Θεό και κάνοντας την σώμα του και ζωή του, πρόσφερε ολόκληρο τον κόσμο στον Θεό μεταμορφώνοντας τον σε ζωή «εν Χριστώ». Η αγάπη του Θεού έδωσε στον άνθρωπο ζωή, η αγάπη του ανθρώπου για τον Θεό μεταμόρφωσε αυτή τη ζωή σε κοινωνία με τον Θεό. Αυτός ήταν ο Παράδεισος . Η ζωή στον παράδεισο ήταν, πραγματικά, ευχαριστιακή . Μέσα από τον άνθρωπο και την αγάπη του για τον Θεό, όλη η δημιουργία επρόκειτο να αγιαστεί και να μεταμορφωθεί σ’ ένα μυστήριο της Θείας Παρουσίας και ο άνθρωπος θα ήταν ο λειτουργός αυτού του μυστηρίου.
Με την αμαρτία όμως ο άνθρωπος έχασε αυτή την ευχαριστιακή ζωή. Την έχασε γιατί έπαψε να βλέπει τον κόσμο σαν μέσο επικοινωνίας με τον Θεό, και τη ζωή του σαν ευχαριστία, σαν λατρεία και ευγνωμοσύνη… Αγάπησε τον εαυτό του για τον εαυτό του και τον κόσμο για τον κόσμο. Έκανε τον εαυτό του και τον κόσμο αυτοσκοπό. Αγάπησε τόσο τον εαυτό του ώστε τον έκανε το κέντρο, το περιεχόμενο και το τέλος της ύπαρξης του. Πίστεψε ότι η πείνα και η δίψα του, δηλαδή η εξάρτηση της ζωής του από τον κόσμο, θα μπορούσε να ικανοποιηθεί από αυτόν τον κόσμο, από την τροφή που προσφέρει ο κόσμος. Αλλά ο κόσμος και η τροφή, από τη στιγμή που αποχωρίζονται από το αρχικό μυστηριακό νόημα τους – σαν μέσα επικοινωνίας με τον Θεό – από τη στιγμή που δεν προσλαμβάνονται σαν δώρα του Θεού και δεν ικανοποιούν την πείνα και τη δίψα για τον Θεό, παύουν να προσφέρουν κάποια ικανοποίηση και κάποιο πλήρωμα. Με αλλά λόγια, όταν ο Θεός δεν είναι πια το αληθινό περιεχόμενο και το νόημα της ζωής του κόσμου, παύει να ικανοποιείται η πείνα και η δίψα γιατί ο κόσμος δεν έχει αυτοζωή… Έτσι τοποθετώντας σ’ αυτά την αγάπη του ο άνθρωπος ξέκοψε από το μόνο αντικείμενο όλης της αγάπης, όλης της πείνας, όλων των επιθυμιών. Και πέθανε. Πέθανε γιατί ο θάνατος είναι η αναπόφευκτη «αποσύνθεση» της ζωής της ξεκομμένης από τη μόνη πηγή και το αυθεντικό περιεχόμενο.
Ο άνθρωπος αντί να βρει ζωή σ’ αυτόν τον κόσμο και στην τροφή που του προσφέρει ο κόσμος, βρήκε το θάνατο. Η ζωή έγινε πια κοινωνία με το θάνατο αντί να μεταμορφώνει τον κόσμο μέσα από την πίστη, την αγάπη, τη λατρεία του Θεού και την κοινωνία μαζί Του. Ο άνθρωπος υποτάχτηκε εξ ολοκλήρου στον κόσμο, έπαψε να είναι ο λειτουργός του και έγινε ο σκλάβος του. Με την αμαρτία του ολόκληρος ο κόσμος έγινε ένα απέραντο νεκροταφείο όπου οι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι σε θάνατο διότι είναι «καθήμενοι εν χώρα και σκιά θανάτου…» (Ματθ. 4, 16).
Αν και ο άνθρωπος πρόδωσε, ο θεός όμως έμεινε πιστός στον άνθρωπο, δεν έστριψε τα νώτα του. «Ου γαρ απεστράφης το πλάσμα σου εις τέλος, ο εποίησας Αγαθέ, ουδέ επελάθου έργου χειρών σου, αλλ’ επεσκέψω πολυτρόπως δια σπλάχνα ελέους σου». (Ευχή από τη Θεία Λειτουργία του Μεγ. Βασιλείου). Ένα καινούργιο θεϊκό έργο άρχισε · το έργο της απολύτρωσης και της σωτηρίας. Και ολοκληρώθηκε, το έργο αυτό, με τον Χριστό, τον Υιό του Θεού, ο οποίος, για να επανορθώσει τον άνθρωπο στο «αρχαίο κάλλος» του και να επαναφέρει τη ζωή στο επίπεδο της κοινωνίας με το Δημιουργό της, έγινε Άνθρωπος. Προσέλαβε την ανθρώπινη φύση μας με όλα τα χαρακτηριστικά της: την πείνα, τη δίψα, τη λαχτάρα για αγάπη, για ζωή. Στο πρόσωπο του ενανθρωπίσαντος Χριστού αποκαλύφθηκε η αληθινή ζωή η οποία είχε αρχικά δοθεί στον άνθρωπο σαν πλήρης και τέλεια Ευχαριστία, σαν πλήρης και τέλεια κοινωνία με τον Θεό. Ο Θεάνθρωπος Χριστός αρνήθηκε τον βασικό ανθρώπινο πειρασμό: να ζήσει «επ’ άρτω μόνο». Αποκάλυψε ότι ο Θεός και η Βασιλεία Του είναι ο πραγματικός άρτος, η πραγματική ζωή του ανθρώπου. Αυτή την τέλεια ευχαριστιακή Ζωή, τη γεμάτη από τον Θεό – και κατά συνέπεια θεία και αθάνατη ζωή – την έδωσε σε όλους τους πιστούς Του. Δηλαδή οι πιστοί στον θεό βρίσκουν σ’ Αυτόν το νόημα και το περιεχόμενο της ζωής τους. Ακριβώς αυτό είναι το βαθύτερο, το υπέροχο νόημα του Μυστικού Δείπνου.
Ο Ιησούς Χριστός πρόσφερε τον Εαυτό Του σαν την αληθινή, την ουσιαστική τροφή του άνθρωπου, γιατί η ζωή του Χριστού είναι η αληθινή ζωή. Έτσι η κίνηση της Θείας Αγάπης που είχε αρχίσει στον Παράδεισο με την προσφορά του Θεού «από παντός ξύλου εν τω Παραδείσω βρώσει φάγη» (γιατί τροφή είναι η ζωή του ανθρώπου) φτάνει τώρα στην αποκορύφωση της με κείνο το θεϊκό «λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου…» (γιατί ο Θεός είναι η ζωή του ανθρώπου). Ο Μυστικός Δείπνος, λοιπόν, είναι η αποκατάσταση του Παραδείσου της τρυφής , αποκατάσταση της ζωής σαν Ευχαριστία και Κοινωνία.
Αλλά αυτή η ώρα της έσχατης Αγάπης είναι επίσης και η ώρα της έσχατης προδοσίας. Ο Ιούδας εγκαταλείπει το φως που πλημμύριζε το «Μέγα Ανώγαιον» και μπαίνει στο σκοτάδι. «Λαβών ουν το ψωμίον εκείνος ευθέως εξήλθεν · ην δε νυξ» (Ιω. 13, 30). Γιατί έφυγε; Διότι αγαπούσε , απαντάει το Ευαγγέλιο. Και αυτή η μοιραία (θανατηφόρα) αγάπη τονίζεται επαναληπτικά στους ύμνους της Μεγάλης Πέμπτης. «Ο τρόπος σου δολιότητος γέμει, παράνομε Ιούδα · νοσών γαρ φιλαργυρίαν, εκέρδησας μισανθρωπίαν · ει γαρ πλούτον ηγάπας, τι τω περί πτώχειας διδάσκοντι εφοίτας; ει δε και εφίλεις, ίνα τι επώλεις τον ατίμητον;…». Δεν έχει σημασία το γεγονός ότι αντικείμενο της αγάπης του Ιούδα ήταν ο «χρυσός». Ο χρυσός , το χρήμα εδώ αντιπροσωπεύει όλες τις διεστραμμένες και καταστρεπτικές αγάπες που οδηγούν τον άνθρωπο στην άρνηση του Θεού. Είναι, στην πραγματικότητα αγάπη κλεμένη από τον Θεό και ακριβώς γι’ αυτό ο Ιούδας είναι ο κλέφτης. Και όταν κάποιος δεν αγαπάει τον Θεό και γενικά η αγάπη του δεν προέρχεται από τον Θεό, ακόμα και τότε ο άνθρωπος αγαπάει και επιθυμεί – γιατί είναι δημιουργημένος ν’ αγαπάει και η αγάπη είναι η φύση του – αλλά ένα σκοτεινό και αυτοκαταστροφικό πάθος τον οδηγεί στο θάνατο.
Κάθε χρόνο καθώς γιορτάζουμε τη μεγάλη αυτή ημέρα της Αγίας Πέμπτης και βυθιζόμαστε στο ατέρμονο φως της και στα απύθμενα βάθη των νοημάτων της ημέρας αυτής, η ίδια αποφασιστική ερώτηση απευθύνεται στον καθένα από μας: εγώ ανταποκρίνομαι στην αγάπη του Θεού και την αποδέχομαι σαν ζωή μου, ή ακολουθώ τον Ιούδα μέσα στο σκοτάδι της νύχτας του;
Οι ακολουθίες της Μεγάλης Πέμπτης περιλαμβάνουν τον Όρθρο, τον Εσπερινό και ακολουθεί η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου. Παλαιά στους Καθεδρικούς Ναούς τελούσαν την ειδική ακολουθία του «Νιπτήρος» μετά τη Θεία Λειτουργία. Σήμερα αυτό γίνεται σε ελάχιστα μοναστήρια. Ενώ ο Διάκονος διαβάζει το Ευαγγέλιο, ο Επίσκοπος (ή ο Ηγούμενος) πλένει τα πόδια δώδεκα ιερέων (ή μοναχών), γεγονός που θυμίζει ότι η αγάπη του Χριστού είναι το θεμέλιο της ζωής της Εκκλησίας και χαρακτηρίζει όλες τις σχέσεις μέσα στην Εκκλησία. Επίσης στις πρώτες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες συνηθιζόταν παλαιά να γίνεται τη Μεγάλη Πέμπτη η ακολουθία του Αγίου Μύρου το οποίο χρησιμοποιείται στο μυστήριο του Αγίου Χρίσματος. Σήμερα όμως το Άγιο Μύρο ετοιμάζεται μόνο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως σε ειδική ακολουθία τη Μεγάλη Πέμπτη. Στην ακολουθία αυτή παίρνουν μέρος ο Οικουμενικός Πατριάρχης, o ι Μητροπολίτες και όλος ο κλήρος του Αγίου Θρόνου. Με το Άγιο Χρίσμα που παίρνουμε μετά τη βάπτιση μας δεχόμαστε τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Έτσι η καινούργια αγάπη, που φέρνει ο Χριστός στη γη, μας σφραγίζει την ημέρα που, σαν νέα μέλη, μπαίνουμε στην Εκκλησία .
Στον Όρθρο τα τροπάρια τονίζουν το θέμα της ημέρας που είναι η αντίθεση ανάμεσα στην αγάπη του Χριστού και στην «ακόρεστη ψυχή» του Ιούδα. Ένα από τα πολλά τροπάρια μας λέει:
«Ότε οι ένδοξοι Μαθηταί, εν τω νιπτήρι του Δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσσεβής φιλαργυρίας νοσήσας εσκοτίζετο · και ανόμοις κριταίς σε τον δίκαιον Κριτήν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων εραστά, τον δια ταύτα αγχόνη χρησάμενον · φεύγε ακόρεστον ψυχήν, την Διδασκάλω τοιαύτα τολμήσασαν. Ο περί πάντας αγαθός, Κύριε, δόξα σοι»
Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα (Λουκά 22, 1-39) είναι η εξιστόρηση των γεγονότων που έγιναν σε κείνο το «ανώγαιον μέγα εστρωμένον». Ακολουθεί ο ωραιότατος κανόνας – γεμάτος με θεολογικά νοήματα – ποίημα Κοσμά Μονάχου: «Τμηθείση τμάται, πόντος ερυθρός…». Αυτός μας δίνει την ώθηση για αυτοσυγκέντρωση και σκέψη πάνω στο εσχατολογικό νόημα του Μυστικού Δείπνου. Ο τελευταίος Ειρμός της 9ης Ωδής μας καλεί να πάρουμε μέρος στο αθάνατο τραπέζι που με δεσποτική φιλοξενία μας παρέχει ο Κύριος:
«Ξενίας δεσποτικής και αθανάτου τραπέζης, εν υπερώω τόπω, ταις υψηλαίς φρεσί, πιστοί, δεύτε απολαύσωμεν, επαναβεβηκότα Λόγον, εκ του Λόγου μαθόντες, ον μεγαλύνομεν»
Στον Εσπερινό μετά το «Κύριε, εκέκραξα προς σε…» στα ιδιόμελα των Αίνων που ακολουθούν τονίζεται η φοβερή πνευματική παρακμή του Ιούδα: Η προδοσία. Αντιπροσωπευτικό είναι το εξής στιχηρό:
«Ιούδας ο δούλος και δόλιος, ο μαθητής και επίβουλος, ο φίλος και διάβολος, εκ των έργων απεφάνθη. Ηκολούθει γαρ τω Διδασκάλω, και καθ’ εαυτόν εμελέτα την προδοσίαν · έλεγεν εν εαυτώ · Παραδώσω τούτον, και κερδήσω τα συναχθέντα χρήματα · Επεζήτει δε και το μύρον πραθήναι, και τον Ιησούν δόλω κρατηθήναι · Απέδωκεν ασπασμόν, παρέδωκε τον Χριστόν και ως πρόβατον επί σφαγήν, ούτως ηκολούθει, ο μόνος εύσπλαχνος και φιλάνθρωπος»
Μετά την Είσοδο του ιερού Ευαγγελίου διαβάζονται τρία αναγνώσματα από την Παλαιά Διαθήκη:
1) Έξοδος 19, 10-19. Ο Θεός «εν γνόφω» κατέρχεται στο όρος Σινά και ο Μωυσης με το λαό εξέρχεται σε συνάντηση Του. Αυτό προεικονίζει την έλευση του Χριστού στον κόσμο και μάλιστα στην Ευχαριστιακή συνάντηση.
2) Ιώβ 38, 1-23, 42, 1-5. Ο Θεός συνομιλεί με τον Ιώβ, και ο Ιώβ άπαντα: «… τις δε αναγγέλλει μοι α ουκ ήδειν, μεγάλα και θαυμαστά, α ουκ επιστάμην;» Και αυτά τα «μεγάλα και θαυμαστά» εκπληρώνονται τώρα σε τούτο το υπέρλαμπρο «Ανώγαιον» με τα ύψιστα Δώρα: το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.
3) Ησαΐας 50, 4-11. Οι προφητείες για τα Πάθη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. «Τον νώτον μου έδωκα εις μάστιγας, τας δε σιαγόνας μου εις ραπίσματα, το δε πρόσωπον μου ουκ απέστρεψα από αισχύνης εμπτυσμάτων…»
Στον Απόστολο διαβάζεται από την Α’ προς Κορινθίους Επιστολή (11, 23-32) η περιγραφή του Μυστικού Δείπνου και το νόημα της Θείας Κοινωνίας όπως τα δίνει ο Απόστολος Παύλος.
Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα που ακολουθεί, είναι το μεγαλύτερο σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, και είναι κομμάτια και από τα τέσσερα Ευαγγέλια. Αναφέρει όλη την ιστορία του Μυστικού Δείπνου, της προδοσίας του Ιούδα, και της σύλληψης του Ιησού Χριστού στον κήπο της Γεσθημανής.
Ακολουθεί η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, όπου αντί του Χερουβικού Ύμνου και του Κοινωνικού ψάλλεται ο ύμνος που λέμε πάντα πριν από τη Θεία Κοινωνία:
«Του Δείπνου σου του μυστικού σήμερον, Υιέ Θεού, κοινωνόν με παράλαβε · ου μη γαρ τοις εχθροίς σου το μυστήριον είπω, ου φίλημα σοι δώσω, καθάπερ ο Ιούδας. Αλλ’ ως ο ληστής ομολογώ σοι · Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου»
Πρωτοπρεσβυτέρου Αλεξάνδρου Σμέμαν, Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ, Σύντομη λειτουργική εξήγηση των ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας. Εκδ. Ακρίτας 1990.