Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020

Ο ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ . ΡΩΤΑ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΔΑΝΙΗΛ «Γιά τήν αἰτία τῆς ξαφνικῆς ἀλλαγῆς τῶν συναισθημάτων μας. Πῶς γίνεται καί, ἑνῶ νιώθουμε πολλή χαρά, ξαφνικά μᾶς καταλαμβάνει τέλεια ἀποθάρρυνση καί θλίψη;



ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ: Ανάμεσα σ’ όλους αυτούς τους ήρωες της «κατά Θεόν» φιλοσοφίας, συναντήσαμε καί τον αββά Δανιήλ. Ο αββάς Δανιήλ, όχι μόνο ήταν ισάξιος σ’ όλες τις αρετές μέ αυτούς πού έμεναν στην έρημο της Σκήτης, αλλά είχε ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του το χάρισμα της ταπεινοφροσύνης. Η μεγάλη καθαρότητα καί η πραότητα του αββά Δανιήλ έκαναν τον αββά Παφνούτιο, ο οποίος ήταν ο ιερέας αυτής της ερήμου, να τον επιλέξει ανάμεσα από πολλούς άλλους πιο ηλικιωμένους για να γίνει διάκονος.
Ο αββάς Παφνούτιος ήταν τόσο ενθουσιασμένος από την αρετή του αββά Δανιήλ ώστε, θεωρώντας τον ισάξιό του καί ιδιαίτερα μερισματούχο, βιαζόταν να τον κάνει επίσης καί ισόβαθμο κατά την ιερατική τάξη. Στο πρόσωπο του άββά Δανιήλ, ο αββάς Παφνούτιος έβλεπε τον άνθρωπο, ο οποίος θα μπορούσε αργότερα να τον διαδεχθεί. Γι’ αυτό τον προήγαγε σχετικά νωρίς, ενώ ζούσε ακόμη ο ίδιος, στο αξίωμα της ιεροσύνης.
Ο αββάς Δανιήλ ωστόσο δεν έπαυσε να διατηρεί, καί σ’ αυτή την ανώτερη θέση πού ανήλθε, τήν προηγούμενη συνηθισμένη του ταπείνωση.
Ποτέ δεν προβλήθηκε, όταν παρευρισκόταν ο δάσκαλός του, για την ανώτερη τάξη στην οποία προκρίθηκε, αλλά επέμενε πάντα, όταν ο αββάς Παφνούτιος τελούσε τη Θεία Λειτουργία, να εκτελεί αυτός τά καθήκοντα του πρώτου αξιώματος του, σάν να ήταν μόνο διάκονος.
Ωστόσο, ο αββάς Παφνούτιος, αν καί ήταν τόσο άγιος άνθρωπος καί είχε άκόμη καί προορατικό χάρισμα, στην περίπτωση του αββά Δανιήλ, δεν είδε τά γεγονότα να επαληθεύουν τις ελπίδες του σε ότι αφορούσε τό θέμα της διαδοχής καί την εκλογή που ο ίδιος είχε κάνει. Γιατί ο υποψήφιος διάδοχός του έφυγε απ’ αυτή τη ζωή λίγο πριν φύγει για τον Ουρανό αυτός ο ίδιος.
Ερώτηση για την αιτία της ξαφνικής αλλαγής των συναισθημάτων μας. Πώς γίνεται καί, ενώ νιώθουμε πολλή χαρά, ξαφνικά μάς καταλαμβάνει τέλεια αποθάρρυνση καί θλίψη;
Σ’ αυτόν λοιπόν τον μακάριο αββά Δανιήλ θέσαμε μια μέρα την εξής ερώτηση: Γιατί άραγε, όταν αποσυρόμαστε στα κελιά μας για να προσευχηθούμε, μάς περιλούει ένα κύμα Θείου φωτός καί αισθανόμαστε να πλημμυρίζει από αγαλλίαση καί ανείπωτη χαρά η καρδιά μας καί φθάνουμε σε κατάσταση, την οποία όχι μόνο δεν μπορούμε να περιγράφουμε, αλλά ούτε καν να τη συλλάβει ο νους μας; Γιατί τότε η προσευχή βγαίνει καθαρή καί ανεμπόδιστη καί η ψυχή γεμάτη πνευματικούς καρπούς δέχεται την εσωτερική πληροφορία ότι οι δεήσεις της, πού δεν διακόπτονται ούτε καί κατά την ώρα του ύπνου, φθάνουν γρήγορα στον ουρανό καί γίνονται αποδεκτές από τον Θεό;
Καί γιατί μετά ξαφνικά καί χωρίς κανένα λόγο μάς καταλαμβάνει μια ανεξήγητη αγωνία; Νιώθουμε τότε να μάς πλακώνει μια θλίψη βαριά, χωρίς να υπάρχει καμιά εμφανής αιτία πού να την έχει προκαλέσει. Μετά στερεύει αυτή η πηγή των μυστικών βιωμάτων μας καί φθάνουμε σε τέτοιο σημείο, ώστε καί τό κελί μας ακόμα να μάς γίνεται ανυπόφορο. Όταν βρισκόμαστε σ’ αυτή την κατάσταση αποστρεφόμαστε τη μελέτη, καί ο νους μας διασπάται κατά την ώρα της προσευχής καί τρέχει ακατάπαυστα εδώ καί εκεί. Αισθανόμαστε σάν να είμαστε μεθυσμένοι. Αναστενάζουμε, προσπαθούμε να επαναφέρουμε τό νου μας στην πρώτη του κατεύθυνση. Μάταια όμως! Όσο περισσότερο προσπαθούμε να τον επαναφέρουμε στη μνήμη τού Θεού, τόσο πιο πολύ αυτός γλιστράει καί ξεφεύγει σε άσκοπες περιπλανήσεις καί τελικά παραμένει άκαρπος. Ούτε ο πόθος της Βασιλείας των Ουρανών, αλλά καί ούτε ο φόβος της Κόλασης είναι ικανά να μάς ξυπνήσουν από τό λήθαργο μας.
Πάνω σ’ αυτές τις απορίες μας ο αββάς Δανιήλ μάς έδωσε τούτη εδώ την απάντηση.
ΑΒΒΑΣ ΔΑΝΙΗΛ: Οι Πατέρες μάς έχουν πει ότι η στειρότητα του πνεύματος, για την οποία μιλάτε, οφείλεται σε τρεις αιτίες: Ενδέχεται να είναι αποτέλεσμα της αμέλειας μας. Μπορεί να είναι δαιμονικός πειρασμός. Δεν αποκλείεται επίσης να είναι καί μια δοκιμασία, την οποία παραχωρεί η Θεία Πρόνοια.
Πολλές φορές η πνευματική στειρότητα προέρχεται από τη δική μας αμέλεια. Από δικό μας λάθος πέφτουμε σε πνευματική χλιαρότητα. Μειώνεται η αγωνιστική μας διάθεση καί παραδινόμαστε στην αμέλεια καί την οκνηρία. Αυτή η απραξία γεννά άσχημους λογισμούς, οι όποιοι στη συνέχεια πυροδοτούν τούς πειρασμούς. Τότε πλέον η καρδιά μας γίνεται σάν χωράφι, στο όποιο δεν φυτρώνουν παρά μόνο αγκάθια καί τριβόλια.
Αλλά, όταν μάς συμβεί κάτι τέτοιο, είναι φυσικό να επακολουθήσει η πνευματική στειρότητα. Δεν υπάρχουν πια μέσα μας πνευματικοί καρποί ούτε επιθυμούμε μυστικές αναβάσεις τού πνεύματος.
Μπορεί επίσης αυτή η κατάσταση πού περιγράφετε να είναι καί ένας πειρασμός. Όταν δηλαδή είμαστε ολοκληρωτικά δοσμένοι στούς ευγενείς πνευματικούς πόθους μας, τότε ο αόρατος εχθρός μας γλιστρά επιδέξια καί εισβάλλει στο νου μας, τον οποίο αποσπά από την πιο ιερή πνευματική κατάστασή του, χωρίς εμείς να τό θέλουμε καί χωρίς πολλές φορές να τό καταλαβαίνουμε.
Δύο είναι οι λόγοι, για τούς οποίους επιτρέπει ο Θεός να αποθαρρυνόμαστε πνευματικά.
Αυτή τη δοκιμασία, μπορεί επίσης να την επιτρέπει ο Θεός για δύο κυρίως λόγους. Ο ένας λόγος είναι για να ταπεινωθούμε. Μας εγκαταλείπει Εκείνος για κάποιο διάστημα καί εμείς, βλέποντας ταπεινωμένοι την αδυναμία μας, δεν νιώθουμε πλέον καμία έφεση για την καθαρότητα της καρδιάς, μέ την οποία Εκείνος μάς είχε πριν χαριτώσει. Έχοντας εξάλλου την αίσθηση ότι μέσα σ’ αυτή την εγκατάλειψη ούτε οι στεναγμοί ούτε η προσωπική μας επιμέλεια είναι ικανά να μάς επαναφέρουν στην πρώτη χαρά καί στην καθαρότητα, συνειδητοποιούμε ότι η αγαλλίαση πού αισθανόμασταν πριν, δεν ήταν καρπός του δικού μας ζήλου, αλλά δώρο της ευσπλαχνίας Του. Καταλαβαίνουμε πλέον από την εμπειρία μας ότι πρέπει να ικετεύσουμε τον Θεό καί να του ζητήσουμε να μάς σκεπάσει πάλι μέ τη Χάρη Του καί να μάς φωτίσει.
Ο άλλος λόγος πού ο Θεός επιτρέπει να πέσουμε σ’ αυτόν τον πειρασμό είναι ότι θέλει να δοκιμάσει μ’ αυτό τον τρόπο την επιμονή, τη σταθερότητα καί τον πόθο της ψυχής μας. Θέλει να μάς διδάξει πόσο θερμά καί επίμονα πρέπει να Του ζητούμε τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, όταν Αυτό έχει ήδη εγκαταλείψει την ψυχή μας. Μάς εκπαιδεύει επίσης, για να συνειδητοποιήσουμε, μετά από αυτή την εμπειρία, πόσο θα μάς στοιχίσει τό να ξαναβρούμε τη χαμένη πνευματική χαρά μας καί την αγαλλίαση της καθαρής καρδιάς. Μάς καθοδηγεί, ώστε να φιλοτιμηθούμε να καταβάλλουμε περισσότερο ζήλο καί να κάνουμε εντατικότερο αγώνα, για να διαφυλάττουμε τη Χάρη. Γιατί συνήθως είμαστε πιο αμελείς, όταν πρόκειται να διαφυλάξουμε κάτι, το οποίο θεωρούμε ότι μπορούμε εύκολα καί άκοπα να τό ξαναβρούμε.

http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2016/09/blog-post_21.html

Γιατί οι ασεβείς στη ζωή τους είναι επιτυχημένοι;



: Ο Αββάς Κασσιανός ταξιδεύει στην έρημο της Αιγύπτου και συνομιλεί με τους πατέρες της ερήμου. Ρωτά, λοιπόν, τον Αββά Σερήνο: Γιατί οι ασεβείς στη ζωή τους είναι επιτυχημένοι; Γιατί ευτυχούν όλοι εκείνοι που παραβαίνουν συνεχώς τον νόμο Σου;

Είναι πιο αξιολύπητοι οι αμαρτωλοί που δεν αξιώνονται να υποβληθούν σε τέτοιες πρόσκαιρες δοκιμασίες.

Εκείνοι όμως που είναι πραγματικά ταλαίπωροι και αξιολύπητοι είναι αυτοί που, ενώ είναι στιγματισμένοι από κάθε είδους αμαρτία, όχι μόνο δεν αφήνουν να φανεί κανένα σημάδι που θα αποκάλυπτε την κατοχή τους από τον διάβολο, αλλά και δεν υποφέρουν από καμιά δοκιμασία άξια των πράξεών τους. Αυτό συμβαίνει γιατί εκείνοι είναι ανάξιοι για να δεχθούν αυτό το ταχύτατο και αποτελεσματικό φάρμακο, που προσφέρεται σ’ αυτή τη ζωή.

Αυτοί, ανάλογα με «τη σκληρότητα και την αμετανοησία της καρδιάς τους», οι οποίες δεν καθαρίζονται με τις τιμωρίες της παρούσας ζωής, «μαζεύουν κατά του εαυτού τους θησαυρούς οργής, που θα εξαπολυθούν εναντίον τους κατά την ημέρα εκείνη, κατά την οποία θα ξεσπάσει η Θεία οργή και θα αποκαλυφθεί η δίκαιη κρίση του Θεού» (Ρωμ. 2, 5). Ημέρα κατά την οποία, «το σκουλήκι που θα τους κατατρώει δεν θα έχει τέλος και η φωτιά που θα τους κατακαίει δεν θα σβήσει ποτέ» (Ησ. 66, 24).

Αλλά και ο Προφήτης που προβληματίσθηκε από το γεγονός ότι οι Άγιοι δοκιμάζονται από συμφορές και θλίψεις, ενώ οι αμαρτωλοί, αντίθετα, βαδίζουν μέχρι το τέλος της ζωής τους χωρίς να δοκιμάσουν το μαστίγιο της ταπείνωσης -και μάλιστα πολλές φορές ζουν μέσα στην αφθονία όλων των αγαθών και απολαμβάνουν τιμές και δόξες- κραυγάζει με έντονο τρόπο, χωρίς να μπορεί πλέον να συγκρατήσει την απορία του:

«Σε μένα όμως παραλίγο να σαλευθούν τα πόδια μου, παραλίγο τα βήματα της ζωής μου να φύγουν από το δρόμο τού Κυρίου. Γιατί καταλήφθηκα από ζήλεια κατά των παρανόμων, επειδή έβλεπα την ευημερία των αμαρτωλών ανθρώπων.

Γιατί έβλεπα ότι δεν υπάρχει μεγάλη αγωνία και πολλή κακοπάθεια κατά το θάνατό τους και ότι δεν κρατάει πολύ η θλίψη που τυχόν τους μαστίζει κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Αυτοί δεν κοπιάζουν, όπως οι άλλοι άνθρωποι, και δεν ταλαιπωρούνται ούτε υποφέρουν όπως οι άλλοι» (Ψαλμ. 72, 2-5). Γι’ αυτό και αυτοί οι άνθρωποι θα τιμωρηθούν στην αιωνιότητα μαζί με τους δαίμονες. Γιατί αυτοί αποδείχθηκαν ανάξιοι να λάβουν από αυτή τη ζωή το μερίδιο και τη μεταχείριση των υιών του Θεού, αφού δεν χτυπήθηκαν από καμιά θλίψη, όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι.

Κι ο προφήτης Ιερεμίας, επίσης, ρωτάει με απορία τον Θεό σχετικά με το θέμα της καλοτυχίας των ασεβών και ταυτόχρονα ο ίδιος ομολογεί ότι δεν αμφιβάλλει καθόλου για τη δικαιοσύνη Του: «Κύριε,» λέει, «εσύ είσαι δίκαιος, πώς μπορώ να διαμαρτυρηθώ εναντίον σου;» (Ιερ. 12, 1). Δεν κρατιέται ωστόσο να μην αναζητήσει την αιτία μιας τέτοιας ανισότητας και προσθέτει: «Όμως θα σου θέσω μερικά ερωτήματα: Γιατί οι ασεβείς στη ζωή τους είναι επιτυχημένοι; Γιατί ευτυχούν όλοι εκείνοι που παραβαίνουν συνεχώς τον νόμο σου; Τους φύτεψες κι αυτοί έριξαν βαθιές ρίζες. Γέννησαν παιδιά και απέκτησαν απογόνους.

Είσαι κοντά στο στόμα τους και εκπληρώνεις το αίτημά τους, είσαι όμως μακριά από τις επιθυμίες της καρδιάς τους» (Ιερ. 12, 1-2). Ο Κύριος όμως, με τα λόγια τού ίδιου Προφήτη, θρηνεί για την καταστροφή των αμαρτωλών. Φροντίζει γι’ αυτούς και τους στέλνει παιδαγωγούς, γιατρούς και δασκάλους. Τους προκαλεί, κατά κάποιο τρόπο, να θρηνήσουν μαζί Του και τους λέει: «Η Βαβυλώνα έπεσε ξαφνικά και συντρίφθηκε. Θρηνήστε την βάλτε ρητίνη σαν βάλσαμο θεραπευτικό στην πληγή της, μήπως και θεραπευθεί» (Ιερ. 28, 8).

Και να, ποια είναι η απελπισμένη απάντηση των Αγγέλων, στους οποίους δόθηκε η εκτέλεση του έργου της σωτηρίας των ανθρώπων ή μάλλον η απάντηση του Προφήτη, που στάλθηκε ως μηνυτής του Θεού, αλλά και αυτή των πνευματικών ανθρώπων και διδασκάλων, οι οποίοι βλέπουν τη σκλήρυνση και την αμετανόητη καρδιά αυτών των δυστυχισμένων ανθρώπων: «Προσπαθήσαμε» λένε, «να δώσουμε φάρμακα στη Βαβυλώνα, αλλά δεν θεραπεύθηκε.

Ας την εγκαταλείψουμε λοιπόν και ο καθένας ας επιστρέψει στη χώρα του, γιατί οι αμαρτίες της πλήθυναν τόσο πολύ, που έφθασαν μέχρι τον ουρανό, έφθασαν μέχρι τα άστρα» (Ιερ. 28, 9).

Ο Κύριος επίσης το ίδιο εννοεί, όταν απευθύνεται, με το στόμα του Προφήτη Ησαΐα, προς την Ιερουσαλήμ και της λέει: «Από τα πόδια μέχρι το κεφάλι δεν υπάρχει υγιές μέρος. Δεν υπάρχει σε ένα μέρος πληγή ανοιχτή και σε άλλο μώλωπας ή σε άλλο πληγή με φλεγμονή. Αλλά όλο το σώμα είναι μια ολόκληρη πληγή. Δεν είναι δυνατόν να βάλει κανείς πάνω σ’ αυτό ούτε κατάπλασμα, ούτε λάδι, ούτε επιδέσμους» (Ησ. 1, 6).

(Ἀπό τό βιβλίο, «Ὁ Ἀββᾶς Κασσιανός, Συνομιλίες μέ τούς Πατέρες τῆς ἐρήμου» τ. α΄, Ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ», Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα)

Οι δαίμονες μάς πολεμούν παρακολουθώντας τις αντιδράσεις μας!

 


 

 

  Οι δαίμονες μάς πολεμούν παρακολουθώντας τις αντιδράσεις μας!
ΑΒΒΑΣ ΣΕΡΗΝΟΣ: Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι τα πονηρά πνεύματα μπορούν να γνωρίζουν τη φύση των λογισμών μας. Αλλά αυτό γίνεται μόνο εξωτερικά, από συμπεράσματα που στηρίζονται σε κάποια φαινόμενα, όπως είναι αυτά που εκφράζουν τις διαθέσεις μας ή τα λόγια μας ή ακόμα και οι ασχολίες, στις οποίες βλέπουν ότι έχουμε ιδιαίτερη κλίση. Αλλά οι λογισμοί, που δεν έχουν ακόμα βγει από τα βάθη της ψυχής μας, τους είναι εντελώς απρόσιτοι.
Αν οι λογισμοί που μας υποβάλλουν οι δαίμονες έχουν γίνει αποδεκτοί από εμάς ή όχι, αυτό δεν το γνωρίζουν οι δαίμονες. Επειδή αυτοί έχουν τη δυνατότητα της κοινωνίας με την ψυχή μας – δηλαδή είναι σε θέση να παρακολουθήσουν την εσωτερική διεργασία των λογισμών μας, η οποία είναι καλυμμένη και άγνωστη – αλλά το αντιλαμβάνονται από τις εξωτερικές μας κινήσεις και από τις ενδείξεις που παρουσιάζει η συμπεριφορά μας.

Υποβάλλουν για παράδειγμα στον άνθρωπο τη ροπή προς το πάθος της λαιμαργίας. Αν δουν τον άνθρωπο να σηκώνεται και να κυττάζει προς το παράθυρο ή προς το μέρος του ήλιου σκεπτικά και να ζητά να μάθει εναγώνια τι ώρα είναι, τότε πληροφορούνται με αυτό το σημάδι ότι ο πειρασμός της λαιμαργίας έχει γίνει αποδεκτός από αυτόν. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση του πειρασμού της πορνείας. Αν τα πονηρά πνεύματα παρατηρήσουν ότι ο άνθρωπος δέχεται χωρίς αντίσταση το βέλος του πάθους, αν δουν δηλαδή ότι η σάρκα ερεθίστηκε και ότι αυτός δεν λυπήθηκε και δεν έκλαψε, όπως θα έπρεπε να είχε κάνει τη στιγμή που δέχτηκε την προσβολή, τότε αντιλαμβάνονται ότι το κεντρί της κακής επιθυμίας έχει ήδη καρφωθεί στα βάθη της ψυχής του.

Σχετικά με τους πειρασμούς της θλίψης, του θυμού και της οργής, οι δαίμονες πληροφορούνται τα αποτελέσματα της πειρασμικής υποβολής από τις κινήσεις και από τη συναισθηματική φόρτιση που εκδηλώνει ο άνθρωπος. Αν η προσβολή έχει εισχωρήσει και έχει πλήξει την καρδιά του ανθρώπου, το διακρίνουν από μια σιωπηλή διέγερση, από ένα αγανακτισμένο αναστεναγμό, από μια αλλαγή, από τη χλωμάδα δηλαδή ή από το κοκκίνισμα του προσώπου. Αυτά είναι τα μέσα, με τα οποία η λεπτή νοημοσύνη τους διακρίνει ποιος άνθρωπος έχει παραδοθεί σε ένα πάθος και σε ποιο ακριβώς πάθος. Έτσι για καθένα από μας γνωρίζουν με σιγουριά τι μας αρέσει ή όχι.

Δηλαδή από την πρώτη αντίδραση, την οποία η δαιμονική προσβολή προκαλεί στο σώμα μας, από μια χειρονομία ή από μια κίνησή μας, τα πονηρά πνεύματα συμπεραίνουν με βεβαιότητα ότι ο πειρασμός που εξαπέλυσαν έχει κερδίσει τη συγκατάθεσή μας, για την οποία εμείς πλέον θα έχουμε την ευθύνη.
Σε γενικές γραμμές, δεν είναι παράδοξο και πρωτόγνωρο το ότι τα πονηρά πνεύματα αντιλαμβάνονται τα αισθήματά μας και τις αντιδράσεις μας, εφόσον την ίδια δυνατότητα μπορεί να έχει και ένας έξυπνος άνθρωπος. Ένας εύστροφος ανθρώπινος νους μπορεί, και με τη θέα ακόμα του προσώπου, και με την εξωτερική δηλαδή εμφάνιση ενός ανθρώπου, να αναγνωρίσει την εσωτερική κατάστασή του.

Πόσο λοιπόν περισσότερο θα μπορούν να το κάνουν αυτό οι δαίμονες, οι οποίοι είναι, εξαιτίας της πνευματικής τους φύσης, πολύ πιο ευαίσθητοι και πολύ πιο οξυδερκείς από τους ανθρώπους;

(αββά Κασσιανού, Συνομιλίες, εκδ. Ετοιμασία τομ. Α, σελ. 217-218)

http://agiooros.org/

Τά ὑπάρχοντα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τριῶν εἰδῶν. ( Συνομιλία τοῦ Ἁγ. Κασσιανοῦ καί τοῦ Ἁγ. Γερμανοῦ μέ τόν Ἀββᾶ Παφνούτιο στήν ἔρημο)


Ο όρος «πλούτη» έχει μέσα στην Αγία Γραφή, τρεις διαφορετικές σημασίες. Υπάρχει ο «καλός πλούτος», ο «κακός πλούτος», και αυτός που δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο.

Τα κακά πλούτη είναι αυτά για τα όποια έχει ειπωθεί: «Πλούσιοι σε φτώχεια ξέπεσαν και πείνασαν» (Ψαλμ. 33, 11) και «αλίμονο σ` εσάς τους πλούσιους, γιατί την αμοιβή σας την έχετε πάρει ήδη σ αυτόν τον κόσμο» (Λουκ. 6, 24). Το να απαρνηθεί κανείς αυτά τα πλούτη είναι ένδειξη πνευματικής τελείωσης. Απόδειξη της αλήθειας αυτού που λέω είναι το ότι οι αληθινοί φτωχοί είναι αυτοί τους οποίους ο Κύριος μακαρίζει στο Ευαγγέλιο, λέγοντας: «Μακάριοι όσοι νιώθουν τον εαυτό τους φτωχό μπροστά στον Θεό, γιατί δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5, 3). Τα ίδια λέει και ο Ψαλμωδός: «Φώναξε ο φτωχός και ο Κύριος τον άκουσε» (Ψαλμ. 33, 7). Και ακόμα λέει: «Ο φτωχός και ο ακτήμονας θα υμνήσουν το όνομά Σου» (Ψαλμ. 73, 21).
Υπάρχουν επίσης και τα καλά πλούτη. Η απόκτηση αυτών είναι σημάδι μεγάλης αρετής και
σπάνιας αξίας. Ο Προφήτης Δαυίδ εγκωμιάζει τον δίκαιο που κατέχει αυτά τα πλούτη και λέει: «Ισχυροί και ακατάβλητοι θα είναι στη γη οι απόγονοι του, ως γενεά δικαίων και ειλικρινών ανθρώπων θα απολαύσει τις ευλογίες του Κυρίου. Δόξα και πλούτη θα πλεονάζουν στο σπιτικό του, η αρετή του θα εγκωμιάζεται από τους επιζώντες στους αιώνες» αλμ. 111, 2-3). Η Αγία Γραφή επίσης λέει: «Ο πλούσιος με τα πλούτη του μπορεί να γλιτώσει τη ζωή του» (Παροιμ. 13, 8). Γι’ αυτά τα πλούτη τα καλά γίνεται λόγος και στην Αποκάλυψη, η οποία επικρίνει τον φτωχό που στερείται αυτού του είδους τα αγαθά και τον επιτιμά για την ανέχεια του και για την γυμνότητά του και του λέει: «Θα σε αποβάλλω σαν εμετό από το στόμα μου». Διότι λες: “Είμαι πλούσιος, έχω αποκτήσει μεγάλη περιουσία, δεν έχω ανάγκη από τίποτα”. Ξεχνάς, φαίνεται, πως στην πραγματικότητα είσαι ταλαίπωρος και αξιοθρήνητος, φτωχός, τυφλός και γυμνός. Γι αυτό σε συμβουλεύω ν αγοράσεις από μένα χρυσάφι καθαρισμένο στη φωτιά, για ν’ αποκτήσεις πλούτη. Λευκά ρούχα για να ντυθείς και να μη ντρέπεσαι που φαίνεται η γύμνια σου»(Αποκ. 3, 16-18).

Υπάρχουν επίσης και πλούτη που μπορούν να είναι καλά ή κακά.

Των ανθρώπων θα είναι καλά ή κακά, εξαρτάται από την προαίρεση του κατόχου τους και από τον τρόπο της αξιοποίησης τους. Ο Απ. Παύλος γράφει γι’ αυτά τα πλούτη: «Στους πλούσιους αυτού εδώ του κόσμου να παραγγείλεις να μην υπερηφανεύονται ούτε να στηρίζουν τις ελπίδες τους σε κάτι αβέβαιο όπως είναι ο πλούτος, αλλά στο Θεό τον αληθινό, που μας τα δίνει όλα πλουσιοπάροχα, για να τα απολαμβάνουμε. Να τους παραγγείλεις να κάνουν το καλό, να γίνονται πλούσιοι σε καλά έργα, να είναι πρόθυμοι, να δίνουν και να μοιράζονται με τους άλλους ότι έχουν. Έτσι θα αποταμιεύσουν το θησαυρό τους και θα βάλουν ένα καλό θεμέλιο για το μέλλον, για να αποκτήσουν την αιώνια ζωή» (Α’ Τιμ. 6, 17-19). Αυτά ήταν επίσης τα πλούτη που εκείνος ο πλούσιος του ευαγγελίου φύλαγε ζηλότυπα για τον εαυτό του, τη στιγμή που ο φτωχός Λάζαρος, ξαπλωμένος μπροστά στην πόρτα του, επιθυμούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το πλούσιο τραπέζι του. Αυτή η σκληροκαρδία του όμως τον έριξε στο άσβεστο πυρ και στην αιώνια φωτιά.

( ΑΒΒΑ ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ. ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ)

Δύναμη ΑΒΒΑ ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ

 

Ἀπό τή δική μας ἐμπειρία, ἀλλά καί ἀπό τίς διηγήσεις τῶν Γερόντων, βλέπουμε ὅτι οἱ δαίμονες δέν ἔχουν σήμερα τήν ἴδια δύναμη πού εἶχαν ἄλλοτε, ὅταν ξεσποῦσαν μέ ἀγριότητα ἐναντίον τῶν παλαιῶν ἐρημιτῶν καί κοινοβιατῶν πατέρων. Τώρα δέν μᾶς ἀντιμάχονται φανερά, παίρνοντας φρικιαστικές μορφές, ἀλλά μᾶς ἐπιτίθενται ἀόρατα καί μᾶς προξενοῦν μεγαλύτερη ζημιά. Πρέπει, ὡστόσο, νά γνωρίζουμε ὅτι δέν ἔχουν ὅλοι οἱ δαίμονες οὔτε τήν ἴδια δόναμη οὔτε τήν ἴδια ἀγριότητα οὔτε καί τήν ἴδια κακία.Οἱ ἀρχάριοι καί ἀδύναμοι ἄνθρωποι πολεμοῦνται ἀπό τους πιό ἀδύναμους δαίμονες. Ὅταν, ὅμως, οἱ ἀθλητές τοῦ Χριστοῦ θριαμβεύσουν ἐναντίον τῶν πρώτων αὐτῶν ἀντιπάλων τους, θά βρεθοῦν σταδιακά ἀντιμέτωποι μέ πιό σκληρές ἐχθρικές δυνάμεις.Ὁ Χριστός, πάντως, ὡς ὁ πιό ἑπιεικής διαιτητής καί ἐπόπτης αὐτῶν τῶν ἀγώνων, συγκρατεῖ τήν ἰσορροπία ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καί τους ἀντιπάλους μας, ἀναχαιτίζει τήν ὑπερβολική ὁρμή τῶν ἐχθρικῶν ἐφόδων τους καί, ἐπιπλέον, «μαζί μέ τόν πειρασμό» μᾶς χαρίζει «καί τή δύναμη, ὥστε νά μπορέσουμε νά τόν ἀντιμετωπίσουμε νικηφόρα καί ὁριστικά» (πρβλ. Α’ Κορ. 10:13). Ἄν δέν εἴχαμε αὐτή τή θεϊκή βοήθεια, τότε ἀσφαλῶς οἱ δαίμονες θά μᾶς καταπόντιζαν.

Τά πονηρά πνεύματα, βέβαια, μᾶς ὑποκινοῦν στό κακό, ἀλλά δέν μᾶς ἐξαναγκάζουν καί νά τό πράξουμε. Ἄν μποροῦσαν νά μᾶς ἐξαναγκάσουν, τότε δέν θά ὑπῆρχε ἄνθρωπος πού νά μήν ἁμάρτανε μέ κάθε εἴδους ἁμαρτία. Ἀλλά, ὅπως αὐτοί ἔχουν τή δυνατότητα νά μᾶς βάζουν σέ πειρασμούς, ἔτσι κι ἐμεῖς ἔχουμε τή δύναμη καί τήν ἐλευθερία νά μήν τούς δεχόμαστε. Εἶναι, λοιπόν, ἀπόλυτα σίγουρο ὅτι οἱ δαίμονες δέν ἔχουν καμιά δύναμη πάνω μας, παρά μόνο ὅταν τούς παραδώσουμε τό θέλημά μας.

Ἐπίσης, τά πονηρά πνεύματα δέν ἔχουν τήν ἐλευθερία νά κάνουν τό κακό ἀπεριόριστα καί σέ ὁποιονδήποτε θελήσουν. Ἡ περίπτωση τοῦ Ἰώβ εἶναι μιά ὁλοφάνερη ἀπόδειξη: Ὁ ἐχθρός δέν τόλμησε νά πειράξει τόν Ἰώβ περισσότερο ἀπό ὅσο τοῦ ἐπέτρεψε ἡ θεία οἰκονομία. Τό ἴδιο ἐπιβεβαιώνεται καί μέ ὅσα ἔλεγαν οἱ δαίμονες στόν Χριστό, ὅταν Ἐκεῖνος τούς ἔδιωχνε ἀπό τόν δαιμονισμένο τῶν Γεργεσηνῶν: «Ἄν εἶναι νά μᾶς διώξεις, ἄφησέ μας νά πᾶμε στό κοπάδι τῶν χοίρων» (Ματθ. 8:31). Ἀφοῦ λοιπόν τότε, χωρίς τή θεία παραχώρηση, δέν μποροῦσαν νά εἰσέλθουν οὔτε στούς βρωμερούς χοίρους, πῶς νά πιστέψουμε ὅτι μποροῦν νά μποῦν μέ τή θέλησή τους σ’ ἕναν ἀνθρωπο, πλασμένο «κατ’ εἰκόνα» Θεοῦ; Γι’ αὐτό ὁ ἀπόστολος μᾶς προτρέπει: «Ἀντισταθεῖτε στόν διάβολο, κι αὐτός θά φύγει μακριά σας» (Ἰακ. 4:7).

 http://orthodoxfathers.com/ponira-pneumata-Avva-Kassianou/Dunami

Συνομιλία τοῦ ἀββᾶ Κασσιανοῦ μέ τόν ἀββᾶ Ἰσαάκ γιά τήν προσευχή

 


    

 Πρέπει να τηρείται μια τάξη στα διάφορα είδη της προσευχής;Άς δούμε αρχικά τί ακριβώς σημαίνουν αυτοί οι όροι. 
Ποιά δηλαδή είναι ή διαφορά, ανάμεσα στις προσευχές στις παρακλήσεις και στις δεήσεις;
Έπειτα, πρέπει να ασκούνται αυτοί οι τρόποι προσευχής ένας- ένας χωριστά, ή όλοι μαζί; Έχει κάποιο ιδιαίτερο νόημα για τους πιστούς ή σειρά με την οποία ο Απόστολος Παύλος έχει παραθέσει καθέναν από αυτούς τούς τρόπους προσευχής;Η απλώς αυτός ο διαχωρισμός δεν έχει και τόση σημασία και μπορούμε να υποθέσουμε ότι ό Απόστολος τα παρέθεσε έτσι χωρίς ιδιαίτερη σκοπιμότητα;
Αυτή η δεύτερη υπόθεση είναι, κατά την γνώμη μου, τελείως παράλογη. Δεν είναι ποτέ δυνατόν να έβαλε το Άγιο Πνεύμα στο στόμα τού Αποστόλου κάτι πού δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Θα ξαναπάρουμε λοιπόν αυτά τα είδη προσευχής ένα-ένα, με την σειρά πού δόθηκαν, ώστε με την Χάρη τού Θεού να τα αναλύσουμε διεξοδικά.

Τί είναι δέηση
Ο Απόστολος λέει: «Σας παρακαλώ, πρώτα από’ όλα, να κάνετε δεήσεις» (Α’ Τιμ. 2, 1). Δέηση είναι η κραυγή, η προσευχή του αμαρτωλού, ο οποίος με συντριβή καρδιάς εκλιπαρεί για την συγχώρηση των σφαλμάτων πού έχει διαπράξει στο παρελθόν, αλλά και για τις πρόσφατες αμαρτίες του.

Τι είναι προσευχή.

Η προσευχή είναι η πράξη με την οποία προσφέρουμε ή αφιερώνουμε κάτι στον Θεό. Οι Έλληνες την αποκαλούν «ευχή». Εκεί πού στα Ελληνικά λέει «τας ευχάς μου τω Κυρίω αποδώσω» (Ψαλμ .115, 9), στα Λατινικά λέμε «θα εκπληρώσω τις ευχές πού έκανα προς τον Κύριο», το οποίο σε ακριβή μετάφραση, θα μπορούσε να εκφρασθεί ως εξής: «Θα κάνω τις προσευχές, τις οποίες υποσχέθηκα στον Κύριο». Διαβάζουμε επίσης στο βιβλίο του Εκκλησιαστή: «Όταν τάξεις κάτι στον Θεό, μην αργήσεις να Του το προσφέρεις» (Έκκλ. 5, 3). Ας δούμε λοιπόν, πώς θα πραγματώσουμε αυτή την εντολή.
Προσευχόμαστε λοιπόν, όταν αρνούμαστε τον κόσμο και δεσμευόμαστε επίσημα απέναντι του Θεού, να νεκρώσουμε τον εαυτό μας για καθετί κοσμικό, για ότι δηλαδή άφορα τις πράξεις και τον τρόπο ζωής. Κι αυτός το κάνουμε για να υπηρετήσουμε τον Κύριο με όλη την θέρμη της ψυχής μας. Προσευχόμαστε, όταν περιφρονούμε την δόξα του κόσμου και τα επίγεια πλούτη, για να προσκολληθούμε ανεμπόδιστα στον Κύριο, με συντριβή καρδιάς και με ταπεινό φρόνημα. Προσευχόμαστε, όταν αφιερώνουμε οριστικά και αμετάκλητα την αγνότητα του σώματος μας και όταν υποσχόμαστε να ξεριζώσουμε εντελώς από την καρδιά μας τις ρίζες του θυμού και της λύπης, οι οποίες οδηγούν στο θάνατο. Αν δεν τηρήσουμε τις υποσχέσεις μας, αν αμελήσουμε και αν παραδοθούμε στο θυμό, στα πάθη και στις παλιές ελλείψεις μας, θα δώσουμε λόγο στον Θεό για τις υποσχέσεις και για τούς όρκους μας. Δίκαια τότε θα ακούσουμε: «Καλύτερα να μην τάξεις, παρά να τάξεις κάτι και να μην το προσφέρεις» (Έκκλ. 5, 4).

Για τις εντεύξεις.
Έχουμε επίσης και τις εντεύξεις. Εντεύξεις λέμε τις γεμάτες θέρμη προσευχές που κάνουμε προς τον Θεό για χάρη των συνανθρώπων μας, είτε αυτοί είναι γνώριμοι και αγαπημένα μας πρόσωπα, είτε αυτές οι ικεσίες μας έχουν σαν αίτημα την ειρήνη του κόσμου, καθώς λέει ο Απόστολος Παύλος « Να προσευχόμαστε για όλους τους ανθρώπους για τους κυβερνήτες και για όλους εκείνους που ασκούν την εξουσία» (Α Τιμ.2 , 1-2).

Κατόπιν, στην τέταρτη θέση, έχουμε τις ευχαριστίες.

Καθώς η ψυχή αναλογίζεται τις πλουσιοπάροχες ευεργεσίες πού έχει δεχθεί στο παρελθόν από τον Θεό και καθώς ατενίζει αυτές πού την κατακλύζουν στο παρόν ή καθώς στρέφει τον βλέμμα της στο μέλλον, στα αιώνια αγαθά πού ο Θεός επιφυλάσσει σ’ αυτούς πού Τον αγαπούν, ξεχειλίζει από απέραντη ευγνωμοσύνη και Τον ευχαριστεί με όλη της τη δύναμη. Συμβαίνει πολλές φορές αύτη η ενασχόληση του νου με τη θεωρία των μελλόντων αγαθών, να διεγείρει την ψυχή, ώστε αυτή να προσεύχεται με μεγαλύτερη θέρμη. Γιατί βλέπει πολύ καθαρά τα αιώνια αγαθά, πού ετοιμάζει ό Θεός στη μέλλουσα ζωή για τούς Αγίους και αυτό την κάνει να ξεχύνεται σε πέλαγος ανείπωτης χαράς και σε ατέρμονες προς Αυτόν ευχαριστίες.
Κατά πόσο είναι απαραίτητο αυτά τα τέσσερα είδη προσευχής να τα κάνουμε όλα συγχρόνως ή χωριστά ή και εναλλάξ.
Αυτές οι τέσσερες μορφές προσευχής φέρνουν πλούσιους καρπούς. Είναι γνωστό από την μακρόχρονη εμπειρία ότι η δέηση πού είναι θυγατέρα της μετάνοιας, η προσευχή πού γεννιέται από την καθαρή συνείδηση, η οποία τηρεί τις μοναχικές υποσχέσεις, η ικεσία πού πηγάζει από την θέρμη τής Χάρης και η ευχαριστία την οποία γεννά η θεωρία των αγαθών της Μεγαλοσύνης και της Αγαθότητας του Θεού, αυτές όλες οι μορφές αναφοράς τής ψυχής στον Θεό, ξεχύνονται συχνά σε ολόθερμες και πύρινες προσευχές.

Από το βιβλίο ”Αββά Κασσιανού.Συνομιλίες με τους Πατέρες της Ερήμου”Τόμος Α’
http://www.apantaortodoxias.blogspot.gr/
http://proskynitis.blogspot.gr/2015/02/blog-post_21.html

«Ὁ πιστός πρέπει νά ἔχει ζωή τέτοια πού νά ταιριάζει στό σχῆμα του· γιατί αὐτός πού δέν ζεῖ σύμφωνα μέ τό σχῆμα του, δέν εἶναι πιστός. Τά θεάρεστα γηρατιά δέν χαρακτηρίζονται ἀπό τόν χρόνο, ἀλλά ἀπό τόν τρόπο ζωῆς» μέρος α΄

 

 

   Ὑπόθεση ΛΒ΄(32)

 «ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ

ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»

  Τοῦ Ἀββᾶ Κασσιανοῦ,

ἀπό τίς συμβουλές πού ἔδωσε ὁ ὅσιος πατέρας Πινούφριος

σέ κάποιον πού ἀπαρνήθηκε τόν κόσμο.

  Ἀδελφέ, εἶδες πόσον καιρό περίμενες μπροστά στίς πύλες τῆς μονῆς μέχρι σήμερα πού ἔγινες δεκτός; Νά ξέρεις λοιπόν ὅτι καθυστερούσαμε νά σέ δεχτοῦμε γιά τόν ἑξῆς λόγο: ὄχι γιατί δέν ποθοῦμε τή σωτηρία τή δική σου καί ὅλων ὅσοι ἐπιστρέφουν στόν Χριστό, ἀλλά γιατί, ἄν σέ δεχόμασαν ἀπερίσκεπτα καί στήν τύχη, ἐμεῖς θά εἴχαμε νά λογοδοτήσουμε στόν Θεό γιά ἐλαφρότητα καί ἐπιπολαιότητα, καί ἐσένα θά σέ κάναμε ἔνοχο γιά βαρύτερη τιμωρία ἄν, καθώς θά γινόσουν τώρα μέ ἀπερισκεψία δεκτός, χωρίς δηλαδή νά μάθεις τή δυσκολία καί τήν ἀκρίβεια τοῦ μοναχικοῦ σχήματος, θά ἀποδεικνυόσουν ἔπειτα χαλαρός καί ράθυμος. Γιατί, ὅπως ἀκριβῶς σέ ἐκείνους πού ὑπηρετοῦν πιστά τόν Κύριο ἔχουν δοθεῖ ὑποσχέσεις δόξας καί τιμῆς στή μέλλουσα ζωή, ἔτσι ἑτοιμάζονται πολύ βαριές τιμωρίες γιά ὅσους προσέρχονται στή μοναχική ζωή μέ χλιαρότητα καί ραθυμία. Εἶναι καλύτερο, ὅπως λέει καί ἡ Γραφή, νά μήν τάξει κανείς στόν Θεό, παρά νά τάξει καί νά μήν τό κάνει1. Καί ἀλλοῦ λέει: «Εἶναι καταραμένος αὐτός πού κάνει μέ ἀμέλεια τό ἔργο τοῦ Κυρίου»2. Γι᾿ αὐτό πρίν ἀπ᾿ ὅλα πρέπει νά μάθεις τί εἶναι ἡ ἀπάρνηση τοῦ κόσμου· γιατί, ἄν αὐτό τό καταλάβεις, θά μπορέσεις νά μάθεις καί τί πρέπει νά κάνεις.

Ἡ ἀπάρνηση τοῦ κόσμου δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά ὑπόσχεση σταυρικοῦ θανάτου. Νά ξέρεις λοιπόν ὅτι ἀπό σήμερα πέθανες καί σταυρώθηκες γιά τόν κόσμο καί ὁ κόσμος γιά σένα, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος3· καί προσπάθησε νά καταλάβεις ποιό εἶναι τό νόημα τῆς σταύρωσης, ἐπειδή δέν ζεῖς πλέον ἐσύ, ἀλλά ζεῖ μέσα σου ἐκεῖνος πού σταυρώθηκε γιά σένα. Μέ αὐτό λοιπόν τό ὑπόδειγμα καί τό σχῆμα τοῦ σταυροῦ, στόν ὁποῖο ὑψώθηκε ὁ Κύριος γιά χάρη μας, εἶναι ἐντελῶς ἀπαραίτητο νά ζοῦμε καί ἐμεῖς σέ αὐτή τή ζωή, ὅπως προσεύχεται ὁ μακάριος Δαβίδ, παρακαλώντας νά καρφωθοῦν οἱ σάρκες του μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ4. Ὅπως δηλαδή αὐτός πού ἔχει τό σῶμα του καρφωμένο στό ξύλο δέν μπορεῖ νά κινηθεῖ γιά νά κάνει ὅποια ἐργασία θά ἤθελε, ἔτσι καί ἐκεῖνος πού ἔχει καρφωμένο τόν λογισμό του μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀκίνητος γιά κάθε σαρκικό θέλημα. Ὁ καρφωμένος σέ ἕναν σταυρό δέν σκέφτεται πλέον τά παρόντα, δέν ἀκολουθεῖ τά θελήματά του, δέν ταράζεται ἀπό κάποια ἐπιθυμία, δέν τσακίζεται ἀπό τή φροντίδα νά ἀποκτήσει περισσότερα, δέν φουσκώνει ἀπό ὑπερηφάνεια, δέν φιλονικεῖ, δέν καίγεται ἀπό τόν φθόνο, δέν ὑποφέρει ἀπό τούς ἐξευτελισμούς πού ὑφίσταται, δέν θυμᾶται τίς προσβολές πού πέρασε, γιατί περιμένει σύντομα νά φύγει ἀπό τή ζωή μέ σταυρικό θάνατο. Ἔτσι καί αὐτός πού ἀπαρνήθηκε πραγματικά τόν κόσμο καί εἶναι καρφωμένος μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ σάν σέ σταυρό καί περιμένει καθημερινά τήν ἀναχώρηση ἀπό αὐτή τή ζωή, ἔχει ἀκίνητες καί ἀνενεργές ὅλες τίς ἐπιθυμίες καί τίς σαρκικές διαθέσεις.

Νά φυλάγεσαι λοιπόν μήπως τυχόν ἐπιθυμήσεις νά πάρεις πάλι κάτι ἀπό αὐτά πού πέταξες, ὅταν ἀπαρνήθηκες τόν κόσμο· γιατί, σύμφωνα μέ τά κατηγορηματικά λόγια τοῦ Κυρίου, ὅποιος πιάνει τό ἀλέτρι γιά νά ὀργώσει καί κοιτάζει πρός τά πίσω, δέν εἶναι κατάλληλος γιά τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν5. Καί ἐκεῖνος πού ἀπό τήν ὑψηλή ζωή κατεβαίνει πάλι στά χαμηλά καί γήινα πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἐνεργεῖ ἀντίθετα μέ τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, καθώς κατεβαίνει ἀπό τή στέγη καί ἐπιχειρεῖ νά πάρει κάτι ἀπό τά πράγματα τοῦ σπιτιοῦ6.

Νά φυλάγεσαι μήν τυχόν τήν ὑπερηφάνεια, πού τώρα στήν ἀρχή μέ τή θέρμη τῆς ταπείνωσης τήν ποδοπάτησες, τήν ὀρθώσεις πάλι ἐναντίον σου, ὅταν μάθεις τό ψαλτήρι ἤ κάποια πράγματα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, καί ἔτσι παρουσιάσεις τόν ἑαυτό σου παραβάτη, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος, μέ τό νά ξαναχτίζεις αὐτά πού γκρέμισες7. Ἀλλά μᾶλλον, ὅπως ἄρχισες καί ὁμολόγησες τήν ταπείνωση μπροστά στόν Θεό καί τούς ἀγγέλους, νά τή διατηρήσεις ὥς τό τέλος.

Τά ἴδιο καί τήν ὑπομονή, τήν ὁποία ἔδειξες γιά νά γίνεις δεκτός στό μοναστήρι, περιμένοντας πολλές μέρες καρτερικά μπροστά στίς πύλες καί ἱκετεύοντας μέ δάκρυα, φρόντισε νά τήν αὐξήσεις. Γιατί εἶναι πραγματικά ἄθλιο πράγμα, ἐνῶ θά πρέπει καθημερινά νά αὐξάνεις τήν ἀρχική σου θέρμη καί νά προχωρεῖς πρός τήν τελειότητα, ἐσύ νά τή μειώνεις καί νά ἐπιστρέφεις πρός τά κάτω. Μακάριος δέν εἶναι ἐκεῖνος πού μόνο ἄρχισε νά κάνει τό καλό, ἀλλά ὅποιος ἔμεινε σταθερός σέ αὐτό ὥς τό τέλος. Γιατί τό φίδι πού σέρνεται στή γῆ πάντοτε παρακολουθεῖ τή φτέρνα μας8, σκέφτεσται δηλαδή πῶς νά μας κάνει κακό τήν ὥρα τοῦ θανάτου μας, καί ὥς τό τέλος τῆς ζωῆς μας προσπαθεῖ νά μᾶς ρίξει. Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο τό νά ἀρχίσεις καλά διόλου δέν θά σέ ὠφελήσει, οὔτε ἡ ἀρχική ἀπάρνηση τοῦ κόσμου καί ἡ θέρμη, ἄν δέν εἶναι καί τό τέλος παρόμοιο. Ἐπίσης καί ἡ ταπείνωση, πού εἶναι γνώρισμα τοῦ Χριστοῦ9 καί πού μπροστά σέ αὐτόν τώρα τήν ὑποσχέθηκες, δέν θά ἐπιβεβαιωθεῖ ἀλλιῶς, παρά μόνο ἄν τήν ἔχεις ὥς τό τέλος.

Ἄν λοιπόν, ὅπως λέει ἡ Γραφή, ἦρθες νά ὑπηρετήσεις τόν Θεό, ἑτοίμασε τήν καρδιά σου ὄχι γιά ἀνέσεις καί εὐχαριστήσεις, ἀλλά γιά πειρασμούς καί θλίψεις10· γιατί πρέπει νά περάσουμε πολλές θλίψεις γιά νά μποῦμε στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν11, καί εἶναι στενός καί γεμάτος δυσκολίες ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στή ζωή, καί λίγοι τόν ἀκολουθοῦν12. Πρόσεχε λοιπόν τούς λίγους καί καλούς καί κανόνιζε τή ζωή σου σύμφωνα μέ τό παράδειγμά τους. Μήν προσέξεις τούς ὀκνηρούς καί ἀδιάφορους, ἀκόμη καί ἄν εἶναι πολλοί· γιατί, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος, εἶναι πολλοί οἱ καλεσμένοι, λίγοι ὅμως οἱ ἐκλεκτοί13, καί εἶναι μικρό τό ποίμνιο, στό ὁποῖο εὐδόκησε ὁ Πατέρας νά δώσει τήν οὐράνια βασιλεία14. Μή νομίσεις δηλαδή ὅτι εἶναι μικρό ἁμάρτημα, ἐνῶ ὑποσχέθηκες τήν τελειότητα, νά μιμεῖσαι τούς πιό ἀμελεῖς καί ὀκνηρούς.

Συνεχίζεται….

  Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι

κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

 Ἀμήν.

 Εικόνα

  Ἱερά Μονή Φιλοθέου

  Εὐεργετινός τόμος α΄

Ἐκδόσεις: « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ »

Εὐχαριστοῦμε θερμά τίς ἐκδόσεις « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ » γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδουν

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

http://HristosPanagia3.blogspot.com

Ἡ ὑπερβολή στή νηστεία καί ἡ λαιμαργία ἔχουν τό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Αββά Κασσιανού


Αββά Κασσιανού
“Ας αγωνιστούμε λοιπόν με όλη τη δύναμη να αποκτήσουμε, με τη βοήθεια της αρετής της ταπείνωσης, την αρετή της διάκρισης, το οποίο θα μας προφυλάσσει από τις ακρότητες.
Όλοι έχουμε ακούσει το ρητό που λέει: “Μεταξύ των δύο άκρων υπάρχει η μέση οδός”. Η υπερβολή στη νηστεία και η λαιμαργία έχουν το ίδιο αποτέλεσμα.

Οι συνεχείς αγρυπνίες δεν είναι λιγότερο καταστροφικές από τη νωθρότητα και τον άμετρο ύπνο. Οι υπερβολικές στερήσεις σίγουρα, εξασθενούν τον άνθρωπο και τον οδηγούν στην κατάσταση εκείνη , όπου λιμνάζουν η αμέλεια και η αθυμία.
Έχω δει πάρα πολλές φορές μοναχούς, οι οποίοι δεν υποχώρησαν στο πάθος της γαστριμαργίας, να καταβάλλονται από την υπερβολική νηστεία. Το πάθος της λαιμαργίας που είχαν νικήσει, πήρε την εκδίκησή του από την εξασθένιση του οργανισμού τους. Άλλοι έπεσαν, γιατί επιδόθηκαν σε άμετρες αγρυπνίες και παρατεταμένα ξενύχτια και έφθασαν στο σημείο να μην μπορούν στο τέλος να κλείσουν μάτι.
Ας κρατήσουμε λοιπόν το μέτρο, με την καθοδήγηση της διάκρισης και σύμφωνα με το λόγο του Αποστόλου: ” Με τα όπλα της σωτηρίας τα επιθετικά και τα αμυντικά” (Β’ Κορ. 6,7). Ας ψάξουμε να βρούμε τη μέση οδό και να μην ξεστρατίσουμε ποτέ απ’ αυτή. Να μην εγκρατευόμαστε περισσότερο από εκείνο που μας παρέδωσαν οι Πατέρες, για να μην πέσουμε, από τη μια άκρη στην άλλη. Δηλαδή, από την ολέθρια χαλαρότητα στην κακή επιθυμία, στη λαιμαργία και στην ακράτεια”

Αββά Κασσιανού, Β΄Συνομιλία με τον αββά Μωϋσή, εκδ. “Ετοιμασία”,
Ι.Μ. Καρέα, Καρέας 2004, σσ.176-177
πηγή
http://proskynitis.blogspot.gr/2015/08/blog-post_79.html

Ἐρώτηση σχετική μέ τά ἑπτά ἔθνη καί τά ὀκτώ πάθη.


 

 Για τα επτά έθνη, των οποίων τη γη κατέλαβαν οι Ισραηλίτες, και γιατί άλλοτε γίνεται λόγος για «επτά» έθνη και άλλοτε για «πολλά» έθνη.

Αυτά τα πάθη είναι τα «επτά έθνη», των οποίων τη γη υπόσχεται ό Κύριος να δώσει στα τέκνα του Ισραήλ, μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο. Το καθετί πού συνέβαινε τότε στους Ισραηλίτες ήταν κατά τον Απόστολο παρατυπώσεις (Α’ Κορ. 10, 6). Οφείλουμε συνεπώς κι εμείς να τα μελετούμε προσεκτικά και να διδασκόμαστε απ’ όλα αυτά. Έχει λοιπόν ειπωθεί: «Όταν ο Κύριος, ο Θεός σας, σας φέρει στη χώρα που τώρα πάτε να την κατακτήσετε, θα διώξετε στο πέρασμά σας πολλά έθνη: τους Χετταίους, τους Γεργεσαίους, τους Αμορραίους, τους Χαναναίους, τους Φερεζαίους, τους Ευαίους και τους Ιεβουσαίους, επτά έθνη μεγαλύτερα και ισχυρότερα από σας. Θα τους παραδώσει ο Κύριος, ο Θεός σας, στην εξουσία σας, για να τους νικήσετε και να τους εξοντώσετε πλήρως» (Δευτ. 7, 1-2).

Γιατί λέει ότι είναι «πολλά έθνη»; Διότι ο αριθμός των παθών είναι μεγαλύτερος από τις αρετές.Ο κατάλογος περιλαμβάνει επτά έθνη. Αλλά, όταν ο Προφήτης μιλάει για την εξόντωσή τους, δεν αναφέρει αριθμό: «Θα διώξετε στο πέρασμά σας πολλά έθνη». Γιατί ο αριθμός των σαρκικών παθών, πού προέρχονται από αυτές τις επτά βασικές ρίζες, ξεπερνά σε μέγεθος τον Ισραήλ. Απ’ αυτές τις ρίζες βλαστάνουν οι φόνοι, οι έριδες, οι αιρέσεις, οι κλοπές, οι ψευδομαρτυρίες, οι βλασφημίες, τα φαγοπότια, τα μεθύσια, οι καταλαλιές, οι σαρκασμοί, οι αισχρολογίες, τα ψεύδη, οι ψευδορκίες, οι αργολογίες, οι αστεϊσμοί, η ταραχή, η πλεονεξία, η πικρία, οι παράφορες κραυγές, η αγανάκτηση, η περιφρόνηση, ο γογγυσμός, το να εκπειράζουμε τον Θεό, η αναισθησία και πολλά άλλα πάθη, τα οποία θα χρειαζόμασταν ώρα για να τα απαριθμήσουμε.

Αυτά τα πάθη μας φαίνονται ελαφρά. ‘Ας ακούσουμε όμως πώς τα αντιμετωπίζει και πώς κρίνει το όλο θέμα ο Απόστολος: «Ούτε στις ταλαιπωρίες», λέει, «να γογγύζετε, όπως γόγγυσαν μερικοί απ’ αυτούς και θανατώθηκαν από τον εξολοθρευτή άγγελο» (Α’ Κορ. 10, 10). Όσον άφορα στο να μην εκπειράζουμε τον Θεό ο Απόστολος λέει: «Ούτε να προσπαθούμε να δοκιμάσουμε, αν θα μας προστατεύσει ο Χριστός, όπως έκαναν μερικοί απ’ αυτούς, οι οποίοι θανατώθηκαν από το δάγκωμα των φιδιών» (Α’ Κορ. 10, 9). Για την καταλαλιά επίσης η Αγία Γραφή λέει: «Να μη θέλεις να καταλαλείς, για να μην υπερηφανευθείς» (Παροιμ. 20, 13). Για το πάθος της αναισθησίας ο Απόστολος λέει: «Είναι αναίσθητοι, ασελγούν αδιάντροπα, και χωρίς φραγμό εκτελούν βρώμικες πράξεις»(Έφεσ. 4,19). Οι κραυγές, καθώς και η οργή, ο θυμός και η βλασφημία επίσης καταδικάζονται. Αυτό μας το διδάσκουν σαφέστατα τα έξης λόγια του Αποστόλου: «Διώξτε», λέει, «μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια, θυμό, οργή, κραυγή, κατηγορία, καθώς και κάθε άλλη κακότητα» (Έφεσ. 4, 31). Το ίδιο μας παραγγέλλει και σχετικά με πολλά άλλα παρόμοια πάθη.

Ο αριθμός αυτών των παθών ξεπερνάει κατά πολύ τον αριθμό των αρετών. Επειδή, όμως, όλα τα πάθη παράγονται από τα οκτώ βασικά, αν καταπολεμηθούν αυτά τα οκτώ, τότε αμέσως κατευνάζονται εντελώς και εξαλείφονται μαζί τους και τα υπόλοιπα. Από τη γαστριμαργία γεννιέται η πολυφαγία και η μέθη. Από την πορνεία γεννιέται η αισχρολογία, οι αστεϊσμοί, οι σαρκασμοί και η αργολογία. Από τη φιλαργυρία γεννιέται το ψέμα, η νοθεία, η κλοπή,η ψευδορκία, η επιθυμία αισχρού κέρδους, οι ψευδομαρτυρίες, οι βιαιότητες, η απανθρωπιά και η πλεονεξία. Η οργή φέρνει το φόνο, τις παράφορες κραυγές και την αγανάκτηση. Η λύπη είναι μητέρα της μνησικακίας, της μικροψυχίας, της πικρίας και της απελπισίας. Από την ακηδία εκπηγάζει η αργία, η υπνηλία, η δύστροπη διάθεση, η ανησυχία, η περιπλάνηση, η αστάθεια σώματος και νου,η φλυαρία και η περιέργεια. Από την κενοδοξία γεννιούνται οι φιλονικίες, οι αιρέσεις, ο κομπασμός και η αγάπη προς τις καινοτομίες. Από την υπερηφάνεια τέλος, φυτρώνει η περιφρόνηση, ο φθόνος,η ανυπακοή, η βλασφημία, ο γογγυσμός και η καταλαλιά.

Αυτά τα ολέθρια πάθη είναι περισσότερα σε αριθμό σε σχέση με τις αρετές. Είναι επίσης και πιο ισχυρά, όπως το νιώθουμε ήδη από τον πόλεμο που μας κηρύττει η ίδια η φύση μας. Η απόλαυση των σαρκικών παθών βρίσκει τόπο μέσα μας πιο δυναμικά, σε σχέση με αυτόν πού έχει η έφεση για τις αρετές. Και αυτή η έφεση προς την αρετή δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο με το τίμημα της πιο βαθιάς συντριβής της καρδιάς και της τέλειας νέκρωσης του σώματος.

Οι λεγεώνες των εχθρών μας είναι αναρίθμητες. Γι’ αυτές ό Απόστολος λέει: «Γιατί δεν έχουμε να παλέψουμε με ανθρώπους, αλλά με αρχές και εξουσίες, δηλαδή με τους κυρίαρχους του σκοτεινού τούτου κόσμου, τα πονηρά πνεύματα που βρίσκονται ανάμεσα στη γη και στον ουρανό» (Έφεσ. 6, 12). Επίσης ο προφήτης Δαυίδ λέει στους Ψαλμούς: «Στ’ αριστερά σου χίλιοι θα πεθάνουν, δέκα χιλιάδες στα δεξιά σου» (Ψαλμ. 90, 7).

Αν λοιπόν τις εκλάβουμε όλες αυτές τις αρχές και τις εξουσίες με τα μάτια της πίστης, θα δούμε πολύ καθαρά ότι μάς ξεπερνούν, κατά πολύ, και σε αριθμό και σε δύναμη και ότι εμείς είμαστε μπροστά τους φτωχές υπάρξεις, σαρκικές και γήινες. Και επιπλέον, ότι έχουμε να παλέψουμε με εχθρούς πνευματικούς, οι οποίοι έχουν ουσία και οντότητα πνευματική και λεπτή σαν τον αέρα.

Κεφάλαιο 17: Ερώτηση σχετική με τα επτά έθνη και τα οκτώ πάθη.

 ΠΑΤΗΡ ΓΕΡΜΑΝΟΣ: Πώς γίνεται και υπάρχουν οκτώ βασικά πάθη που μας πολεμούν, αφού ο προφήτης Μωυσής αναφέρει μόνο επτά έθνη που εναντιώνονται στον Ισραηλιτικό λαό; Και γιατί είναι συμφέρον μας να καταλάβουμε τα εδάφη, τα οποία τώρα βρίσκονται στην κατοχή των παθών;

Κεφάλαιο 18: Πώς συγκροτείται ο αριθμός των οκτώ εθνών σε αντιστοιχία με τα οκτώ πάθη.

ΑΒΒΑΣ ΣΕΡΑΠΙΩΝ: Υπάρχουν οκτώ βασικά πάθη που πολεμούν τον μοναχό: Αυτή είναι γνώμη κοινή σε όλους και απόλυτη. Αν η Αγία Γραφή δεν τα αναφέρει όλα με το όνομα των λαών πού τα συμβολίζουν, είναι γιατί οι Εβραίοι είχαν ήδη βγει από την Αίγυπτο, και είχαν απελευθερωθεί από ένα έθνος πολύ ισχυρό, όταν ο προφήτης Μωυσής, ή μάλλον ο Κύριος, με το στόμα του Προφήτη, τους μίλησε και τους είπε όσα καταγράφονται στο Δευτερονόμιο (Δευτ. 7,1).

Φαίνεται ότι αυτή η παρομοίωση ισχύει το ίδιο και για μας τους μοναχούς. Εμείς λοιπόν τώρα, όντας απελευθερωμένοι από τα δίχτυα του έξω κόσμου, δείχνουμε να είμαστε απαλλαγμένοι από το πάθος της γαστριμαργίας, δηλαδή την ακράτεια του στόματος και της κοιλιάς. Δεν έχουμε λοιπόν πλέον παρά να πολεμήσουμε με παρόμοιο τρόπο τα άλλα επτά έθνη. Γιατί το πρώτο, όντας ήδη νικημένο, δεν λογαριάζεται.

Επιπλέον, αξίζει να σημειώσουμε ότι τα εδάφη αυτού του λαού δεν δόθηκαν στους Ισραηλίτες. Αντίθετα, μια ειδική εντολή τού Κυρίου τους επέβαλε να τα εγκαταλείψουν οριστικά και άμεσα.

Αυτό μας μαθαίνει να κανονίζουμε έτσι τις νηστείες μας, μην τυχόν μια υπερβολική αποχή, πού θα προκαλούσε μεγάλη εξάντληση και αδυναμία, μας αναγκάσει να ξαναγυρίσουμε πάλι πίσω στην Αίγυπτο, δηλαδή στην επιθυμία του λάρυγγα και της σάρκας, την οποία είχαμε εγκαταλείψει όταν απαρνηθήκαμε τον κόσμο. Τότε η συμφορά θα ήταν όμοια μ’ αυτή που βρήκε τους Εβραίους, όπως περιγράφεται στην ιστορία τους. Οι Εβραίοι, αν και βγήκαν από την Αίγυπτο, για να εισέλθουν στην έρημο των αρετών, νοσταλγούσαν τις χύτρες με τα κρέατα πού είχαν στην Αίγυπτο.

Κεφάλαιο 19: Γιατί πρέπει να καταστραφούν τα επτά έθνη, ενώ ένα έθνος δεν καταστρέφεται;

Γιατί, άραγε όταν επρόκειτο για το λαό, στη χώρα του οποίου έζησαν και πολλαπλασιάστηκαν οι Εβραίοι, δηλαδή για τους Αιγυπτίους, η διαταγή του Θεού ήταν να μην εξολοθρευθούν, αλλά να εγκαταλειφθεί μόνο το έδαφός τους; Και γιατί, αντίθετα, οι Ισραηλίτες έπρεπε να εξοντώσουν τους άλλους επτά λαούς; Ο λόγος είναι ο εξής: Με όποιο πνευματικό ζήλο κι αν μπήκαμε στην έρημο των αρετών, η γαστριμαργία παραμένει σαν μια γειτόνισσα, της οποίας οι υπηρεσίες και οι καθημερινές σχέσεις, θα λέγαμε, μας είναι απαραίτητες. Γιατί, η λήψη τροφής, μας είναι μια έμφυτη τάση και καθημερινή βιολογική ανάγκη. Αυτή θα παραμένει πάντα ζωντανή, όση προθυμία κι αν εμείς έχουμε κι όσο κι αν περικόψουμε τις ορέξεις και τις περιττές επιθυμίες μας.

Εφόσον δεν μπορούμε να καταστρέψουμε τελείως τις ορέξεις και τις επιθυμίες μας, οφείλουμε τουλάχιστον με πολλή φροντίδα να αποφεύγουμε την ικανοποίησή τους. Αυτό σημαίνουν τα λόγια του Αποστόλου: «Μην αφήνετε τον αμαρτωλό εαυτό σας να σας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών σας» (Ρωμ. 13, 14).

Αλλά, όταν συγκρατούμε την τάση που μας σπρώχνει στις φροντίδες του σώματος -τις οποίες κανένας δεν μας έχει απαγορεύσει να τις λειτουργούμε, αλλά απλά έχουμε εντολή να τις εκτελούμε απαθώς-είναι προφανές ότι δεν εξοντώνουμε τον Αιγύπτιο. 

Τον κρατάμε μόνο σε απόσταση, με το να απορρίπτουμε κάθε λογισμό για περιττές και εκλεκτές τροφές. Πρέπει να περιοριζόμαστε και να είμαστε ικανοποιημένοι, όπως λέει ο Απόστολος, έχοντας απλώς τροφή και ενδύματα (Α’ Τιμ. 6, 8). Τέτοια είναι και η εντολή που μας δίνεται συμβολικά από το Νόμο: «Μην αποστρέφεστε», λέει, «τους Αιγυπτίους, γιατί έχετε φιλοξενηθεί στη χώρα τους» (Δευτ. 23, 8). Το να αρνηθούμε στο σώμα την απαραίτητη γι’ αυτό τροφή, θα ήταν σαν να θέλαμε να το φονεύσουμε, και επιπλέον, θα επιβαρύναμε την ψυχή μας με ένα έγκλημα.

Τα άλλα επτά πάθη, επειδή αυτά είναι βλαβερά από κάθε άποψη, πρέπει, όχι μόνο να τα αποβάλλουμε, αλλά οφείλουμε να μην τα αγγίζουμε καν με τον κρυφό λογισμό μας. Να, τί λέει ο Απόστολος γι’ αυτά: «Διώξτε μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια, θυμό, οργή, κραυγή, κατηγορία, καθώς και κάθε άλλη κακότητα» (Έφεσ. 4, 31). Και άλλου πάλι λέει: «Δεν πρέπει ούτε καν λόγος να γίνεται μεταξύ σας για ακολασία και κάθε είδους ηθική ακαθαρσία και πλεονεξία. Επίσης δεν ταιριάζουν σε σας η αισχρότητα, τα ανόητα λόγια και τα βρώμικα αστεία» (Έφεσ. 5, 3-4).

Μπορούμε λοιπόν να κόψουμε τις ρίζες αυτών των παθών που μπολιάστηκαν στη φύση μας σαν εξωτερικό επίθεμα, ενώ δεν μπορούμε ν’ απαλλαγούμε τελείως από  τη γαστριμαργία. Όσο προχωρημένοι πνευματικά κι αν είμαστε, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αρνηθούμε τη φύση μας. Και ότι αυτό είναι πραγματικότητα, φαίνεται, όχι μόνο από τη ζωή αδύνατων πνευματικά ανθρώπων που είναι όμοιοι με εμάς, αλλά και από το βίο και την πολιτεία όλων εκείνων που έφθασαν στην τελειότητα. Αυτοί, αν και είναι απαλλαγμένοι από τα κίνητρα όλων των άλλων παθών και έχουν, γεμάτοι ζήλο πνευματικό, αποσυρθεί στην έρημο, περιφρονώντας κάθε σωματική ανάπαυση, εντούτοις δεν μπορούν να μη φροντίσουν το καθημερινό τους φαγητό και να μην κάνουν ετήσιες προμήθειες.

Κεφάλαιο 20: Παρομοίωση της λαιμαργίας με την ανάγκη που έχει ο αετός, για να βρει τροφή.

Ζώντας ο μοναχός αναγκαστικά κάτω από την τυραννία αυτών των αναγκών, όσο κι αν είναι προχωρημένος πνευματικά, θα μπορούσε πολύ εύστοχα να συγκριθεί με τον αετό.

Ο αετός υψώνεται με τις έξοχες πτήσεις του πάνω από τα σύννεφα. Πετώντας εξαφανίζεται από το πρόσωπο της γης και γίνεται αόρατος από το ανθρώπινο μάτι. Να, όμως , που η πείνα τον αναγκάζει να κατέβει από τα ύψη, να πέσει στη γη, μέσα στις βαθιές κοιλάδες, και να βρωμιστεί τρώγοντας πτώματα.

Όλα αυτά αποδεικνύουν ολοκάθαρα ότι από το πνεύμα της γαστριμαργίας δεν μπορούμε να απαλλαγούμε οριστικά και μόνιμα, όπως μπορεί να γίνει με τα άλλα πάθη, ούτε και να το ξεριζώσουμε τελείως από μέσα μας. Εξαρτάται όμως αποκλειστικά από την αρετή του καθενός, το να αναχαιτίζει τις προσβολές του και να χαλιναγωγεί τα κύματα της επιθυμίας για τροφές πού δεν του είναι απαραίτητες για τη συντήρησή του.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΙΑΝΟΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. ΤΟΜΟΣ Α 

http://apantaortodoxias.blogspot.com/2012/02/blog-post_7161.html

«Καθόλου δέν πρέπει νά θυμώνει κανείς μέ ἄνθρωπο ἤ νά βάζει τίς φωνές. Τί γεννᾶ τόν θυμό, καί τί τόν θεραπεύει.»


   Τοῦ ἀββά Κασσιανοῦ

  Αὐτός πού θέλει νά ἀγωνιστεῖ στόν πνευματικό ἀγώνα σύμφωνα μέ τούς κανόνες, ἄς εἶναι ξένος ἀπό κάθε ἐλάττωμα ὀργῆς καί θυμοῦ, καί ἄς ἀκούσει τί ἐντολή τοῦ δίνει τό “σκεῦος τῆς ἐκλογῆς”1, ὁ Παῦλος: «Κάθε ἔχθρα καί ὀργή καί θυμός καί κραυγή καί βλασφημία», λέει, «νά φύγει μακριά ἀπό ἐσᾶς, μαζί μέ κάθε κακία»2. Μέ τό νά πεῖ “κάθε…”, δέν μᾶς ἄφησε καμιά ἀφορμή θυμοῦ, εἴτε ὡς ἀναγκαία εἴτε ὡς εὔλογη.

Ὅποιος λοιπόν θέλει νά διορθώσει τόν ἀδελφό του πού σφάλλει, ἤ νά τοῦ ἐπιβάλει κάποια τιμωρία, ἄς φροντίσει νά κρατήσει τόν ἑαυτό του ἀτάραχο, μήν τυχόν, θέλοντας νά γιατρέψει ἄλλον, ἀρρωστήσει ὁ ἴδιος, καί ἔτσι τοῦ ποῦν τό γνωστό ρητό τοῦ Εὐαγγελίου: «Γιατρέ, γιάτρεψε τόν ἑαυτό σου»3 καί ἐπίσης: «Γιατί βλέπεις τό σκουπιδάκι στό μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου καί δέν νιώθεις ὁλόκληρο δοκάρι στό δικό σου μάτι;»4. Μέ ποιόν τρόπο θά δεῖς καί θά βγάλεις τό σκουπιδάκι ἀπό τό μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου ἐσύ πού ἔχεις στό δικό σου μάτι τό δοκάρι τοῦ θυμοῦ νά τό σκεπάζει; Γιατί ἀπό ὁποιαδήποτε αἰτία καί νά κοχλάσει ἡ ὀργή, τυφλώνει τά μάτια τῆς ψυχῆς καί δέν τήν ἀφήνει νά δεῖ τόν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης5. Εἴτε χρυσά εἴτε μολυβένια καλύμματα βάλει κάποιος στά μάτια του, ἐξίσου ἐμποδίζει τήν ὅραση, καί καμία διαφορά στήν τυφλότητα δέν προξενεῖ ἡ ἀξία τοῦ χρυσοῦ καλύμματος. Ἔτσι καί ἀπό ὁποιαδήποτε αἰτία εὔλογη ἤ παράλογη καί νά ἀνάψει ἡ ὀργή, ἡ ὅραση τῆς ψυχῆς τυφλώνεται.

Τότε μόνο χρησιμοποιοῦμε κατά φύση τόν θυμό, ὅταν τόν κατευθύνουμε ἐναντίον τῶν φιλήδονων καί ἐμπαθῶν λογισμῶν. Ἔτσι μᾶς διδάσκει καί ὁ προφήτης Δαβίδ: «Νά ὀργίζεστε καί νά μήν ἁμαρτάνετε»6· νά κινεῖτε δηλαδή τήν ὀργή ἐναντίον τῶν παθῶν σας καί τῶν κακῶν λογισμῶν καί νά μήν ἁμαρτάνετε κάνοντας πράξη ὅσα αὐτοί σᾶς ψιθυρίζουν. Αὐτή τήν ἔννοια τοῦ στίχου τή φανερώνει καθαρά ἡ συνέχεια: «Γι᾿ αὐτά πού λέτε μέσα στήν καρδιά σας, νά νιώθετε κατάνυξη στό κρεβάτι σας»· ὅταν δηλαδή ἔρθουν στήν καρδιά σας οἱ κακοί λογισμοί, νά τούς διώξετε μέ τήν ἐναντίον τους ὀργή σας, καί μετά ἀπό αὐτό, καθώς θά βρίσκεστε σέ ἡσυχία σάν σέ κρεβάτι, νά νιώθετε κατάνυξη πού ὁδηγεῖ σέ μετάνοια.

Μέ τοῦτο συμφωνεῖ καί ὁ μακάριος Παῦλος, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ παρέθεσε τό ρητό αὐτό, πρόσθεσε: «Ὁ ἥλιος νά μή δύει κατά τήν ὀργή σας, οὔτε νά δίνετε τόπο στόν διάβολο»7· δηλαδή μήν κάνετε τόν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τόν Χριστό καί Θεό, μέ τήν ὀργή πού τοῦ προκαλεῖτε ἐξαιτίας τῆς συγκατάθεσής σας στούς αἰσχρούς λογισμούς, νά δύσει, ὅπως εἴπαμε, στίς καρδιές σας, μήν τυχόν, μέ τήν ἀναχώρησή του, βρεῖ τόπο μέσα σας ὁ διάβολος.

Ἀκολουθώντας λοιπόν τούς θείους νόμους, πρέπει νά ἀγωνιζόμαστε μέ ὅλη μας τή δύναμη ἐναντίον τοῦ πνεύματος τῆς ὀργῆς καί ἐναντίον τῆς ἀρρώστιας πού βρίσκεται μέσα μας, καθώς θυμώνουμε ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, καί ὄχι νά ἐπιδιώκουμε τήν ἐρημιά καί τήν ἀπομόνωση, νομίζοντας ὅτι τάχα ἐκεῖ δέν ὑπέρχει τίποτε νά μᾶς κάνει νά ὀργιστοῦμε καί ὅτι στήν ἀπομόνωση εὔκολα θά κατορθωθεῖ ἡ ἀρετή τῆς μακροθυμίας.

Ὁ λόγος πού ἐπιθυμοῦμε νά φύγουμε ἀπό τούς ἀδελφούς εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια καί τό ὅτι δέν θέλουμε νά κατηγοροῦμε τόν ἑαυτό μας καί νά ἀποδίδουμε στή ραθυμία μας τίς αἰτίες τῆς ταραχῆς. Ὅσο ὅμως ἔχουμε αὐτή τή διάθεση καί νοοτροπία καί ἀποδίδουμε στούς ἄλλους τίς ἀδυναμίες καί ἀφορμές τῆς δικῆς μας μακροθυμίας, δέν θά μπορέσουμε νά φτάσουμε στήν τελειότητα τῆς μακροθυμίας. Ὅλη ἡ διόρθωσή μας δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τή μακροθυμία τοῦ ἄλλου πρός ἐμᾶς ἀλλά ἀπό τή δική μας ἀνεξικακία. Ἄν ὅμως ἐπιδιώκουμε τήν ἐρημιά καί τήν ἀπομόνωση, γιά νά ἀποφύγουμε τόν ἀγώνα τῆς μακροθυμίας, νά τό ξέρουμε καλά ὅτι μέ τήν ἐρημιά γίνονται πιό ἄγρια τά πάθη μέσα μας, καί μάλιστα τό πάθος τοῦ θυμοῦ, καθώς ἐκεῖ εἶναι ἀπαλλαγμένα ἀπό τή δοκιμασία πού προξενεῖ ἡ ἐπαφή μέ τούς ἀνθρώπους. Καί αὐτήν ἀκόμη τή σκιά τῆς φαινομενικῆς ὑπομονῆς καί μακροθυμίας πού νομίζαμε ὅτι εἴχαμε ζώντας μαζί μέ τούς ἀδελφούς, τή χάνουμε μέ τή στέρηση τῆς δοκιμασίας καί τῆς διόρθωσης.

Αὐτοί λοιπόν πού ἐπιθυμοῦν νά ἀποκτήσουν πραότητα πρέπει νά φροντίζουν ὄχι μόνο ἐναντίον ἀνθρώπων νά μήν ὀργίζονται, ἀλλά οὔτε καί ἐναντίον ζώων ἤ ἄψυχων πραγμάτων. Θυμᾶμαι, ὅταν ἔμενα στήν ἔρημο, ὅτι θύμωσα μέ ἕνα καλάμι, γιατί δέν μοῦ ἄρεσε τό πάχος ἤ ἡ λεπτότητά του, ὅπως ἐπίσης καί μέ ἕνα ξύλο, γιατί θέλοντας νά τό κόψω δέν μπόρεσα γρήγορα· ἀκόμη καί μέ μιά τσακμακόπετρα ὀργίστηκα, γιατί ὅταν προσπαθοῦσα νά βγάλω φωτιά, δέν πετάχτηκε γρήγορα ὁ σπινθήρας. Τόσο πολύ δηλαδή μοῦ εἶχε ἰσχυροποιηθεῖ ἡ ὀργή, ὥστε νά τήν ἐκδηλώνω καί ἐναντίον τῶν ἀναίσθητων πραγμάτων.

Ἄς πετάξουμε λοιπόν κάθε ὀργή ἀπό ἐπάνω μας καί ἄς φοβηθοῦμε τήν καταδικαστική ἀπόφαση τοῦ Κυρίου πού ἀναφέρεται στό Εὐαγγέλιο: «Ὅποιος ὀργίζεται ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ του, θά εἶναι ἔνοχος στήν κρίση»8 –ἔτσι ἔχουν αὐτό τό χωρίο τά ἀκριβή ἀντίγραφα τοῦ Εὐαγγελίου· ἡ λέξη “εἰκῆ” (χωρίς λόγο) ἔχει προστεθεῖ ἀπό ἐκείνους πού δέν θέλουν νά κόβουν ἐντελῶς τό πάθος τῆς ὀργῆς. Γιατί ὁ σκοπός τοῦ Κυρίου, ὅπως μέ τά ἄλλα πάθη, ἔτσι καί μέ αὐτό, εἶναι νά κόβουμε καί νά ξεριζώνουμε τή ρίζα καί τήν αἰτία του μέ κάθε τρόπο, καί νά μήν ἀφήνουμε στόν ἑαυτό μας καμία πρόφαση ὀργῆς, μήπως θυμώνοντας στήν ἀρχή δικαιολογημένα τάχα, πέσουμε ὕστερα στή μανία τοῦ παράλογου θυμοῦ. Ἡ τέλεια ἑπομένως θεραπεία αὐτῆς τῆς ἀρρώστιας εἶναι νά φροντίσουμε νά μή θυμώνουμε οὔτε γιά δίκαια, οὔτε γιά ἄδικα αἴτια.

Ὅταν τό σκοτεινό αὐτό πάθος κάνει κατασκότεινο τόν νοῦ μας, δέν θά βρεθεῖ μέσα μας οὔτε τό φῶς τῆς διάκρισης, οὔτε βεβαιότητα ὀρθῆς σκέψης, οὔτε καθοδήγηση ἀπό τή δικαιοσύνη· ἀλλά καί τό Ἅγιο Πνεῦμα θά φύγει ἀπό ἐμᾶς, διωγμένο ἀπό τήν ἐσωτερική μας ταραχή.

Μαζί μέ ὅλα ὅσα εἴπαμε, πρέπει νά ἔχουμε ἀδιάκοπα μπροστά στά μάτια μας τήν ἄγνωστη ὥρα τοῦ θανάτου, ὥστε νά φυλαγόμαστε ἀπό τήν ὀργή καί νά ἐγκαταλείψουμε τελείως τόν θυμό, ὅπως μᾶς προτρέπει ὁ προφήτης9. Καί νά ξέρουμε ὅτι δέν ὠφελοῦν στό παραμικρό οὔτε ἡ σωφροσύνη, οὔτε ἡ ἀπάρνηση ὅλων τῶν ὑλικῶν, οὔτε οἱ νηστεῖες, οἱ ἀγρυπνίες καί οἱ ἄλλες κακουχίες, ἄν, κυριευμένοι ἀπό τήν ὀργή καί τό μίσος, βρεθοῦμε ἔνοχοι στή φοβερή κρίση.

συνεχίζεται…

 Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι

κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Ἀμήν.

 

 

«ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ

ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»

Εὐεργετινός τόμος β΄

Ἐκδόσεις: « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ »

Ο ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ . ΡΩΤΑ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΔΑΝΙΗΛ “Γιά τήν αἰτία τῆς ξαφνικῆς ἀλλαγῆς τῶν συναισθημάτων μας. Πῶς γίνεται καί, ἑνῶ νιώθουμε πολλή χαρά, ξαφνικά μᾶς καταλαμβάνει τέλεια ἀποθάρρυνση καί θλίψη;


Σχετικά μέ τό βίο του αββά Δανιήλ.

ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ: Ανάμεσα σ’ όλους αυτούς τους ήρωες της «κατά Θεόν» φιλοσοφίας, συναντήσαμε καί τον αββά Δανιήλ. Ο αββάς Δανιήλ, όχι μόνο ήταν ισάξιος σ’ όλες τις αρετές μέ αυτούς πού έμεναν στην έρημο της Σκήτης, αλλά είχε ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του το χάρισμα της ταπεινοφροσύνης. Η μεγάλη καθαρότητα καί η πραότητα του αββά Δανιήλ έκαναν τον αββά Παφνούτιο, ο οποίος ήταν ο ιερέας αυτής της ερήμου, να τον επιλέξει ανάμεσα από πολλούς άλλους πιο ηλικιωμένους για να γίνει διάκονος.

Ο αββάς Παφνούτιος ήταν τόσο ενθουσιασμένος από την αρετή του αββά Δανιήλ ώστε, θεωρώντας τον ισάξιό του καί ιδιαίτερα μερισματούχο, βιαζόταν να τον κάνει επίσης καί ισόβαθμο κατά την ιερατική τάξη. Στο πρόσωπο του άββά Δανιήλ, ο αββάς Παφνούτιος έβλεπε τον άνθρωπο, ο οποίος θα μπορούσε αργότερα να τον διαδεχθεί. Γι’ αυτό τον προήγαγε σχετικά νωρίς, ενώ ζούσε ακόμη ο ίδιος, στο αξίωμα της ιεροσύνης.

Ο αββάς Δανιήλ ωστόσο δεν έπαυσε να διατηρεί, καί σ’ αυτή την ανώτερη θέση πού ανήλθε, τήν προηγούμενη συνηθισμένη του ταπείνωση. Ποτέ δεν προβλήθηκε, όταν παρευρισκόταν ο δάσκαλός του, για την ανώτερη τάξη στην οποία προκρίθηκε, αλλά επέμενε πάντα, όταν ο αββάς Παφνούτιος τελούσε τη Θεία Λειτουργία, να εκτελεί αυτός τά καθήκοντα του πρώτου αξιώματος του, σάν να ήταν μόνο διάκονος.

Ωστόσο, ο αββάς Παφνούτιος, αν καί ήταν τόσο άγιος άνθρωπος καί είχε άκόμη καί προορατικό χάρισμα, στην περίπτωση του αββά Δανιήλ, δεν είδε τά γεγονότα να επαληθεύουν τις ελπίδες του σε ότι αφορούσε τό θέμα της διαδοχής καί την εκλογή που ο ίδιος είχε κάνει. Γιατί ο υποψήφιος διάδοχός του έφυγε απ’ αυτή τη ζωή λίγο πριν φύγει για τον Ουρανό αυτός ο ίδιος.

Ερώτηση για την αιτία της ξαφνικής αλλαγής των συναισθημάτων μας. Πώς γίνεται καί, ενώ νιώθουμε πολλή χαρά, ξαφνικά μάς καταλαμβάνει τέλεια αποθάρρυνση καί θλίψη;

Σ’ αυτόν λοιπόν τον μακάριο αββά Δανιήλ θέσαμε μια μέρα την εξής ερώτηση: Γιατί άραγε, όταν αποσυρόμαστε στα κελιά μας για να προσευχηθούμε, μάς περιλούει ένα κύμα Θείου φωτός καί αισθανόμαστε να πλημμυρίζει από αγαλλίαση καί ανείπωτη χαρά η καρδιά μας καί φθάνουμε σε κατάσταση, την οποία όχι μόνο δεν μπορούμε να περιγράφουμε, αλλά ούτε καν να τη συλλάβει ο νους μας; Γιατί τότε η προσευχή βγαίνει καθαρή καί ανεμπόδιστη καί η ψυχή γεμάτη πνευματικούς καρπούς δέχεται την εσωτερική πληροφορία ότι οι δεήσεις της, πού δεν διακόπτονται ούτε καί κατά την ώρα του ύπνου, φθάνουν γρήγορα στον ουρανό καί γίνονται αποδεκτές από τον Θεό;

Καί γιατί μετά ξαφνικά καί χωρίς κανένα λόγο μάς καταλαμβάνει μια ανεξήγητη αγωνία; Νιώθουμε τότε να μάς πλακώνει μια θλίψη βαριά, χωρίς να υπάρχει καμιά εμφανής αιτία πού να την έχει προκαλέσει. Μετά στερεύει αυτή η πηγή των μυστικών βιωμάτων μας καί φθάνουμε σε τέτοιο σημείο, ώστε καί τό κελί μας ακόμα να μάς γίνεται ανυπόφορο. Όταν βρισκόμαστε σ’ αυτή την κατάσταση αποστρεφόμαστε τη μελέτη, καί ο νους μας διασπάται κατά την ώρα της προσευχής καί τρέχει ακατάπαυστα εδώ καί εκεί. Αισθανόμαστε σάν να είμαστε μεθυσμένοι. Αναστενάζουμε, προσπαθούμε να επαναφέρουμε τό νου μας στην πρώτη του κατεύθυνση. Μάταια όμως! Όσο περισσότερο προσπαθούμε να τον επαναφέρουμε στη μνήμη τού Θεού, τόσο πιο πολύ αυτός γλιστράει καί ξεφεύγει σε άσκοπες περιπλανήσεις καί τελικά παραμένει άκαρπος. Ούτε ο πόθος της Βασιλείας των Ουρανών, αλλά καί ούτε ο φόβος της Κόλασης είναι ικανά να μάς ξυπνήσουν από τό λήθαργο μας.

Πάνω σ’ αυτές τις απορίες μας ο αββάς Δανιήλ μάς έδωσε τούτη εδώ την απάντηση.

ΑΒΒΑΣ ΔΑΝΙΗΛ: Οι Πατέρες μάς έχουν πει ότι η στειρότητα του πνεύματος, για την οποία μιλάτε, οφείλεται σε τρεις αιτίες: Ενδέχεται να είναι αποτέλεσμα της αμέλειας μας. Μπορεί να είναι δαιμονικός πειρασμός. Δεν αποκλείεται επίσης να είναι καί μια δοκιμασία, την οποία παραχωρεί η Θεία Πρόνοια.

Πολλές φορές η πνευματική στειρότητα προέρχεται από τη δική μας αμέλεια. Από δικό μας λάθος πέφτουμε σε πνευματική χλιαρότητα. Μειώνεται η αγωνιστική μας διάθεση καί παραδινόμαστε στην αμέλεια καί την οκνηρία. Αυτή η απραξία γεννά άσχημους λογισμούς, οι όποιοι στη συνέχεια πυροδοτούν τούς πειρασμούς. Τότε πλέον η καρδιά μας γίνεται σάν χωράφι, στο όποιο δεν φυτρώνουν παρά μόνο αγκάθια καί τριβόλια.

Αλλά, όταν μάς συμβεί κάτι τέτοιο, είναι φυσικό να επακολουθήσει η πνευματική στειρότητα. Δεν υπάρχουν πια μέσα μας πνευματικοί καρποί ούτε επιθυμούμε μυστικές αναβάσεις τού πνεύματος.

Μπορεί επίσης αυτή η κατάσταση πού περιγράφετε να είναι καί ένας πειρασμός. Όταν δηλαδή είμαστε ολοκληρωτικά δοσμένοι στούς ευγενείς πνευματικούς πόθους μας, τότε ο αόρατος εχθρός μας γλιστρά επιδέξια καί εισβάλλει στο νου μας, τον οποίο αποσπά από την πιο ιερή πνευματική κατάστασή του, χωρίς εμείς να τό θέλουμε καί χωρίς πολλές φορές να τό καταλαβαίνουμε.

Δύο είναι οι λόγοι, για τούς οποίους επιτρέπει ο Θεός να αποθαρρυνόμαστε πνευματικά.

Αυτή τη δοκιμασία, μπορεί επίσης να την επιτρέπει ο Θεός για δύο κυρίως λόγους. Ο ένας λόγος είναι για να ταπεινωθούμε. Μας εγκαταλείπει Εκείνος για κάποιο διάστημα καί εμείς, βλέποντας ταπεινωμένοι την αδυναμία μας, δεν νιώθουμε πλέον καμία έφεση για την καθαρότητα της καρδιάς, μέ την οποία Εκείνος μάς είχε πριν χαριτώσει. Έχοντας εξάλλου την αίσθηση ότι μέσα σ’ αυτή την εγκατάλειψη ούτε οι στεναγμοί ούτε η προσωπική μας επιμέλεια είναι ικανά να μάς επαναφέρουν στην πρώτη χαρά καί στην καθαρότητα, συνειδητοποιούμε ότι η αγαλλίαση πού αισθανόμασταν πριν, δεν ήταν καρπός του δικού μας ζήλου, αλλά δώρο της ευσπλαχνίας Του. Καταλαβαίνουμε πλέον από την εμπειρία μας ότι πρέπει να ικετεύσουμε τον Θεό καί να του ζητήσουμε να μάς σκεπάσει πάλι μέ τη Χάρη Του καί να μάς φωτίσει.

Ο άλλος λόγος πού ο Θεός επιτρέπει να πέσουμε σ’ αυτόν τον πειρασμό είναι ότι θέλει να δοκιμάσει μ’ αυτό τον τρόπο την επιμονή, τη σταθερότητα καί τον πόθο της ψυχής μας. Θέλει να μάς διδάξει πόσο θερμά καί επίμονα πρέπει να Του ζητούμε τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, όταν Αυτό έχει ήδη εγκαταλείψει την ψυχή μας. Μάς εκπαιδεύει επίσης, για να συνειδητοποιήσουμε, μετά από αυτή την εμπειρία, πόσο θα μάς στοιχίσει τό να ξαναβρούμε τη χαμένη πνευματική χαρά μας καί την αγαλλίαση της καθαρής καρδιάς. Μάς καθοδηγεί, ώστε να φιλοτιμηθούμε να καταβάλλουμε περισσότερο ζήλο καί να κάνουμε εντατικότερο αγώνα, για να διαφυλάττουμε τη Χάρη. Γιατί συνήθως είμαστε πιο αμελείς, όταν πρόκειται να διαφυλάξουμε κάτι, το οποίο θεωρούμε ότι μπορούμε εύκολα καί άκοπα να τό ξαναβρούμε.

Ὁ Ἀββᾶς Κασσιανός ταξιδεύει στήν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου καί συνομιλεῖ μέ τούς πατέρες τῆς ἐρήμου. Ρωτᾶ τόν Ἀββά Σέρηνο πῶς οἰ ἐνάντιες δυνάμεις, ὅπως ἐπιτίθενται ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων ἔτσι καί ἀντιμάχονται καί μεταξύ τους.


  Οι ενάντιες δυνάμεις, όπως επιτίθενται εναντίον

των ανθρώπων, έτσι αντιμάχονται καί μεταξύ τους.
 
Είναι βέβαιο πώς οι δυνάμεις τού κακού τρέφουν μεταξύ τους εχθρότητα, ανάλογη μ’ εκείνη πού έχουν για τούς ανθρώπους. Παίρνουν δηλαδή κάτω από την προστασία τους ορισμένους λαούς, πού τούς μοιάζουν ως προς την διαστροφή, καί δημιουργούν μαζί τους στενούς δεσμούς εξυπηρέτησης. Απ’ αυτό προέρχονται οι διχόνοιες, οι συρράξεις καί οι ατέλειωτοι πόλεμοι. Μια οπτασία τού προφήτη Δανιήλ μάς φανερώνει με ενέργεια αυτή την αλήθεια. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ λέει στον προφήτη Δανιήλ: «Μή φοβάσαι Δανιήλ, γιατί απ’ την πρώτη μέρα πού ταπεινώθηκες ενώπιον του Θεού σου καί συγκέντρωσες την προσοχή σου, για να κατανοήσεις όλα αυτά τά γεγονότα, η προσευχή σου εισακούστηκε κι εγώ ξεκίνησα για να σού φέρω την απάντηση. Αλλά ο Αρχάγγελος τού βασιλείου των Περσών μου αντιστεκόταν είκοσι μία ημέρες.

Τότε ο Μιχαήλ, ένας από τούς Αρχαγγέλους, ήρθε να μέ βοηθήσει είχα μείνει, λοιπόν, εκεί κοντά στούς βασιλιάδες των Περσών. Τώρα όμως ήρθα να σε βοηθήσω να κατανοήσεις τί θα συμβεί στο λαό σου τις τελευταίες ημέρες, γιατί τό όραμα αυτό αναφέρεται στο μέλλον» (Δαν. 10, 12-14).

Αυτός ο άρχοντας του βασιλέως των Περσών, είναι ένας άγγελος τού κακού, φίλος του έθνους των Περσών καί εχθρός του λαού του Θεού. Γι’ αυτό πού λέω, δεν υπάρχει αμφιβολία. Βλέποντας ο κακός άγγελος ότι, μέ την μεσολάβηση του αρχαγγέλου Γαβριήλ, επρόκειτο να δοθεί λύση στην υπόθεση, για την οποία ο Δανιήλ είχε παρακαλέσει τον Κύριο,ήθελε να εμποδίσει τό καλό αποτέλεσμα. Γεμάτος φθόνο, έρχεται βιαστικά καί κλείνει κάθετα τό δρόμο. Φοβάται μήπως τά παρηγορητικά λόγια, πού φέρνει ο Γαβριήλ, φθάσουν εγκαίρως στον Δανιήλ καί τονώσουν τό λαό τού Θεού, του οποίου ο Γαβριήλ είναι προστάτης. Αυτός τό αποκαλύπτει στον προφήτη Δανιήλ.
Η επίθεση ήταν τόσο σφοδρή, πού δεν θα κατόρθωνε ο αρχάγγελος Γαβριήλ να έρθει μέχρι τον Δανιήλ, ούτε την έσχατη ώρα, αν ο αρχάγγελος Μιχαήλ δεν είχε τρέξει να τον βοηθήσει. Είχε μάλιστα παρουσιαστεί νωρίτερα από τον άρχοντα-δαίμονα πού ήταν προστάτης τού Περσικού βασιλείου, για να πάρει μέρος στη μάχη καί να προστατέψει τον αρχάγγελο Γαβριήλ από τά κτυπήματα τού αντιπάλου. Καί τελικά να τού επιτρέψει, ύστερα από καθυστέρηση είκοσι καί μίας ήμερων, να φέρει τό μήνυμα μέ τό οποίο ήταν επιφορτισμένος. Ό Αρχάγγελος μετά συνεχίζει καί λέει. «Ξέρεις γιατί ήρθα σε σένα;
 Για να σού αναγγείλω αυτό πού είναι γραμμένο στο βιβλίο της αλήθειας. Τώρα θα επιτρέψω να πολεμήσω εναντίον του αρχαγγέλου των Περσών κι όταν εγώ θα φύγω, θα έλθει ο αρχηγός των Ελλήνων. Καί δεν θα υπάρχει κανείς να μέ ενδυναμώσει εναντίον αυτών, εκτός από τον Μιχαήλ, τον αρχάγγελο σας» (Δαν. 10, 20-21). Καί στη συνέχεια λέει: «Εκείνη την εποχή θα παρουσιαστεί ο αρχάγγελος Μιχαήλ, ο προστάτης τού λαού σου» (Δαν. 12,1). Να λοιπόν, ένας άλλος δαίμονας πού είναι άρχοντας της ειδωλολατρικής Ελλάδας. Προστατεύει αυτόν τό λαό πού είναι υπήκοός του, καί εμφανίζεται εχθρός τόσο τού λαού τού Θεού, όσο καί τού Περσικού έθνους.
Βλέπουμε μέ όλα αυτά καθαρά ότι οι διχόνοιες, οι συρράξεις, οι ανταγωνισμοί, πού οι δυνάμεις τού κακού διεγείρουν μεταξύ των λαών, έχουν σχέση μ’ αυτές τις δυνάμεις τού κακού. Καί όπως η νίκη αυτών πού τούς υπακούουν τις γεμίζει μέ χαρά, έτσι καί η ήττα τους είναι γι’ αυτές μαρτύριο. Κάθε μια απ’ αυτές τις δυνάμεις διακατέχεται, προς όφελος τού λαού πού προστατεύει, από ανήσυχο φθόνο για την πνευματικά αντίπαλη δύναμη του κακού, η οποία υπερασπίζεται τον εχθρικό λαό. Έτσι, δεν είναι ποτέ δυνατόν να υπάρχει ομόνοια μεταξύ των δυνάμεων τού σκότους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ. ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ. ΤΟΜΟΣ Α ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ.


Ἕνα μυστικό γιά τίς ἀνθρώπινες σχέσεις. Νά γίνουμε λίγο κουφοί, μουγγοί, τυφλοί, μωροί…


 Αββά Κασσιανού: 

Για το ότι δεν πρέπει να δίνουμε προσοχή στις αδυναμίες που παρουσιάζουν οι αδελφοί…
«Για να μπορέσεις να φθάσεις σ’ αυτό το στόχο κι εσύ παιδί μου και για να παραμείνεις αδιάκοπα κάτω από αυτό τον πνευματικό νόμο, οφείλεις, ζώντας στο Κοινόβιο, να τηρείς τρία πράγματα, καθώς λέει κ ο Ψαλμωδός:
«Εγώ», λέει, «σαν να είμαι κουφός δεν ακούω τι λένε και σαν να είμαι άλαλος δεν ανοίγω το στόμα μου για να απαντήσω. Eίμαι σαν άνθρωπος που δεν ακούει και που δεν βγάζει λόγο από το στόμα του». (Ψαλμ.37, 14-15).

‘Ετσι να είσαι, παιδί μου, κι εσύ. Να συμπεριφέρεσαι σαν κουφός, μουγγός και τυφλός. Αυτό βέβαια δεν ισχύει στη συμπεριφορά σου προς εκείνον, τον οποίο λόγω της τελειότητάς του, έχεις επιλέξει ως πρότυπο.
Τυφλός και μουγγός να είσαι μόνο για εκείνους των οποίων η συμπεριφορά είναι ελλιπής.
Γιατί υπάρχει κίνδυνος για σένα, αν κοιτάζεις τους άλλους –και μάλιστα όσους έχουν κάποια θέση κύρους- να μιμηθείς τρόπους συμπεριφοράς που πρίν είχες απερίφραστα καταδικάσει.
Να μην σκανδαλισθείς, αν ακούσεις ότι κάποιος είναι ανυπάκουος, αντιδραστικός, ότι κατακρίνει ή ότι ενεργεί διαφορετικά από αυτά που εσύ έχεις διδαχθεί.
Ούτε όμως πάλι και να ξεγελασθείς, ώστε να μιμηθείς το παράδειγμα του. Να είσαι σαν τον κουφό που περνάει μέσα από αυτές τις απρέπειες και τις ακαταστασίες, χωρίς να ακούει και χωρίς να αντιλαμβάνεται τίποτα.
Αν σε βρίζουν ή αν προσβάλουν κάποιον άλλο, εσύ να μένεις ατάραχος και να μην κλονίζεσαι. Να ακούς αυτές τις ύβρεις σαν μουγγός, χωρίς να τις ανταποδίδεις και να ψάλλεις συνεχώς μέσα στην καρδιά σου το στίχο του Ψαλμού που λέει:
«Είπα μέσα μου κι αποφάσισα να προσέχω τη συμπεριφορά μου και να μην αμαρτάνω με τη γλώσσα μου. Έβαλα φραγμό στο στόμα μου, όταν ήταν μπροστά μου ο αμαρτωλός, για να μην του δώσω αφορμή» (Ψαλμ. 38, 2-3).
Περισσότερο από όλα όμως να τηρείς το τέταρτο σημείο το οποίο και θα είναι το επιστέγασμα και η κορωνίδα των τριών άλλων που μόλις αναφέραμε. Να γίνεις, όπως λέει ο Απόστολος, «μωρός και να παύσεις να έχεις εμπιστοσύνη στη σοφία σου, ώστε να γίνεις πραγματικά σοφός» ( Α΄Κορ. 3,18).
Μην κατακρίνεις και μη σχολιάζεις τις εντολές που έχεις λάβει. Να υπακούεις πάντοτε με απλότητα και πίστη. Να θεωρείς ως άγιο, χρήσιμο και σοφό, μόνο αυτό που θα έχει κριθεί ως ευάρεστο στον Θεό και στον Γέροντά σου.
Όταν έτσι ζεις και κινείσαι, θα μπορέσεις ασφαλώς να παραμένεις κάτω από τον μοναχικό κανόνα και κανένας πειρασμός ή μηχανορραφία του Εχθρού δεν θα μπορέσει να σε βγάλει από το Μοναστήρι».
(Αββά Κασσιανού, Συνομιλίες… εκδ. Ετοιμασία, τόμος Β σελ. 385-386)

Γιατί ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά ἀποθαρρυνόμαστε πνευματικά;


Πῶς δημιουργοῦνται διαφωνίες μεταξύ τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων


  ~ Ανάμεσα στούς ἀδελφούς πού ἀκόμη εἶναι ἀδύναμοι καί διέπονται ἀπό τό σαρκικό φρόνημα, ὁ δαίμονας δέν ἀργεῖ νά σπείρει τήν ὀργή καί τήν ἀσυνεννοησία μέ ἀφορμή πράγματα εὐτελή καί τιποτένια.

 Στούς πνευματικούς ὅμως ἀνθρώπους, ὁ Πονηρός φέρνει τή διάσταση μέ τή διαφορά τῶν ἀντιλήψεων. Αὐτή εἶναι, χωρίς καμιά ἀμφιβολία, ἡ συνηθισμένη αἰτία τῶν προστριβῶν καί τῶν διενέξεων, τίς ὁποῖες καταδικάζει ὁ ᾿Απόστολος. Αὐτές ἀκριβῶς δίνουν τήν εὐκαιρία στόν ζηλόφθονο ᾿Εχθρό, νά ὁδηγήσει στήν ἀντιδικία καί στό χωρισμό ἀδελφούς πού μέχρι ἐκείνη τήν στιγμή ἦταν ὁμόψυχοι. ῾Ο σοφός Σολομώντας λέει κάτι σχετικό· «Τό μίσος», λέει, «προξενεῖ διαμάχες, ἀλλά αὐτούς πού δέν φιλονικοῦν τούς σκεπάζει ἡ ἀγάπη τῆς φιλίας» (Παροιμ. 10, 12).
***
-Γιά τό ὅτι πρέπει νά ἐξαλείψουμε καί τίς διχόνοιες πού ἀνακύπτουν ἀκόμα καί πάνω σέ πνευματικά θέματα.
~ Η πρώτη αἰτία πού γεννάει τίς διαφωνίες μεταξύ τῶν ἀδελφῶν ἀφορᾶ σχεδόν πάντα στή διεκδίκηση γήινων καί φθαρτῶν πραγμάτων. Πρέπει λοιπόν νά περιφρονοῦμε καθετί πού σχετίζεται μέ τά ἐπίγεια καί νά ἐπιτρέπουμε σ᾿ ὅλους τούς ἀδελφούς νά χρησιμοποιοῦν ἐξίσου ὅλα, ἀκόμα καί τά πιό ἀπαραίτητα γιά μᾶς, ἀντικείμενα. ᾿Αλλά κι αὐτό δέν θά ἦταν ἀρκετό, ἄν δέν καταφέρουμε νά ξεριζώσουμε ἐπίσης καί τή δεύτερη αἰτία τῶν διεκδικήσεων καί τῆς διχόνοιας. Καί αὐτή εἶναι ἡ διαφορά τῶν ἀπόψεων πάνω σέ πνευματικά θέματα. ᾿Εκεῖνο λοιπόν πού προέχει γιά τή διατήρηση τῆς ἀγάπης, εἶναι τό νά καταφέρει κανείς, μέ τή βοήθεια τοῦ ταπεινοῦ φρονήματος, νά συμπλεύσει μέ τούς ἀδελφούς του μέ σύμπνοια καί ὁμοφροσύνη. Νά ἀγωνισθεῖ δηλαδή, ὥστε τό θέλημά του νά συμπορευθεῖ μέ τό θέλημα καί τούς στόχους τῶν ἀδελφῶν του.
Aπό το βιβλίο: ἉΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, Συνομιλίες μέ τούς Πατέρες τῆς ἐρήμου” – Α´ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΙΩΣΗΦ.

 

Μή ζητᾶτε λοιπόν νά μάθετε τί εἶναι ἡ ὁλοκληρωμένη φιλία, ἀλλά πῶς θά κατορθώσετε νά τή φθάσετε.


Α’ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΙΩΣΗΦ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ & ΤΗ ΦΙΛΙΑ
Κεφαλαίο 4: Πρέπει να εκτελούμε κάποιο ωφέλιμο έργο, αν δεν συμφωνεί μ’ αυτό ό αδελφός μας;
ΠΑΤΗΡ ΓΕΡΜΑΝΟΣ: Πολλές φορές όμως. αββά. ό ένας από τους φίλους επιθυμεί να κάνει κάτι που το θεωρεί καλό και σύμφωνο με το θέλημα του Θεού. αλλά ό άλλος δεν συμφωνεί καθόλου μ’ αυτή την ενέργεια. Θα πρέπει τότε να εκτελέσει εκείνος το σχέδιο του, αδιαφο­ρώντας για την επιθυμία του αδελφού του ή είναι καλύτερα να το εγκα­ταλείψει για να μη λυπήσει τον αδελφό του;
Κεφαλαίο 5: Ή σταθερή φιλία δεν υφίσταται ούτε μπορεί να διατηρηθεί παρά μόνο μεταξύ των τελείων.
ΑΒΒΑΣ ΙΩΣΗΦ: Γι’ αυτό ακριβώς είπα πώς το χάρισμα της φι­λίας δεν θα μπορούσε ποτέ να παραμείνει ολοκληρωμένο και αδια­σάλευτο παρά μόνο μεταξύ των τελείων ανθρώπων, οι όποιοι αγω­νίζονται εξίσου για την επίτευξη της αρετής. 0ι άνθρωποι πού έχουν κοινή θέληση και σκοπό, δεν ανέχονται ποτέ να αντιδικούν ούτε και στο ελάχιστο. Αυτό ισχύει ακόμα και για θέματα πού αφορούν την πρόοδο στην πνευματική ζωή. “Αν οι φίλοι αρχίζουν να φιλονικούν και να εκφράζονται με εμπάθεια, είναι φανερό με βάση όσα μέχρι τώρα έχουμε πει ότι οι καρδιές τους δεν ήταν ποτέ πραγματικά ενω­μένες.
Στην αρχή της πορείας μας όμως δεν διαθέτουμε την τελειότητα. Θα πρέπει να ξεκινήσει κανείς από τη βάση. Θα πρέπει δηλαδή να θέ­σει πρώτα-πρώτα τα θεμέλια. Μη ζητάτε λοιπόν να μάθετε τί είναι ή ολοκληρωμένη φιλία, αλλά πώς θα κατορθώσετε να τη φθάσετε. Γι’ αυτό θα πρέπει στην αρχή να πούμε δυο λόγια για τον τρόπο πού θα πρέπει να εργασθείτε, ώστε να ολοκληρώσετε αυτό το σκοπό. Είναι απαραίτητο, μ’ άλλα λόγια, να σας ανοίξω ένα μονοπάτι, στο όποιο θα βαδίσετε με ασφάλεια, ώστε να μπορέσετε να αποκτήσετε ευκολότε­ρα το αγαθό της υπομονής και της ειρήνης.
Κεφάλαιο 6: Πώς μπορεί να διατηρηθεί αδιάσπαστη η ενότητα και αδιάσειστη ή αγάπη.
Το πρώτο θεμέλιο της αληθινής φιλίας είναι ή περιφρόνηση των υλικών αγαθών και ή εγκατάλειψη κάθε ιδιοκτησίας. Θα ήταν ή μεγα­λύτερη αστοχία και ή άκρα ασέβεια, ενώ έχουμε απαρνηθεί τη μαται­ότητα της κοσμικής ζωής και ότι αυτή περικλείει, να προτιμήσουμε τα ευτελή προσωπικά μας αντικείμενα, δηλαδή να επιλέξουμε να διατη­ρήσουμε την ιδιοκτησία μας, σε βάρος της ανεκτίμητης αγάπης του αδελφού μας.

Στη συνέχεια θα πρέπει καθένας μας να κόψει το δικό του θέλημα από φόβο μήπως, κρίνοντας τον εαυτό του εξυπνότερο και συνετότε­ρο, προτιμήσει τη δική του γνώμη από αυτή του αδελφού του.
Το τρίτο πράγμα, το όποιο θα πρέπει να μας γίνει βεβαιότητα είναι ότι όλα, ακόμη και τα πλέον χρήσιμα και απαραίτητα στη ζωή. είναι λιγότερης αξίας και σημασίας μπροστά στο ύψιστο αγαθό της ειρήνης και της αγάπης.
Τέταρτη επιδίωξη μας θα πρέπει να είναι το να πιστέψουμε πώς για καμιά απολύτως αιτία, δίκαιη ή άδικη, δεν επιτρέπεται να οργιζό­μαστε .
Η πέμπτη φροντίδα μας θα πρέπει να επικεντρωθεί στο να προ­σπαθήσουμε να θεραπεύσουμε το θυμό πού έχει ο αδελφός μας ενα­ντίον μας, έστω και αν αυτός είναι εντελώς άδικος. Να το κάνουμε μά­λιστα με τόση προθυμία και ζήλο, όση αντίστοιχα θα δείχναμε αν ήμα­σταν εμείς στη θέση του. Αν δεν αναζητήσουμε, με ότι μέσο μπορούμε, τρόπους για να εξαλείψουμε την ταραχή από την ψυχή του αδελφού μας. τότε θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι το πάθος του αυτό θα ζημιώσει και τη δική μας ψυχή. Θα αναστατωθούμε δηλαδή τόσο, σαν να ήμασταν εμείς οι ίδιοι κάτω από την επήρεια του πάθους του θυμού.
Το τελευταίο, πού θανατώνει αναμφίβολα όλα τα άλλα πάθη, είναι το να συλλογιζόμαστε αδιάλειπτα πώς ανά πάσα στιγμή μπορεί να φύ­γουμε απ” αυτή τη ζωή. Ή «μνήμη του θανάτου» δεν θα επιτρέψει να παραμείνει στην καρδιά μας ούτε καν ή σκιά και της ελάχιστης θλίψης. Αύτη ή ευεργετική «μνήμη» θα καταπνίξει κάθε εμπαθή κίνηση και κάθε κακή επιθυμία.
Αν κρατήσουμε σταθερά αυτές τις αρχές, δεν θα οργιστούμε ούτε ποτέ θα προκαλέσουμε στους άλλους την πίκρα πού φέρνει ή οργή και ή διχόνοια. Αν αντίθετα, ξεφύγει κανείς απ’αυτές τις ράγες, τότε ό εχθρός της αγάπης θα χύσει ανεπαίσθητα μέσα στις καρδιές των φίλων το φαρμάκι της θλίψης. Έτσι. διαφωνία στη διαφωνία, ή αγάπη λίγο – λίγο θα ψυχραίνεται και τελικά οι καρδιές-εφόσον ήδη από πολύ και­ρό είναι πληγωμένες – θα σκληρυνθούν και θα χωρίσουν μια για πάντα.
Εκείνος όμως πού βαδίζει στο μονοπάτι πού αναφέραμε προη­γουμένους, δεν έχει κανένα λόγο να διαφωνήσει με το φίλο του. Πράγ­ματι, με το να μη διεκδικεί κανείς ποτέ κανένα πράγμα, είναι ευνόητο ότι κόβει αυτόματα και την πρωταρχική αίτια της οργής. Γιατί, συνή­θως, οι αντιδικίες γεννιούνται από τις διαφωνίες για την απόκτηση μι­κροπραγμάτων ή αντικειμένων πού δεν έχουν καμιά αξία. Ένας άνθρω­πος όμως πού θέλει να διατηρήσει το σύνδεσμο της αγάπης, προσπα­θεί με όλες του τις δυνάμεις να τηρεί αυτό πού αναφέρουν οι Πράξεις των Αποσταλούν, σχετικά με την ενότητα πού επικρατούσε μεταξύ των πρώτων χριστιανών: «Όλο το πλήθος εκείνων πού είχαν πιστέψει στο Ευαγγέλιο». λέει ό Ευαγγελιστής, «είχαν μία καρδία και μία ψυχή. Και κανείς δεν θεωρούσε ότι κάτι από τα υπάρχοντα του ήταν δικό του, αλλά όλα τα είχαν κοινά»(Πράξ. 4.32).
Ένας άνθρωπος που ζει μ’ αυτό τον τρόπο, δεν είναι ποτέ δυνα­τόν να σπείρει τη διχόνοια. Γιατί αυτός είναι σκλάβος του θελήματος του αδελφού του και όχι του δικού του. Αυτός γίνεται μιμητής του Κυ­ρίου και Δημιουργού του, πού έλεγε: Έχω κατεβεί από τον ουρανό ως άνθρωπος στη γη. για να κάνω όχι το θέλημα μου. αλλά το θέλημα εκεί­νου πού με έχει στείλει»(Ίωάν. 6. 38). Έτσι, ποτέ δεν θα δινόταν αφορ­μή εξαιτίας του να πέσει διχόνοια ανάμεσα σ’ αυτόν και στο φίλο του. Γιατί ένας άνθρωπος πού αγωνίζεται και κόβει το θέλημα του, έχει ως βασική αρχή του το να μην εμπιστεύεται στην κρίση του, αλλά να προ­τάσσει πάντα το θέλημα του αδελφού του. Έχοντας λοιπόν αυτό ως κριτήριο, θα ακολουθούσε ή θα αρνιόταν, αναλόγως, τα δικά του θε­λήματα, λέγοντας μαζί με τον Κύριο: «Πατέρα μου… ας γίνει όχι όπως θέλω εγώ. αλλά όπως θέλεις εσύ» (Ματθ. 26. 39).
Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν θα επέτρεπε ποτέ στον εαυτό του να πράξει και το παραμικρότερο πράγμα πού θα λυπούσε τον αδελφό του. Γιατί αυτός δεν θεωρεί τίποτε πολυτιμότερο από το αγαθό της ειρήνης και δεν ξεχνά ούτε στιγμή το λόγο του Κυρίου που λέει: «Απ αυτό θα καταλάβουν όλοι ότι είστε δικοί μου μαθητές εάν έχετε αγά­πη μεταξύ σας»(*ίωάν. 13. 35). Ό Κύριος ήθελε αυτή ή αγάπη να χα­ρακτηρίζει τα λογικά πρόβατα του ποιμνίου Του και να τα διακρίνει μέσα σ’ αυτό τον κόσμο ως ένα ιδιαίτερο σημείο αναγνώρισης τους. σαν σφραγίδα, θα λέγαμε και σαν χαρακτηριστικό αποτύπωμα.
Ό πιστός χριστιανός, για κανένα απολύτως λόγο, δεν θεωρεί δι­καιολογημένο το να αφήσει τη μνησικακία και τη θλίψη να εισχωρήσουν στην καρδιά του ή να παραμείνουν εξαιτίας του στην καρδιά κάποιου άλλου. Γιατί το πάθος του θυμού είναι ολέθριο και εντελώς αθέμιτο. Γι’ αυτό και δεν θα μπορούσε ποτέ να καλυφθεί από κανενός είδους δικαιολογία.
Είναι αδύνατον να προσευχηθεί κανείς, αν ό αδελφός του έχει κά­τι εναντίον του. Ακριβώς το ίδιο όμως συμβαίνει και στην περίπτωση πού εκείνος έχει κάτι εναντίον του αδελφού του. Γι’ αυτό ό αγωνιστής του πνεύματος κρατάει διαρκώς μέσα στην ταπεινή καρδιά του τα λό­για του Κυρίου και Λυτρωτή μας πού λέει: «Όταν προσφέρεις το δώρο σου στο Ναό και εκεί θυμηθείς ότι ό αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου. άφησε εκεί μπροστά στο θυσιαστήριο του Ναού το δώρο σου και πή­γαινε να συμφιλιωθείς πρώτα με τον αδελφό σου και τότε έλα να προ­σφέρεις το δώρο σου» (Ματθ. 5. 23-24).
Σε τίποτε δεν θα ωφελούσε το να δηλώνει κανείς ότι δεν τρέφει στην καρδιά του θυμό. Ασφαλώς πλανάται οικτρά, αν κάποιος ισχυ­ρίζεται ότι δεν έχει θυμό εναντίον του αδελφού του και συγχρόνως πε­ριφρονεί με υπεροψία και σκληροκαρδία τη θλίψη του. Γιατί μόνο μ’ αυτό δεν εκπληρώνει ό άνθρωπος τον αποστολικό λόγο πού λέει. «ή δύση του ηλίου ας μη σας βρίσκει ακόμη οργισμένους» (Έφεσ. 4. 26)· καί την εντολή του Κυρίου πού προειδοποιεί λέγοντας, «όποιος οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς λόγο πρέπει να καταδικαστεί από το δικαστήριο» (Ματθ. 5. 22). Και αυτό. γιατί αυτός θα μπορούσε, με τη συγκαταβατική και επιεική συμπεριφορά του. να διαλύσει κάθε στε­νοχώρια από την καρδιά του αδελφού του. Με το να μην έχει όμως ενεργήσει έτσι. διατρέχει πλέον τον κίνδυνο -εξαιτίας της δικής του συμπεριφοράς-να κατηγορηθεί ως παραβάτης της εντολής του Κυρί­ου. Γιατί Εκείνος πού είπε ότι δεν πρέπει να οργίζεται κανείς εναντίον του πλησίον του. είπε ταυτόχρονα και ότι δεν πρέπει να αψηφά και τη θλίψη του αδελφού του. Διότι για τον Θεό. «ό Όποιος θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι»(Α’Τιμ. 2. 4). έχει την ίδια σημασία είτε χαθεί ό ένας είτε ό άλλος. Είναι εξίσου οδυνηρό για τον Θεό. όποιος απ’ τους δύο κι αν οδηγηθεί στον αιώνιο θάνατο. Το ίδιο και ο αντίδικος, πού χαί­ρεται με την καταστροφή και τον αφανισμό των ανθρώπων, έχει το ίδιο κέρδος, είτε χαθεί ό ένας είτε ό άλλος.
Τελικά, είναι ποτέ δυνατόν να κρατήσει κανείς εναντίον του αδελ­φού του και την ελάχιστη έστω δυσάρεστη διάθεση, αν πιστεύει ότι ενδέχεται κάθε μέρα, ή καλύτερα κάθε στιγμή, να φύγει απ’ αυτό τον κόσμο;
Κεφαλαίο 7: Τίποτε να μην θεωρούμε ανώτερο από την αγάπη και τίποτε χειρότερο από το θυμό.
Όπως ακριβώς δεν πρέπει να βάζουμε τίποτε μπροστά από την αγάπη, έτσι πρέπει και να θεωρούμε ότι δεν υπάρχει τίποτε χειρότε­ρο από την οργή και από το θυμό. Οφείλουμε να θυσιάζουμε τα πά­ντα, όσο χρήσιμα και απαραίτητα κι αν φαίνονται, για να αποφύγου­με την αναταραχή πού φέρνει αυτό το πάθος. Και επιπλέον, πρέπει να αποδεχόμαστε και να υπομένουμε το καθετί, ακόμα κι αν αυτό μας φαίνεται βαρύ και ασήκωτο, ώστε να διατηρήσουμε αδιασάλευτη την αγάπη και την ειρήνη. Να είσαστε βέβαιοι πώς δεν υπάρχει τίποτε πιο ολέθριο από το θυμό και τη λύπη, όπως και τίποτε πιο γλυκό και πιο ωφέλιμο από την αγάπη.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Αββά Κασσιανού,
Συνομιλίες με τους Πατέρες της Ερήμου,
τόμος Β΄ εκδ. «Ετοιμασία» σελ 17 – 21